Τραμπ: Οι ξένοι εργαζόμενοι είναι ευπρόσδεκτοι στις ΗΠΑ

Τραμπ: Οι ξένοι εργαζόμενοι είναι ευπρόσδεκτοι στις ΗΠΑ παρά τις συλλήψεις!

Πολιτική
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Ο Ντόναλντ Τραμπ διαβεβαίωσε χθες Κυριακή πως οι ξένοι εργαζόμενοι που στέλνονται στις ΗΠΑ από ξένες εταιρείες είναι «ευπρόσδεκτοι» και δεν θέλει «να φοβίσει» επενδυτές από άλλες χώρες, δέκα ημέρες μετά τη θεαματική σύλληψη εκατοντάδων πολιτών της Νότιας Κορέας στην Τζόρτζια. Όπως φαίνεται, οι αντιδράσεις για τις συλλήψεις έπαιξαν ρόλο στην αλλαγή στάσης.

Περίπου 475 εργαζόμενοι, στην πλειονότητά τους Νοτιοκορεάτες, συνελήφθησαν την 4η Σεπτεμβρίου στο εργοτάξιο όπου ανεγείρεται εργοστάσιο κατασκευής μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα, στην Έλαμπελ, που συνδιαχειρίζονται οι Hyundai και LG, νοτιοκορεάτικοι κολοσσοί. Η είδηση προκάλεσε αίσθηση και ερωτηματικά σχετικά με το μέλλον των ξένων επενδύσεων στην Αμερική.

Η ομοσπονδιακή αστυνομία αρμόδια για τη μετανάστευση (ICE) ανακοίνωσε ότι οι Νοτιοκορεάτες εργαζόμενοι είχαν υπερβεί τη διάρκεια παραμονής που προβλεπόταν στις βίζες τις οποίες κατείχαν ή ότι ήταν κάτοχοι αδειών που δεν επέτρεπε να επιδίδονται σε χειρωνακτικές εργασίες. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην επιχείρηση της ICE και στις μαζικές συλλήψεις.

Ο Ντόναλντ Τραμπ αποφάσισε να μην απελαθούν, αλλά η Σεούλ έσπευσε να τους επαναπατρίσει την Παρασκευή, θέλοντας να προστατεύσει τους πολίτες της και να αποφύγει περαιτέρω εντάσεις.

Η επιχείρηση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, στη Νότια Κορέα και όχι μόνο, την ώρα που ο Αμερικανός πρόεδρος διατρανώνει πως η προσέλκυση ξένων επενδύσεων στις ΗΠΑ είναι βασικός άξονας της οικονομικής πολιτικής του. Η αντίφαση ήταν εμφανής και προκάλεσε ανησυχία στην επενδυτική κοινότητα.

Την Πέμπτη, ο Νοτιοκορεάτης ομόλογός του Λι Τζε-μιουνγκ προειδοποίησε ότι η έφοδος στο εργοτάξιο στην Έλαμπελ θα μπορούσε να αποθαρρύνει μελλοντικές επενδύσεις. Η δήλωση αυτή φαίνεται πως έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αλλαγή στάσης του Τραμπ.

«Δεν θέλω να φοβίσω ή να αποθαρρύνω επενδύσεις ξένων χωρών ή εταιρειών στις ΗΠΑ», τόνισε χθες ο Ντόναλντ Τραμπ μέσω Truth Social. Με αυτό τον τρόπο, επιχείρησε να κατευνάσει τις ανησυχίες και να διαβεβαιώσει τους επενδυτές.

Οι ξένοι όμιλοι και οι εργαζόμενοί τους είναι «ευπρόσδεκτοι», επέμεινε ο αρχηγός του αμερικανικού κράτους. Η δήλωση αυτή αποτελεί μια σαφή προσπάθεια να διορθωθεί η εικόνα που δημιουργήθηκε μετά τις συλλήψεις.

Η αμερικανική οικονομία έχει ανάγκη «(ξένους) ειδικούς για κάποιο καιρό, για να μας μάθουν και για να μας εκπαιδεύσουν για τον τρόπο κατασκευής των περίπλοκων προϊόντων τους», εξήγησε ο Ντόναλντ Τραμπ. Αναγνώρισε, έτσι, την αξία της ξένης τεχνογνωσίας για την ανάπτυξη της αμερικανικής βιομηχανίας.

Σε δεύτερο χρόνο – θέλει να πιστεύει ο μεγιστάνας των ακινήτων – οι ΗΠΑ θα είναι ικανές να «τα πάνε ακόμη καλύτερα» από τους ξένους ομίλους. Η αισιοδοξία του Τραμπ για το μέλλον της αμερικανικής οικονομίας παραμένει αμείωτη.

Στα τέλη Ιουλίου, οι ΗΠΑ και η Νότια Κορέα κατέληξαν σε καταρχήν συμφωνία που προβλέπει τελωνειακούς δασμούς 15% στα νοτιοκορεατικά προϊόντα που εισάγονται στην αμερικανική αγορά. Μια κίνηση που σηματοδοτεί μια νέα εποχή στις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών.

Συμπεριλαμβάνει επίσης δέσμευση της Νότιας Κορέας να επενδύσει 350 δισεκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ. Μια τεράστια επένδυση που αναμένεται να δώσει ώθηση στην αμερικανική οικονομία και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας.

Ωστόσο, την Πέμπτη, ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ δεν έκρυψε τον εκνευρισμό του για το γεγονός ότι η Σεούλ δεν έχει ακόμη υπογράψει το τελικό έγγραφο. Οι καθυστερήσεις αυτές προκαλούν ανησυχία στην αμερικανική πλευρά και δημιουργούν ερωτηματικά σχετικά με την υλοποίηση της συμφωνίας.

«Είτε οι Κορεάτες θα αποδεχτούν τη συμφωνία», δήλωσε, «ή θα πληρώσουν τους τελωνειακούς δασμούς», προφανώς αναφερόμενος στο επίπεδο του 25% που προβλεπόταν αρχικά από την κυβέρνηση Τραμπ, πριν από την ανακοίνωση της συμφωνίας στα τέλη Ιουλίου. Η πίεση προς τη Σεούλ αυξάνεται, καθώς οι ΗΠΑ επιθυμούν να οριστικοποιηθεί η συμφωνία το συντομότερο δυνατό.

Επίσης την Πέμπτη, ο Λι Τζε-μιουνγκ διαβεβαίωνε πως θα υπογράψει το έγγραφο «αν είναι καλό» για τη χώρα του. Όμως «αν δεν είναι προς το συμφέρον μας, τότε δεν έχει κανένα νόημα», πρόσθετε. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται και οι δύο πλευρές προσπαθούν να βρουν μια λύση που να είναι προς το αμοιβαίο συμφέρον.