Τι θα πετύχει στην πράξη η αναγνώριση της Παλαιστίνης ως κράτος;

Παλαιστίνη: Ευρωπαϊκές χώρες ετοιμάζονται να την αναγνωρίσουν – Τι αλλάζει;

Πολιτική
Δημοσιεύθηκε  · 6 λεπτά ανάγνωση

Ενώ ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας συνεχίζεται, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες σχεδιάζουν να αναγνωρίσουν την Παλαιστίνη ως κράτος στα Ηνωμένα Έθνη, μια κίνηση που το Ισραήλ και οι σύμμαχοί του χαρακτηρίζουν «πολιτικό θέατρο». Οι υποστηρικτές των παλαιστινιακών δικαιωμάτων τονίζουν ότι η επίσημη αναγνώριση είναι μόνο το πρώτο βήμα.

Τη Δευτέρα, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη θα πραγματοποιήσει ειδική σύνοδο για τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας, σε συνέχεια μιας διπλωματικής πρωτοβουλίας υπό την ηγεσία της Γαλλίας και της Σαουδικής Αραβίας. Στόχος είναι η αναβίωση της λύσης των δύο κρατών – όπου Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι θα συνυπάρχουν ειρηνικά – ως της μοναδικής απάντησης στην πολύχρονη σύγκρουση.

Στη συνεδρίαση της Δευτέρας, αρκετές χώρες, όπως η Γαλλία, ο Καναδάς, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο, η Αυστραλία, το Λουξεμβούργο και η Μάλτα, έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους να ενταχθούν στις περισσότερες από 145 χώρες-μέλη του ΟΗΕ που ήδη αναγνωρίζουν παλαιστινιακό κράτος.

Οι περισσότερες από τις πρόσφατες ευρωπαϊκές δηλώσεις υπέρ της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους συνδέονται με τη συνεχιζόμενη στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ στη Γάζα, η οποία, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της Χαμάς, έχει προκαλέσει τον θάνατο περισσότερων από 65.000 ανθρώπων. Διεθνείς ερευνητές εκτιμούν ότι ο απολογισμός είναι ακόμη υψηλότερος. Την περασμένη Δευτέρα, η Ανεξάρτητη Διεθνής Εξεταστική Επιτροπή του ΟΗΕ για τα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη δημοσίευσε έκθεση που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία στη Γάζα.

Το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες απέρριψαν την έκθεση, όπως και άλλες που κατέληξαν σε παρόμοια συμπεράσματα, καταδικάζοντας κάθε σχέδιο αναγνώρισης της Παλαιστίνης ως κράτους και ισχυριζόμενοι ότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε «ανταμοιβή στην τρομοκρατία» – αναφορά στις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου 2023 στο Ισραήλ, που καθοδηγήθηκαν από τη Χαμάς και είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο σχεδόν 1.200 ανθρώπων, πριν από την έναρξη της στρατιωτικής εκστρατείας του Ισραήλ στη Γάζα.

Ακόμη και υποστηρικτές της παλαιστινιακής υπόθεσης εκφράζουν φόβους ότι η αναγνώριση της Παλαιστίνης ως κράτους μπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκής, εάν δεν συνοδευτεί από ουσιαστικές ενέργειες.

«Τα δυτικά κράτη αρκούνται σε συμβολικές κινήσεις, ενώ οι Παλαιστίνιοι μένουν χωρίς δικαιοσύνη και χωρίς κράτος, με μόνο ένα αυξανόμενο χάσμα ανάμεσα στη βιωμένη πραγματικότητα και τις διεθνείς δηλώσεις», είχε υποστηρίξει τον Αύγουστο η Ινές Άμπντελ Ραζέκ, διευθύντρια συνηγορίας στο Palestine Institute for Public Diplomacy, με έδρα τη Ραμάλα.

Την Τετάρτη, ο αρθρογράφος του Guardian, Όουεν Τζόουνς, έγραψε ότι «κάθε ενέργεια που έχει ληφθεί κατά του Ισραήλ είναι επιφανειακή, με στόχο να κατευνάσει τα αιτήματα της κοινής γνώμης για δράση».

Ανησυχία προκαλεί επίσης το πώς θα αντιδράσει το Ισραήλ σε ένα νέο κύμα αναγνωρίσεων, σημείωσε αυτή την εβδομάδα ο Ρίτσαρντ Γκόουαν, διευθυντής του UN Office του International Crisis Group.

«Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου … έχει μακρά ιστορία αψηφώντας το σύνολο της διεθνούς κοινότητας», έγραψε, προσθέτοντας ότι «ένα σενάριο που ανησυχεί τους διπλωμάτες είναι ότι ο Νετανιάχου – ο οποίος δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι “δεν θα υπάρξει παλαιστινιακό κράτος” – θα μπορούσε να απαντήσει στην αναγνώριση ανακοινώνοντας σχέδια επίσημης προσάρτησης τμημάτων των παλαιστινιακών εδαφών στον λόγο του».

Είναι σαφές ότι η αναγνώριση της Παλαιστίνης ως κράτους από μόνη της δεν θα σταματήσει τον πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα.

