
Ουκρανία: Άρση περιορισμών σε πυραύλους – Τι αλλάζει στο πεδίο μάχης;
Η κυβέρνηση Τραμπ ήρε έναν βασικό περιορισμό στη χρήση ορισμένων δυτικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς από την Ουκρανία, επιτρέποντας στο Κίεβο να πλήξει στόχους εντός ρωσικού εδάφους, σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους που επικαλείται η Wall Street Journal. Η αλλαγή αυτή αυξάνει την πίεση προς το Κρεμλίνο, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε το δημοσίευμα "fake news", υπογραμμίζοντας ότι η Ουάσιγκτον «δεν έχει καμία σχέση με αυτούς τους πυραύλους».
Την Τρίτη, η Ουκρανία χρησιμοποίησε έναν βρετανικό πύραυλο Storm Shadow για να χτυπήσει εργοστάσιο στην πόλη Μπριάνσκ της Ρωσίας, όπου παράγονταν εκρηκτικά και καύσιμα για πυραύλους. Το ουκρανικό γενικό επιτελείο έκανε λόγο για «επιτυχημένο πλήγμα».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η αμερικανική απόφαση δεν ανακοινώθηκε δημοσίως και ελήφθη έπειτα από μεταφορά της αρμοδιότητας για την έγκριση τέτοιων επιθέσεων από τον υπουργό Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ στον επικεφαλής των αμερικανικών δυνάμεων στην Ευρώπη, στρατηγό Άλεξους Γκρίνκεβιτς, ο οποίος είναι παράλληλα και διοικητής των δυνάμεων του ΝΑΤΟ.
Η στροφή αυτή συνέπεσε με την προσπάθεια του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις αρχές Οκτωβρίου να πιέσει το Κρεμλίνο για ειρηνευτικές συνομιλίες, με ενδεχόμενο να επιτρέψει την αποστολή στην Ουκρανία αμερικανικών πυραύλων Tomahawk. Ωστόσο, ο Τραμπ τελικά εγκατέλειψε το σχέδιο αυτό.
Παρά ταύτα, Αμερικανοί αξιωματούχοι αναμένουν ότι το Κίεβο θα πραγματοποιήσει περισσότερα διασυνοριακά πλήγματα με Storm Shadow, που εκτοξεύονται από ουκρανικά αεροσκάφη και έχουν εμβέλεια περίπου 290 χιλιομέτρων. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να ασκούν έλεγχο στη χρήση αυτών των πυραύλων, καθώς βασίζονται σε αμερικανικά δεδομένα στόχευσης.
Σε ανακοίνωσή του, ο Λευκός Οίκος τόνισε ότι «αυτός ο πόλεμος δεν θα είχε ξεσπάσει ποτέ αν ο πρόεδρος Τραμπ βρισκόταν στον Λευκό Οίκο – κάτι που ο ίδιος ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει παραδεχθεί. Ο πρόεδρος Τραμπ προσπαθεί να τον τερματίσει και έχει διαπραγματευτεί ιστορική συμφωνία που επιτρέπει στους συμμάχους του ΝΑΤΟ να αγοράζουν αμερικανικά όπλα».
Το Πεντάγωνο αρνήθηκε να σχολιάσει το εν λόγω ζήτημα, ενώ το ουκρανικό επιτελείο Ενόπλων Δυνάμεων δεν απάντησε σε σχετικό ερώτημα.
Αναλυτές σημειώνουν ότι η επαναχρησιμοποίηση των Storm Shadow δεν αλλάζει ριζικά τα δεδομένα στο πεδίο, αφού έχουν μικρότερη εμβέλεια από τους Tomahawk, προσφέρουν ωστόσο στο Κίεβο τη δυνατότητα να επεκτείνει τις επιθέσεις του στο εσωτερικό της Ρωσίας.
Προς το τέλος της θητείας του, ο πρώην πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είχε εγκρίνει τη χρήση Storm Shadow και αμερικανικών πυραύλων ATACMS εναντίον στόχων εντός Ρωσίας. Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Τραμπ, το Πεντάγωνο καθιέρωσε μηχανισμό ελέγχου, βάσει του οποίου ο υπουργός Άμυνας είχε την τελική αρμοδιότητα έγκρισης κάθε διασυνοριακής επίθεσης.
Καμία τέτοια έγκριση δεν είχε δοθεί μέχρι πρόσφατα, οπότε η αρμοδιότητα επεστράφη στις αμερικανικές δυνάμεις Ευρώπης.
Η Ουκρανία, πέρα από τα δυτικά όπλα, πραγματοποιεί επιθέσεις βαθιά στο ρωσικό έδαφος με drones και εγχώριας παραγωγής πυραύλους, στοχεύοντας κυρίως διυλιστήρια και ενεργειακές υποδομές. Σύμφωνα με την Wall Street Journal, ο Τραμπ έχει εγκρίνει την παροχή δεδομένων στόχευσης για τέτοιες επιχειρήσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν και ρωσικά διυλιστήρια.
«Η Ουκρανία έχει αποδείξει ότι είναι σε θέση να πλήττει βαθιά εντός Ρωσίας νόμιμους στρατιωτικούς στόχους που στηρίζουν τον παραλογισμό του Κρεμλίνου», δήλωσε ο εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ συνταγματάρχης Μάρτιν Ο’ Ντόνελ. «Δεν χρειάζεται την άδειά μας», τόνισε.
Την περασμένη εβδομάδα ο Τραμπ εξέφρασε την πρόθεση να συναντηθεί με τον Πούτιν στη Βουδαπέστη για να συζητήσουν το ενδεχόμενο ειρηνευτικής συμφωνίας, ωστόσο οι διαπραγματεύσεις κατέρρευσαν άμεσα. «Θα ήταν χάσιμο χρόνου», είπε ο Αμερικανός πρόεδρος την Τρίτη. Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, αναμένεται να επισκεφθεί την Πέμπτη τον Λευκό Οίκο.
Ο γερουσιαστής Άνγκους Κινγκ, ο οποίος συναντήθηκε με τον Ρούτε το πρωί της Τετάρτης, υποστήριξε ότι η αποστολή Tomahawk θα ενίσχυε τη διαπραγματευτική θέση της Ουκρανίας, αλλά πρόσθεσε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να συναποφασίζουν για τους στόχους που επιλέγει το Κίεβο».