Άγχος και εγκέφαλος: Νέα στοιχεία για τη χολίνη φέρνουν ανατροπές!
Μια εκτεταμένη ανάλυση της χημείας του εγκεφάλου εντόπισε ένα πιθανό βιολογικό αποτύπωμα για τις αγχώδεις διαταραχές. Οι άνθρωποι που ζουν με αυτές τις καταστάσεις φαίνεται να έχουν σταθερά χαμηλότερα επίπεδα χολίνης στον εγκέφαλο, σύμφωνα με τα ευρήματα.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο περιοδικό Molecular Psychiatry του Nature, συγκεντρώνει δεκαετίες ερευνών και υποδεικνύει ότι αυτή η χημική διαφορά μπορεί να ανοίξει νέους ορίζοντες στην κατανόηση και την αντιμετώπιση αυτών των ψυχικών διαταραχών, προσφέροντας μια νέα προοπτική.
Οι αγχώδεις διαταραχές, όπως η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, η διαταραχή πανικού και οι κοινωνικές φοβίες, αποτελούν την πιο συχνή κατηγορία ψυχικών ασθενειών. Αυτές οι καταστάσεις συνδέονται με πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου, δημιουργώντας ένα σύνθετο νευρωνικό δίκτυο που επηρεάζει τη συμπεριφορά και τα συναισθήματα.
Η αμυγδαλή, που λειτουργεί σαν ανιχνευτής απειλής, και ο προμετωπιαίος φλοιός, που βοηθά στον σχεδιασμό και στη διαχείριση των συναισθημάτων, παρουσιάζουν δυσλειτουργία. Αυτή η δυσλειτουργία έχει ως αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να αντιλαμβάνεται συνηθισμένους στρεσογόνους παράγοντες ως απειλές, οδηγώντας σε επίμονο άγχος και νευρικότητα, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Ο Richard Maddock, κύριος συγγραφέας της μελέτης και ερευνητής στο Τμήμα Ψυχιατρικής και Επιστημών Συμπεριφοράς του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Ντέιβις, έχει αφιερώσει δεκαετίες στη μελέτη και αντιμετώπιση των αγχωδών διαταραχών, αναζητώντας τρόπους να βελτιώσει τη ζωή των ανθρώπων που πάσχουν από αυτές.
Από τις έρευνές του, είχε παρατηρήσει χαμηλά επίπεδα χολίνης σε ανθρώπους με διαταραχή πανικού. Αυτό τον οδήγησε να διερευνήσει μαζί με τον Jason Smucny, επίκουρο καθηγητή στο UC Davis, αν το φαινόμενο εμφανίζεται σταθερά και σε άλλες έρευνες, σε μια προσπάθεια να επιβεβαιώσουν την αρχική του παρατήρηση.
Στη μετα-ανάλυσή τους, συγκέντρωσαν δεδομένα από 25 ξεχωριστές μελέτες, δημιουργώντας ένα μεγάλο δείγμα που περιλάμβανε 370 άτομα με αγχώδη διαταραχή και 342 χωρίς διάγνωση. Η προσέγγιση αυτή επέτρεψε μια πιο ισχυρή και αξιόπιστη ανάλυση των δεδομένων.
Η ανάλυση αποκάλυψε μια σταθερή χημική διαφορά. Σε όλες τις αγχώδεις διαταραχές, τα άτομα εμφάνιζαν χαμηλότερα επίπεδα ενώσεων που περιέχουν χολίνη στον εγκέφαλο. Η μείωση ήταν εντονότερη στον φλοιό του εγκεφάλου, την περιοχή που καθορίζει λειτουργίες όπως σκέψη, λήψη αποφάσεων και συναισθηματική ρύθμιση. Το μοτίβο ήταν εξαιρετικά σταθερό στον προμετωπιαίο φλοιό, γεγονός που υποδηλώνει μια σημαντική σχέση.