«Η αναγνώριση είναι ένα λανθασμένο υποκατάστατο των μποϊκοτάζ και των τιμωρητικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν κατά μιας χώρας που διαπράττει γενοκτονία», υποστήριξε τον Αύγουστο ο αρθρογράφος Γκιντεόν Λέβι στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz, τονίζοντας ότι «η αναγνώριση δεν θα σταματήσει τη γενοκτονία, που δεν θα τερματιστεί χωρίς πρακτικά βήματα από τη διεθνή κοινότητα».

Όπως επισημαίνουν νομικοί εμπειρογνώμονες, τα ζητήματα είναι ξεχωριστά, υπογραμμίζοντας ότι, είτε η Παλαιστίνη θεωρείται κράτος είτε όχι, το διεθνές δίκαιο ήδη υποχρεώνει άλλα κράτη να πράξουν ό,τι μπορούν για να αποτρέψουν τη διάπραξη γενοκτονίας.

Αυτό που θα μπορούσε να επιτύχει η αναγνώριση της Παλαιστίνης είναι να ενισχύσει το επιχείρημα υπέρ μιας εκεχειρίας, μέσα στα υπάρχοντα διεθνή διπλωματικά, διοικητικά και νομικά πλαίσια.

O Αιγύπτιος αναλυτής Όμαρ Αουφ είχε επισημάνει ότι Παλαιστίνιοι αξιωματούχοι είχαν προσπαθήσει το 1989 να προσχωρήσουν στις Συμβάσεις της Γενεύης, αλλά απορρίφθηκαν από την Ελβετία, η οποία επικαλέστηκε «αβεβαιότητα» σχετικά με την ύπαρξη παλαιστινιακού κράτους.

Τον Αύγουστο, η Νόμι Μπαρ-Γιαακόβ, διαπραγματεύτρια ειρήνης στο Geneva Centre for Security Policy, δήλωσε στη DW ότι η αναγνώριση «δίνει στους Παλαιστίνιους πολύ ισχυρότερο διαπραγματευτικό χαρτί, γιατί όταν διαπραγματεύεσαι κράτος με κράτος, δεν είναι το ίδιο με το να διαπραγματεύεσαι ένα κράτος με μια μη αναγνωρισμένη οντότητα».

Η διμερής αναγνώριση θα μπορούσε να θεωρηθεί μορφή διπλωματικής αναβάθμισης, οδηγώντας τις χώρες που αναγνωρίζουν – όπως η Γαλλία ή το Βέλγιο – να επανεξετάσουν τις σχέσεις τους με την Παλαιστίνη, καθώς και τις νομικές τους υποχρεώσεις απέναντί της. Σύμφωνα με ειδικούς, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει και σε αναθεώρηση των σχέσεων με το Ισραήλ.

Ωστόσο, η αναγνώριση πρέπει να συνοδευτεί από πρακτικά μέτρα, τόνισε στη DW ο Χιου Λόβατ, ανώτερος ερευνητής στο πρόγραμμα Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR).

«Η αναγνώριση δεν είναι πολιτική· είναι ένα άνοιγμα. Η πραγματική δουλειά ξεκινά την επόμενη μέρα», είχε πει τον Αύγουστο ο Άνας Ικτάιτ, λέκτορας πολιτικής οικονομίας της Μέσης Ανατολής στο Australian National University.

Οι ειδικοί παραδέχονται ότι η αναγνώριση είναι σε μεγάλο βαθμό συμβολική, σημειώνοντας ωστόσο ότι «δεδομένων των χωρών που προχωρούν στην αναγνώριση – ιδιαίτερα της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου – αποτελεί μια σημαντική επαναβεβαίωση των παλαιστινιακών δικαιωμάτων και της αυτοδιάθεσης».

Ωστόσο, τα συμβολικά μέτρα πρέπει να συνοδευτούν από πρακτικές ενέργειες.

Σε συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες την Τετάρτη, η επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Κάγια Κάλας, κάλεσε τα κράτη-μέλη να αυξήσουν τους δασμούς σε ορισμένα ισραηλινά προϊόντα και να επιβάλουν κυρώσεις σε εποίκους και δύο ανώτερους Ισραηλινούς πολιτικούς – μέτρα που έχουν ήδη προτείνει ειδικοί του ECFR. Πηγή στις Βρυξέλλες είπε στη DW ότι η Ιταλία, που προηγουμένως αντιστεκόταν στη διακοπή της επιστημονικής χρηματοδότησης της ΕΕ προς το Ισραήλ, ενδέχεται σύντομα να άρει τις αντιρρήσεις της.

«Ακόμη και πριν από τρία χρόνια, η αναγνώριση θα μπορούσε να θεωρηθεί το τέλος της ιστορίας», είπε ο Λόβατ, τονίζοντας ότι «επειδή τα πράγματα έχουν αλλάξει τόσο δραματικά όσον αφορά τη δημόσια και πολιτική γνώμη, δεν είναι πλέον ζήτημα είτε να αναγνωρίσεις [την Παλαιστίνη] είτε να κάνεις κάτι άλλο».

Πολλαπλά μέτρα προωθούνται ταυτόχρονα, κάτι που αντικατοπτρίζει το πώς η κοινή γνώμη σε όλο το πολιτικό φάσμα έχει αλλάξει από το 2023.

«Η αναγνώριση πρέπει να θεωρηθεί ως μια πορεία», κατέληξε ο Λόβατ. «Μπορεί να μη φτάσουμε εκεί αύριο, αλλά η κατεύθυνση είναι σαφής».