
Βραζιλία: Ο Μπολσονάρο καταδικάστηκε! Τι αλλάζει στην υπόθεση πραξικοπήματος;
Μια πενταμελής επιτροπή του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βραζιλίας σχημάτισε πλειοψηφία την Πέμπτη για να καταδικάσει τον πρώην πρόεδρο Ζαΐρ Μπολσονάρο ως μέλος ένοπλης εγκληματικής οργάνωσης, όπως μετέδωσε το Reuters. Η εξέλιξη αυτή φέρνει νέα δεδομένα στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Η δικαστής Κάρμεν Λουτσία ψήφισε υπέρ της καταδίκης του Μπολσονάρου, ευθυγραμμιζόμενη με τους δικαστές Αλεξάντρ ντε Μοράες και Φλάβιο Ντίνο, στην δίκη που αφορά την υποτιθέμενη απόπειρα πραξικοπήματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο δικαστής Λουίζ Φουξ τάχθηκε κατά της καταδίκης, υποστηρίζοντας την αθώωση του πρώην προέδρου. Η συγκεκριμένη ψήφος του Φουξ προκάλεσε αίσθηση, καθώς διήρκεσε πάνω από 13 ώρες και θεωρήθηκε απροσδόκητη από τους παριστάμενους στην αίθουσα του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Παρότι η Κάρμεν Λουτσία έχει ψηφίσει για την πρώτη κατηγορία, εκκρεμεί η ψήφος της για τις υπόλοιπες κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο Μπολσονάρο, οι οποίες περιλαμβάνουν την απόπειρα πραξικοπήματος και την προσπάθεια βίαιης κατάλυσης του δημοκρατικού καθεστώτος.
Σύμφωνα με το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, ο Μπολσονάρο φέρεται να εφάρμοσε ένα «προοδευτικό και συστηματικό σχέδιο» για να επιτεθεί στους δημοκρατικούς θεσμούς, με στόχο να υπονομεύσει τη νόμιμη εναλλαγή της εξουσίας στις εκλογές του 2022. Οι ποινές για τα εγκλήματα που αποδίδονται στον Μπολσονάρο μπορούν να φτάσουν τα 43 χρόνια φυλάκισης, γεγονός που καταδεικνύει τη σοβαρότητα των κατηγοριών.
Στο κατηγορητήριο αναφέρεται ότι ο Μπολσονάρο είχε σαφή γνώση για την επιχείρηση «Πράσινο και Κίτρινο Στιλέτο», στόχοι της οποίας, σύμφωνα με την Εισαγγελία, ήταν η δολοφονία των Μοράες (του δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου που τον δικάζει), του Προέδρου Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα και του Αντιπροέδρου της Βραζιλίας Ζεράλδο Αλκμίν. Όλοι οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν κατηγορίες για «ένοπλη εγκληματική οργάνωση, απόπειρα βίαιης κατάργησης του δημοκρατικού κράτους δικαίου, πραξικόπημα, πρόκληση ζημιών με βία και σοβαρή απειλή και υποβάθμιση της καταχωρημένης πολιτιστικής κληρονομιάς».