Κατά μέσο όρο, η χολίνη ήταν περίπου 8% χαμηλότερη στα άτομα με αγχώδεις διαταραχές. Παρότι το νούμερο μπορεί να φαίνεται μικρό, ακόμη και μικρές αλλαγές στη χημική ισορροπία του εγκεφάλου μπορεί να έχουν σημαντικές συνέπειες. «Μια μείωση 8% μοιάζει μικρή, όμως για τη λειτουργία του εγκεφάλου είναι σημαντική» αναφέρει ο Maddock, σύμφωνα με το Psypost.
Το μοτίβο αποδείχθηκε διαγνωστικά οριζόντιο, κάτι που σημαίνει ότι εμφανίζεται σε διαφορετικά είδη αγχωδών διαταραχών και δεν αφορά μόνο μια συγκεκριμένη. Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης άλλους παράγοντες, όπως φαρμακευτική αγωγή, ηλικία ή τεχνικές λεπτομέρειες των μετρήσεων. Η σύνδεση μεταξύ άγχους και χαμηλότερης χολίνης παρέμεινε ισχυρή. Όταν εξέτασαν τις μελέτες με τις πιο ακριβείς μετρήσεις, η μείωση της χολίνης ήταν ακόμη πιο ξεκάθαρη, ενισχύοντας τα ευρήματα.
Η χολίνη είναι απαραίτητο θρεπτικό συστατικό που παίζει κρίσιμο ρόλο στη δημιουργία κυτταρικών μεμβρανών και στην παραγωγή νευροδιαβιβαστών που εμπλέκονται στη μνήμη, στη διάθεση και στον έλεγχο των μυών. Το σώμα παράγει μικρή ποσότητα, όμως η μεγαλύτερη προέρχεται από τη διατροφή.
Οι ερευνητές προτείνουν ότι η χρόνια κατάσταση αυξημένης εγρήγορσης, ο γνωστός μηχανισμός «μάχης ή φυγής», που χαρακτηρίζει τις αγχώδεις διαταραχές, ίσως αυξάνει τον μεταβολικό ρυθμό του εγκεφάλου. Αυτό μπορεί να αυξάνει και τις απαιτήσεις σε χολίνη και με τον καιρό να οδηγεί σε μείωση των επιπέδων της.
Δεν είναι ακόμη σαφές αν τα χαμηλά επίπεδα χολίνης συμβάλλουν στην ανάπτυξη άγχους ή αν το ίδιο το άγχος προκαλεί τη μείωση. Για αυτό απαιτείται περισσότερη έρευνα για να ξεκαθαριστεί η σχέση. Παρόλα αυτά, το εύρημα ανοίγει το δρόμο για νέες πιθανές στρατηγικές αντιμετώπισης των αγχωδών διαταραχών, προσφέροντας ελπίδα για νέες θεραπείες.
Η έρευνα υπογραμμίζει τον πιθανό ρόλο της διατροφής στην ψυχική υγεία και η ανακάλυψη ενός σταθερού χημικού μοτίβου ενισχύει την ιδέα ότι αυτό που τρώμε συνδέεται βαθιά με το πώς νιώθουμε και σκεφτόμαστε. Η διατροφή, ως εκ τούτου, μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για τη βελτίωση της ψυχικής μας ευεξίας.
Μια υγιεινή διατροφή είναι βασικό στοιχείο της συνολικής ευεξίας και η επαρκής πρόσληψη θρεπτικών συστατικών μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη λειτουργία του εγκεφάλου. Η χολίνη βρίσκεται σε τροφές όπως αυγά, μοσχάρι, κοτόπουλο, σόγια και ψάρια.
«Ένα άτομο με αγχώδη διαταραχή ίσως πρέπει να εξετάσει αν λαμβάνει τη συνιστώμενη ποσότητα χολίνης» τονίζει ο Maddock και προσθέτει: «Ορισμένες μορφές ωμέγα 3, όπως αυτές που υπάρχουν στον σολομό, μπορεί να είναι ιδιαίτερα καλές πηγές για την πρόσληψη χολίνης από τον εγκέφαλο».