Το κυβερνητικό σχέδιο για ταχύτερη μείωση του δημόσιου χρέους – Οι κινήσεις που αναμένονται το 2026

Ελλάδα: Επιτάχυνση στην αποπληρωμή χρέους – Τι αλλάζει για το μέλλον;

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει με συνέπεια τη δημοσιονομική εξυγίανση, με στόχο την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και την επιστροφή στην κατηγορία Α, όπου βρισκόταν πριν από την κρίση χρέους και τα μνημόνια, δηλαδή πριν από το 2010.

Παράλληλα, επιδιώκει τη μείωση του δημόσιου χρέους κάτω από το 120% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος έως το 2029, στόχος που καθοδηγεί τις αποφάσεις του οικονομικού επιτελείου για τη διαχείριση του χρέους τα επόμενα χρόνια.

Στο πλαίσιο αυτό, το Ελληνικό Δημόσιο προχώρησε πρόσφατα σε νέα πρόωρη αποπληρωμή ύψους 5,3 δισ. ευρώ από τα διμερή δάνεια που είχε λάβει από το GLF πριν από την ένταξη στο πρώτο πρόγραμμα στήριξης, δηλαδή πριν από το πρώτο μνημόνιο. Το GLF (Greek Loan Facility) αφορά τα διμερή δάνεια που έλαβε η Ελλάδα από τις χώρες της Ευρωζώνης το 2010. Επρόκειτο για έναν μηχανισμό χρηματοδότησης για την Ελλάδα, μέσω του οποίου τα κράτη – μέλη της Ευρωζώνης παρείχαν απευθείας δάνεια στο Ελληνικό Δημόσιο. Το συνολικό ύψος αυτών των δανείων ανήλθε σε περίπου 52,9 δισ. ευρώ και αποτέλεσε το βασικό εργαλείο στήριξης της χώρας στο αρχικό στάδιο της κρίσης χρέους.

Τα δάνεια του GLF είχαν μακρά διάρκεια αποπληρωμής, χαμηλότερο κόστος σε σχέση με τον δανεισμό από τις αγορές εκείνης της περιόδου και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα δόσεων που εκτείνεται έως τη δεκαετία του 2040. Αποτελούν κρίσιμο τμήμα του ελληνικού δημόσιου χρέους και βρίσκονται στο επίκεντρο της στρατηγικής πρόωρων αποπληρωμών, καθώς η μείωσή τους βελτιώνει το προφίλ του χρέους και περιορίζει τις μελλοντικές ανάγκες χρηματοδότησης. Η τελευταία κίνηση αποπληρωμής δεν περιορίστηκε στην απλή εξόφληση συγκεκριμένων μελλοντικών δόσεων, αλλά στόχευσε στη συνολική βελτίωση της διάρθρωσης και της χρονικής κατανομής των υποχρεώσεων.

Με την πληρωμή που πραγματοποιήθηκε στα μέσα του μήνα, καλύφθηκαν υποχρεώσεις που είχαν προγραμματιστεί για τις επόμενες δεκαετίες. Εξοφλήθηκε πλήρως μέρος δόσης που αντιστοιχούσε στο 2041, αποπληρώθηκε σημαντικό ποσό από τις υποχρεώσεις του 2040, ενώ μειώθηκε κατά 15% κάθε ετήσια δόση της περιόδου από το 2033 έως και το 2039. Αυτή η παρέμβαση οδηγεί σε ελάφρυνση των μελλοντικών ετήσιων πληρωμών, περιορίζοντας κατά εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ τις ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους για κάθε ένα από τα συγκεκριμένα έτη.

Η στρατηγική των πρόωρων αποπληρωμών ξεκίνησε το 2019, όταν η Ελλάδα άρχισε να μειώνει σταδιακά τις υποχρεώσεις της προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Εκείνη τη χρονιά καταβλήθηκαν πρόωρα 2,7 δισ. ευρώ, ενώ ακολούθησαν νέες πληρωμές το 2021 και το 2022. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε και η σταδιακή αποπληρωμή των διμερών δανείων της Ευρωζώνης, με μεγάλες δόσεις να καταβάλλονται το 2022 και το 2023. Το πρόγραμμα επιταχύνθηκε περαιτέρω με σημαντικές πληρωμές το 2024, οδηγώντας σε αισθητή συρρίκνωση του σχετικού υπολοίπου.

Μέχρι σήμερα, τα δάνεια του ΔΝΤ έχουν εξοφληθεί πλήρως, ενώ από τα διμερή δάνεια των χωρών της Ευρωζώνης έχει ήδη αποπληρωθεί ποσό που ξεπερνά τα 26 δισ. ευρώ. Το υπόλοιπο, το οποίο ανέρχεται σε περίπου 26,3 δισ. ευρώ, είχε αρχικά προγραμματιστεί να αποπληρωθεί σε σχεδόν ισόποσες τριμηνιαίες δόσεις από το 2029 έως το 2041. Ωστόσο, με τις πρόωρες παρεμβάσεις, το προφίλ αυτών των υποχρεώσεων έχει πλέον αλλάξει αισθητά.

Συνολικά, αν ληφθούν υπόψη όλες οι κινήσεις πρόωρης αποπληρωμής έως και το 2025, το Ελληνικό Δημόσιο έχει μειώσει ταχύτερα τον δανεισμό του κατά περίπου 29 δισ. ευρώ και έχει περιορίσει το κόστος των τόκων κατά 3,5 δισ. ευρώ. Οι εξοικονομήσεις αυτές δημιουργούν πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, ο οποίος μπορεί να αξιοποιηθεί είτε για νέες φορολογικές ή κοινωνικές ελαφρύνσεις, είτε για τη δημιουργία αποθεμάτων ασφαλείας που συμβάλλουν στη διατήρηση του ελλείμματος κάτω από το όριο του 3% του ΑΕΠ. Ταυτόχρονα, ενισχύεται η δυνατότητα αντιμετώπισης απρόβλεπτων κρίσεων χωρίς άμεση προσφυγή στις αγορές.

Ο σχεδιασμός για το 2026 προβλέπει περαιτέρω βελτίωση των βασικών δεικτών. Το δημόσιο χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, αναμένεται να μειωθεί σημαντικά, υποχωρώντας από τα επίπεδα του 2025 σε περίπου 138%, ενώ σε απόλυτους αριθμούς εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα συνεχίσει την καθοδική του πορεία, με τις δαπάνες για τόκους να αντιστοιχούν σε μικρότερο ποσοστό της οικονομικής δραστηριότητας.

Για την επόμενη χρονιά, το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει περιορισμένο δανεισμό από τις αγορές, της τάξης των 8 δισ. ευρώ, ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου αναμένεται να διατηρηθούν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, ξεπερνώντας τα 35 δισ. ευρώ. Η μέση διάρκεια του ελληνικού χρέους εκτιμάται ότι θα παραμείνει πάνω από τα 16 έτη, στοιχείο που τοποθετεί τη χώρα σε πλεονεκτική θέση σε σύγκριση με πολλές άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες και της επιτρέπει να επιλέγει με ευελιξία τον χρόνο και τις συνθήκες εξόδου στις αγορές. Τέλος, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους προετοιμάζει τις δικές του κινήσεις για την περαιτέρω επιμήκυνση της διάρκειας του χρέους, μετατρέποντας μέρος του βραχυπρόθεσμου δανεισμού σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο.