Ουκρανία: Η κλήση Τραμπ που άναψε «φωτιά»  στη διεθνή διπλωματία

Τραμπ-Πούτιν: Μυστικές διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία;

Κόσμος
Δημοσιεύθηκε  · 5 λεπτά ανάγνωση

Μια τηλεφωνική επικοινωνία του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι αποτέλεσε την αφορμή για μια εβδομάδα γεμάτη παρασκηνιακές κινήσεις και έντονη διπλωματική δραστηριότητα στο Κίεβο. Η αιτία; Μια ρωσική πρόταση για τον τερματισμό του πολέμου, που περιλάμβανε ανταλλαγή εδαφών.

Ο Ζελένσκι, επιστρέφοντας από το μέτωπο της βορειοανατολικής περιφέρειας του Σούμι και μια επίσκεψη σε Ουκρανούς στρατιώτες, σταμάτησε στην πόλη Ρόμνι. Εκεί, μέσω ασφαλούς γραμμής, συμμετείχε σε τηλεδιάσκεψη με Ευρωπαίους ηγέτες και τον Ντόναλντ Τραμπ. Στην επικοινωνία αυτή, ο Αμερικανός πρόεδρος μετέφερε ότι η Μόσχα εμφανίζεται διατεθειμένη να σταματήσει τις εχθροπραξίες, στο πλαίσιο συμφωνίας που θα περιελάμβανε ανταλλαγή εδαφών μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Σύμφωνα με Ευρωπαίο διπλωμάτη με έδρα το Κίεβο και ανώτατο Ουκρανό αξιωματούχο, ο Τραμπ δήλωσε έτοιμος να συναντηθεί κατ’ ιδίαν με τον Βλαντίμιρ Πούτιν για να «κλείσει» μια τέτοια συμφωνία. Για την ουκρανική ηγεσία, η πρόταση αυτή αγγίζει δύο «κόκκινες γραμμές»: την αποφυγή οποιασδήποτε παραχώρησης εδαφών και την αρχή ότι καμία τελική συμφωνία δεν μπορεί να συναφθεί χωρίς την παρουσία και συγκατάθεση του Κιέβου.

Μετά την τηλεδιάσκεψη, ο Ζελένσκι απηύθυνε το καθιερωμένο βραδινό του διάγγελμα στους Ουκρανούς, μιλώντας από μια παιδική χαρά στο Ρόμνι. Προσπάθησε να προβάλει αισιοδοξία, λέγοντας ότι «η Ρωσία φαίνεται πιο πρόθυμη για εκεχειρία — η πίεση αποδίδει», αλλά έσπευσε να προειδοποιήσει ότι «το κλειδί είναι να μην εξαπατηθούμε στις λεπτομέρειες, ούτε εμείς ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες».

Στην πραγματικότητα, όπως αναφέρουν οι NYT, η δήλωση αυτή έκρυβε μια εβδομάδα έντονων διπλωματικών ζυμώσεων. Ο Ζελένσκι μίλησε με σχεδόν τριάντα ηγέτες, ενώ οι στενότεροι συνεργάτες του συναντήθηκαν διαδικτυακά και διά ζώσης με Ευρωπαίους και Αμερικανούς αξιωματούχους, με στόχο να διασφαλίσουν ότι η Ουκρανία δεν θα παρακαμφθεί στις διαπραγματεύσεις και ότι η Ρωσία δεν θα επιβάλει μονομερώς τους όρους της.

Το πρώτο βήμα ήταν να αποσαφηνιστεί τι ακριβώς πρότεινε η Μόσχα. Ο Τραμπ υπήρξε ασαφής στην αρχική του τοποθέτηση, χωρίς να διευκρινίσει ποιες περιοχές θα μπορούσαν να ανταλλαγούν. Επρόκειτο για μεγάλα τμήματα, όπως η ουκρανικά ελεγχόμενη ζώνη του Ντονμπάς, έναντι ρωσικά κατεχόμενων περιοχών στον νότο; Ή για στρατηγικά σημεία, όπως ο πυρηνικός σταθμός της Ζαπορίζια;

Ο Ζελένσκι ανέθεσε στους στενούς του συνεργάτες να μάθουν περισσότερα. Την επόμενη μέρα, αυτοί βρέθηκαν σε τηλεδιάσκεψη με Ευρωπαίους ομολόγους τους και τον ειδικό απεσταλμένο του Τραμπ για ειρηνευτικές αποστολές, Στιβ Γουίτκοφ, ο οποίος είχε συναντηθεί με τον Πούτιν στη Μόσχα και είχε λάβει την πρόταση. Όμως οι εξηγήσεις του Γουίτκοφ κρίθηκαν θολές και χρειάστηκε νέα επικοινωνία την επομένη.

