Γιατί μεγαλώνοντας κοιμόμαστε νωρίτερα; Η επιστήμη έχει την απάντηση!
Με το πέρασμα των χρόνων, πολλοί παρατηρούν ότι η επιθυμία για ύπνο μέχρι αργά υποχωρεί, ενώ η ανάγκη για έναν πιο πρώιμο ύπνο αυξάνεται. Αυτή η αλλαγή δεν είναι απλώς μια ιδιοτροπία, αλλά μια φυσική εξέλιξη που συνδέεται με τη γήρανση. Η επιστήμη, ωστόσο, αποκαλύπτει τους μηχανισμούς πίσω από αυτό το φαινόμενο και διερευνά τρόπους να «ξεγελάσουμε» το μυαλό μας ώστε να παραμείνει ξύπνιο για λίγο περισσότερο.
Καθώς μεγαλώνουμε, το σώμα υφίσταται διάφορες μεταβολές που επηρεάζουν τον ύπνο μας. Ειδικοί από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν επισημαίνουν ότι δεν υπάρχει ένας μοναδικός λόγος για αυτές τις αλλαγές, αλλά ένα σύνολο αλληλένδετων παραγόντων. Οι παράγοντες αυτοί συνήθως συνδέονται με τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου και τον τρόπο με τον οποίο το σώμα ανταποκρίνεται σε εξωτερικά ερεθίσματα.
Με την πάροδο του χρόνου, ο εγκέφαλός μας γίνεται λιγότερο ευαίσθητος στα εξωτερικά ερεθίσματα που ρυθμίζουν το βιολογικό μας ρολόι. Αυτά τα «χρονικά σήματα» περιλαμβάνουν το φως του ήλιου, τη δύση του ήλιου, τα γεύματα και τη σωματική δραστηριότητα. Με την ηλικία, οι νευρώνες που μεταφέρουν αυτά τα σήματα στον εγκέφαλο χάνουν την αποδοτικότητά τους, με αποτέλεσμα οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι να νιώθουν κουρασμένοι νωρίτερα και να ξυπνούν πιο εύκολα το πρωί.
Ένας επιπλέον σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τον ύπνο καθώς μεγαλώνουμε είναι οι αλλαγές στην όραση. Οι ειδικοί εξηγούν ότι προβλήματα όπως ο καταρράκτης επηρεάζουν την ποσότητα φωτός που φτάνει στον εγκέφαλο. Το φως παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση του βιολογικού μας ρολογιού και στην παραγωγή μελατονίνης, της ορμόνης που προάγει τον ύπνο.
Συγκεκριμένα, ο καταρράκτης, που σύμφωνα με τα National Institutes of Health επηρεάζει πάνω από το 50% των Αμερικανών άνω των 80, προκαλεί θολή όραση, μειώνοντας την ποσότητα φωτός που εισέρχεται στα μάτια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να «νομίζει» ότι έχει ήδη νυχτώσει, οδηγώντας σε πρόωρη παραγωγή μελατονίνης και πρόωρο αίσθημα κόπωσης.