Μητσοτάκης: «Δεν θα επιτρέψω εκτροχιασμό της οικονομίας»

Μητσοτάκης: Απαντήσεις για τα μέτρα της ΔΕΘ και κριτική στην αντιπολίτευση

Πολιτική
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του ΑΝΤ1 και στον Ν. Χατζηνικολάου, αναφέρθηκε στο χρονοδιάγραμμα για να γίνουν ορατά τα μέτρα της ΔΕΘ, τους λόγους για τους οποίους τα έλαβε, την απόφασή του να μη μειώσει τον ΦΠΑ, καθώς και στον κίνδυνο νέας επιτήρησης της οικονομίας σε περίπτωση που εφαρμοστούν οι οικονομικές προτάσεις της αντιπολίτευσης. Απέρριψε, επίσης, κατηγορηματικά τα σενάρια για έναν πρωθυπουργό «κοινής αποδοχής».

Ο κ. Μητσοτάκης, αναγνωρίζοντας ότι η ακρίβεια αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα, τόνισε ότι τα μέτρα που εξήγγειλε στη ΔΕΘ λειτουργούν ως αντίβαρο σε αυτήν. «Η δική μας επιλογή ήταν να μειώσουμε τους φόρους για όλους, αλλά περισσότερο γι’ αυτούς που έχουν παιδιά και για τους νέους. Αυτό θα ισοδυναμεί, λοιπόν, από τον Ιανουάριο –και καταλαβαίνω γιατί οι πολίτες μπορεί να μην το έχουν αντιληφθεί ακόμα πλήρως, διότι θα δουν την επίπτωση των μέτρων αυτών στη μισθοδοσία του Ιανουαρίου– με μία πραγματική αύξηση μισθού, δηλαδή αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος», είπε, υπογραμμίζοντας ότι η πολιτική αυτή είναι η πιο κατάλληλη για να ενισχυθούν όσοι έχουν ανάγκη, καθώς πρόκειται για μόνιμα μέτρα.

Απαντώντας στο ερώτημα γιατί δεν μείωσε τον ΦΠΑ, ο πρωθυπουργός επικαλέστηκε έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδος, λέγοντας ότι «μόνο το 20% της μείωσης θα περνούσε στην τελική τιμή και το όφελος θα ήταν περί τα 30 ευρώ τον μήνα», ενώ πρόσθεσε ότι η μείωση του ΦΠΑ «ωφελεί και τους φτωχούς και τους πλούσιους και τους τουρίστες, οι οποίοι συνιστούν ένα μεγάλο κομμάτι της κατανάλωσης, ειδικά το καλοκαίρι».

Σχετικά με τις προτάσεις της αντιπολίτευσης, ο κ. Μητσοτάκης ήταν σαφής ότι είναι ακοστολόγητες και ενδέχεται να προκαλέσουν πρόβλημα. «Η Ελλάδα εξακολουθεί και σήμερα, παρότι τα μακροοικονομικά μας είναι εξαιρετικά υγιή, να έχει το μεγαλύτερο χρέος στην Ευρώπη», επισήμανε, τονίζοντας ότι «έχουμε μία υποχρέωση αυτό το χρέος να το μειώσουμε και ο μόνος τρόπος για να το μειώσουμε είναι να παράγουμε σταθερά πρωτογενή πλεονάσματα». Σε αυτό το σημείο, τόνισε ότι «όσο είμαι πρωθυπουργός και με τιμούν οι Έλληνες πολίτες με την εμπιστοσύνη τους, δεν υπάρχει περίπτωση να επιτρέψω κανέναν εκτροχιασμό στα δημόσια οικονομικά, που να μας επαναφέρει σε εποχές μνημονίων και επιτήρησης». Επιπλέον, αναφέρθηκε στον 13ο μισθό, λέγοντας ότι «αυτός ο οποίος θέλει να δώσει τον 13ο μισθό θα πρέπει να μη δώσει τις φοροαπαλλαγές που δώσαμε», υποστηρίζοντας την επιλογή του να στηρίξει τις οικογένειες με παιδιά και τους νέους.

Απαντώντας στην ερώτηση αν προτιμά τον κ. Τσίπρα ως αντίπαλο αντί του κ. Ανδρουλάκη, ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι αυτό δεν ισχύει και ότι σέβεται τον κ. Ανδρουλάκη ως αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προσθέτοντας ότι «φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις ότι είναι από τα κόμματα της Κεντροαριστεράς το μεγαλύτερο κόμμα και αυτός είναι θα έλεγα ο σημαντικότερος αντίπαλός μου». Για τον κ. Τσίπρα, σημείωσε ότι υπάρχει ο κίνδυνος να «καεί στο ζέσταμα» και ότι δεν τον απασχολεί αν θα δημιουργήσει κόμμα. Ωστόσο, σχετικά με την πρόταση του κ. Τσίπρα για έναν «πατριωτικό φόρο», δήλωσε ότι προτιμά τις «πατριωτικές φοροαπαλλαγές». Όσον αφορά τα σενάρια περί αντικατάστασής του πριν από τις εκλογές ή να μην είναι ο ίδιος πρωθυπουργός σε μια πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι «πρωθυπουργό εκλέγει ο λαός και όχι οι παράγοντες» και ο λαός δεν ψηφίζει μόνο κόμμα, «ψηφίζει και πρωθυπουργό», προσθέτοντας ότι δεν θεωρεί τα υπόλοιπα ζητήματα ιδιαίτερα σοβαρά και ότι «διασκεδάζει μερικές φορές» με την πολιτική κουζίνα. Σχετικά με την ένταξη του Ανδρέα Λοβέρδου στη Ν.Δ., ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι «χαίρομαι όταν ένα οποιοδήποτε στέλεχος με το οποίο μπορεί να είχαμε διαφωνήσει στο παρελθόν επιλέγει να ενταχθεί στη Νέα Δημοκρατία, διότι προτάσσει αυτή τη στιγμή την πολιτική σταθερότητα και αναγνωρίζει ότι η Νέα Δημοκρατία είναι η μόνη που έχει πρόταση διακυβέρνησης», υπενθυμίζοντας ότι με τον πρώην υπουργό είχαν συνεργαστεί στην κυβέρνηση Σαμαρά.

Τέλος, σχετικά με το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ, παραδέχτηκε ότι η κυβέρνηση δεν έκανε όσα έπρεπε και προσπαθεί τώρα να διορθώσει το λάθος. «Το είπαμε με μεγάλη ειλικρίνεια γι’ αυτό και αναγκαστήκαμε να πάρουμε πολύ δραστικά μέτρα και να καταργήσουμε ουσιαστικά τον ΟΠΕΚΕΠΕ». Ερωτηθείς εάν το Μαξίμου γνώριζε το σκάνδαλο, όπως ισχυρίζεται η αντιπολίτευση, απάντησε ότι αυτά τα σενάρια είναι εντελώς αβάσιμα και τοξικά.