Τελικά, διαπιστώθηκε ότι η Μόσχα δεν προτίθετο να παραχωρήσει καμία περιοχή: ζητούσε την πλήρη εγκατάλειψη του Ντονμπάς από την Ουκρανία, με αντάλλαγμα μια εκεχειρία που θα παγίωνε τα τρέχοντα μέτωπα αλλού. Για την ουκρανική πλευρά, αυτό θα σήμαινε απώλεια της κύριας αμυντικής γραμμής στην ανατολή και στρατηγική ενίσχυση της Ρωσίας για μελλοντικές επιθέσεις.

Αρχικά, το Κίεβο κράτησε κρυφές τις λεπτομέρειες, ακολουθώντας τη διπλωματική πρακτική να μη σχολιάζεται δημόσια μια πρόταση που είναι εκ των προτέρων απαράδεκτη για την κοινή γνώμη. Όμως, όταν ο Τραμπ μίλησε δημοσίως για «ανταλλαγή εδαφών» την Παρασκευή, ο Ζελένσκι αντέδρασε άμεσα: «Οι Ουκρανοί δεν θα χαρίσουν γη στον κατακτητή».

Παρά τη σκληρή αυτή δήλωση, ο Ζελένσκι άφησε να εννοηθεί ότι οι εδαφικές συζητήσεις δεν αποκλείονται πλήρως, εφόσον συνδέονται με ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας. Για να ενισχύσει τη θέση του έναντι των ΗΠΑ, το Κίεβο ενεργοποίησε την ευρωπαϊκή στήριξη. Ο Ζελένσκι επικοινώνησε κατ’ επανάληψη με τον Εμανουέλ Μακρόν και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες, όπως είχε κάνει και την άνοιξη, ώστε να ασκήσουν επιρροή στον Τραμπ και να λειτουργήσουν ως διαμεσολαβητές σε στιγμές έντασης.

Το Σάββατο, ανώτατοι Ευρωπαίοι και Ουκρανοί αξιωματούχοι συναντήθηκαν εκτός Λονδίνου με τον Τζ. Ντ. Βανς, επιχειρώντας να αποτρέψουν μια συμφωνία ΗΠΑ–Ρωσίας χωρίς τη συμμετοχή τους. Η διπλωματική αυτή κινητικότητα κορυφώθηκε την Τετάρτη, μία εβδομάδα μετά την αρχική κλήση, με κοινή τηλεδιάσκεψη Ζελένσκι–Τραμπ–Ευρωπαίων ηγετών.

Οι Ευρωπαίοι επανέλαβαν τις «κόκκινες γραμμές»: Πρώτα εκεχειρία, αφετηρία οι τρέχουσες γραμμές μετώπου, και συνοδεία εγγυήσεων ασφαλείας για την Ουκρανία. Την ίδια μέρα, ο Τραμπ προειδοποίησε τον Πούτιν για «σοβαρές συνέπειες» αν δεν τερματίσει την εισβολή, αλλά παραδέχθηκε ότι δεν μπορεί να τον πείσει να σταματήσει τις επιθέσεις σε αμάχους ή τις κυβερνοεπιθέσεις στις ΗΠΑ.

Η στάση του χαρακτηρίστηκε από αναλυτές ως «ρητορικά σκληρή, αλλά πρακτικά υποτονική», με απουσία συγκεκριμένων μέτρων πίεσης — όπως η αξιοποίηση παγωμένων ρωσικών κεφαλαίων υπέρ της Ουκρανίας ή η επίσπευση της αμυντικής βοήθειας. Ορισμένοι προειδοποιούν ότι η επικείμενη συνάντηση της Παρασκευής στην Αλάσκα, χωρίς φυσική παρουσία του Ζελένσκι, μπορεί να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση του Πούτιν.

Άλλοι επισημαίνουν ότι και ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος εισέρχεται στη συνάντηση υπό πίεση, με τον πόλεμο να έχει παραταθεί πέρα από τις προσδοκίες του. Όπως τονίζει πρώην Αμερικανός πρέσβης στην Ουκρανία, η Μόσχα δεν θα αλλάξει πορεία αν δεν πεισθεί ότι δεν μπορεί να πετύχει τους στόχους της στο πεδίο. Μέχρι στιγμής, οι κινήσεις του Τραμπ δεν έχουν μεταφραστεί σε ουσιαστικά πλήγματα κατά των ρωσικών δυνατοτήτων.

Με τον χρόνο να μετρά αντίστροφα για την απευθείας συνάντηση Τραμπ–Πούτιν, το Κίεβο και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί του επιχειρούν να διασφαλίσουν ότι καμία συμφωνία «για την Ουκρανία χωρίς την Ουκρανία» δεν θα υπογραφεί, γνωρίζοντας ότι οι αποφάσεις των επόμενων ημερών μπορεί να καθορίσουν την πορεία του πολέμου και της ίδιας της χώρας για χρόνια.