COP30 για την Κλιματική Αλλαγή: Πλήθος ερευνών κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μη αναστρέψιμες επιπτώσεις

Κλιματική αλλαγή: Ο πλανήτης «βράζει» – Οι δυσοίωνες προβλέψεις

Περιβάλλον
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Με τον ρυθμό της κλιματικής αλλαγής να επιταχύνεται, τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν ολοένα και μεγαλύτερο αντίκτυπο σε παγκόσμιο επίπεδο. Στο περιθώριο της διεθνούς διάσκεψης για το κλίμα COP30, που διεξάγεται στο Μπελέμ της Βραζιλίας (6-21 Νοεμβρίου), παρουσιάστηκαν έρευνες που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου.

Οι παγκόσμιες θερμοκρασίες αυξάνονται με ταχύτερους ρυθμούς, καταρρίπτοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, με το 2023 και το 2024 να καταγράφουν πρωτοφανή επίπεδα. Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί και το 2025, σύμφωνα με εκτενή μελέτη της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (Ιούνιος).

Η έρευνα αποκαλύπτει ότι η μέση παγκόσμια θερμοκρασία αυξάνεται κατά 0,27 βαθμούς Κελσίου ανά δεκαετία, ποσοστό σχεδόν 50% υψηλότερο σε σύγκριση με τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, όταν η αύξηση ήταν περίπου 0,2 βαθμοί Κελσίου ανά δεκαετία.

Επιπλέον, η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει με ταχύτερο ρυθμό, φτάνοντας τα 4,5 χιλιοστά ετησίως την τελευταία δεκαετία, συγκριτικά με τα 1,85 χιλιοστά ετησίως που μετρήθηκαν κατά τις δεκαετίες του 1900.

Με αυτούς τους ρυθμούς, ο κόσμος οδεύει προς την υπέρβαση του ορίου υπερθέρμανσης κατά 1,5 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα γύρω στο 2030. Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να προκαλέσει καταστροφικές, μη αναστρέψιμες επιπτώσεις. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό, ο πλανήτης έχει ήδη υπερθερμανθεί κατά 1,3-1,4 βαθμούς Κελσίου.

Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι των θερμών υδάτων βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση, αντιμετωπίζοντας σχεδόν μη αναστρέψιμη εξαφάνιση λόγω των διαδοχικών θαλάσσιων καυσώνων, ένα πρώιμο προειδοποιητικό σημάδι για το τι μπορεί να ακολουθήσει.

Τον Οκτώβριο, ερευνητές προειδοποίησαν ότι και το τροπικό δάσος του Αμαζονίου θα μπορούσε να μετατραπεί σε σαβάνα, εάν συνεχιστεί η αποψίλωση των δασών και οι εξορυκτικές δραστηριότητες.

Το λιώσιμο των πάγων στην Γροιλανδία θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατάρρευση του ωκεάνιου ρεύματος AMOC, το οποίο διατηρεί ήπιους τους χειμώνες στην Ευρώπη.

Στην Ανταρκτική, η μείωση του θαλάσσιου πάγου θέτει σε κίνδυνο την ανάπτυξη φυτοπλαγκτόν, που απορροφά σημαντικές ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα, ενώ παράλληλα αυξάνει την απορρόφηση ηλιακής ακτινοβολίας, επιδεινώνοντας τη θέρμανση.

Οι καύσωνες και η ξηρασία αυξάνουν τη συχνότητα και την ένταση των πυρκαγιών.

Σύμφωνα με έκθεση κρατικών μετεωρολογικών υπηρεσιών και πανεπιστημίων, περίπου 3,7 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα κάηκαν μεταξύ Μαρτίου 2024 και Φεβρουαρίου 2025, μια περιοχή στο μέγεθος της Ινδίας και της Νορβηγίας μαζί. Παρόλο που η έκταση είναι ελαφρώς μικρότερη από τον μέσο όρο των τελευταίων δύο δεκαετιών, οι πυρκαγιές παρήγαγαν υψηλότερες εκπομπές CO2 λόγω της καύσης δασών πυκνής περιεκτικότητας σε άνθρακα.

Οι ερευνητές αναζητούν τρόπους αξιολόγησης των κινδύνων για την υγεία και των θανάτων που συνδέονται με τη ζέστη, καθώς οι υγειονομικές και μετεωρολογικές υπηρεσίες του ΟΗΕ εκτιμούν ότι περίπου το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού ήδη αντιμετωπίζει δυσκολίες.

Η παραγωγικότητα των εργαζομένων μειώνεται κατά 2-3% για κάθε βαθμό πάνω από τους 20°C, ενώ μελέτη του περιοδικού Lancet εκτιμά σε πάνω από 1 τρισ. δολάρια τις παγκόσμιες απώλειες από αυτήν την απώλεια παραγωγικότητας μόνο για το περασμένο έτος.

Δεν υπάρχει διεθνής ορισμός για τον θάνατο που σχετίζεται με τη ζέστη, αλλά οι τεχνολογικές εξελίξεις βοηθούν τους επιστήμονες να γεφυρώσουν τα κενά δεδομένων.

Ερευνητική ομάδα στο Imperial College του Ηνωμένου Βασιλείου εκτιμά ότι περισσότεροι από 24.400 θάνατοι το καλοκαίρι που μας πέρασε σχετίζονταν με την έκθεση στη ζέστη στο 30% του ευρωπαϊκού πληθυσμού.

Η κυβέρνηση Τραμπ στις ΗΠΑ, αρνείται την κλιματική αλλαγή και σκοπεύει να μειώσει τη χρηματοδότηση οργανισμών που συλλέγουν δεδομένα για το κλίμα, προκαλώντας ανησυχία στην επιστημονική κοινότητα.

Ο προϋπολογισμός του 2026 προτείνει μείωση στο μισό των ετήσιων κονδυλίων για την NASA Earth Science και σημαντική μείωση των δαπανών της Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (NOAA). Παράλληλα, καταργεί τον τομέα έρευνας για το κλίμα.

Ωστόσο, σε άλλα μέρη του κόσμου, οι δημόσιες δαπάνες για τις επιστημονικές μελέτες σχετικά με το κλίμα αυξάνονται. Προϋπολογισμοί ρεκόρ εγκρίνονται στην Κίνα, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιαπωνία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία μάλιστα άνοιξε για το κοινό την παρακολούθηση των μετεωρολογικών δεδομένων σε πραγματικό χρόνο.