Ενέσεις αδυνατίσματος: Η νέα μόδα που σαρώνει την Ινδία και τον κόσμο
Στην Ινδία, οι καταναλωτές έχουν πλέον συνηθίσει στις ταχύτατες παραδόσεις των ηλεκτρονικών τους αγορών. Τώρα, τα online φαρμακεία υπόσχονται παραδόσεις αυθημερόν για ενέσεις αδυνατίσματος, καθώς η ζήτηση για αυτά τα φάρμακα αυξάνεται ραγδαία.
Τον Μάρτιο, η αμερικανική φαρμακοβιομηχανία Eli Lilly εισήγαγε στην ινδική αγορά τις ενέσεις τιρζεπατίδης. Η τιμή τους, 180 δολάρια για προμήθειες ενός μήνα, είναι τέσσερις φορές χαμηλότερη από τις ΗΠΑ, αν και παραμένει υψηλή για τους περισσότερους Ινδούς. Παρόλα αυτά, η θεραπεία έχει ήδη καταστεί το δεύτερο πιο δημοφιλές φάρμακο στην ινδική αγορά.
Η περίπτωση της Ινδίας αντικατοπτρίζει μια παγκόσμια τάση για τους αγωνιστές GLP-1, όπως ονομάζεται η νέα γενιά φαρμάκων για την παχυσαρκία, σύμφωνα με τον Economist. Μέχρι πρόσφατα, αυτά τα φάρμακα ήταν διαθέσιμα κυρίως στις πλούσιες χώρες. Ωστόσο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) τα έχει πλέον συμπεριλάβει στη λίστα των «βασικών φαρμάκων» για όλο τον κόσμο.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Ομοσπονδία Παχυσαρκίας, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση, τα δύο τρίτα του ενός δισεκατομμυρίου παχύσαρκων ενηλίκων ζουν σε φτωχότερες χώρες. Η παχυσαρκία δεν είναι μόνο αισθητικό πρόβλημα, καθώς αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη, καρδιοπάθειας και καρκίνου. Προκαταρκτικές μελέτες υποδεικνύουν ότι, εκτός από την παχυσαρκία, οι αγωνιστές GLP-1 μπορούν επίσης να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της υπνικής άπνοιας, της νεφροπάθειας και της νόσου του Αλτσχάιμερ.
Η ευρεία πρόσβαση των φτωχότερων χωρών στις νέες θεραπείες θα μπορούσε να προσφέρει σημαντικά οφέλη στην αντιμετώπιση χρόνιων ασθενειών. Αυτό μπορεί να γίνει πραγματικότητα ακόμη και το 2026, καθώς οι πατέντες των φαρμάκων λήγουν σε ορισμένες χώρες και νέες εκδόσεις ετοιμάζονται σε μορφή χαπιών.
Οι θεραπείες GLP-1 έχουν ήδη σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών Citeline, οι παγκόσμιες πωλήσεις αναμένεται να ξεπεράσουν τα 26 δισεκατομμύρια δολάρια φέτος, υπερδιπλάσιες σε σχέση με πέρυσι.
Προς το παρόν, η αγορά κυριαρχείται από δύο μεγάλους παίκτες: την Eli Lilly και τη δανική Novo Nordisk, δημιουργό της σεμαγλουτίδης. Η παραγωγή ήταν αρχικά περιορισμένη, αλλά οι δύο εταιρείες αρχίζουν τώρα να επεκτείνονται σε μεγάλες αλλά φτωχότερες αγορές, όπως η Κίνα και η Ινδία.
Στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας προστατεύουν τις δύο εταιρείες μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Ωστόσο, το 2026, οι πατέντες της σεμαγλουτίδης λήγουν σε αρκετές αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Τουρκία, η Βραζιλία, η Κίνα και η Ινδία. Σύμφωνα με τον Economist, τουλάχιστον το ένα τέταρτο των παχύσαρκων ανθρώπων παγκοσμίως ζουν σε χώρες όπου η σεμαγλουτίδη χάνει τη νομική της προστασία από του χρόνου.
Στην Ινδία, η οποία είναι μεγάλος παραγωγός γενοσήμων φαρμάκων, τουλάχιστον δέκα εκδόσεις της σεμαγλουτίδης βρίσκονται στα τελικά στάδια των κλινικών δοκιμών. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι το κόστος τους θα είναι τρεις φορές μικρότερο σε σύγκριση με το πρωτότυπο. Επιπλέον, η μεγάλη ινδική φαρμακοβιομηχανία σκοπεύει να εξάγει σεμαγλουτίδη σε 87 ακόμη χώρες όπου λήγουν οι πατέντες.
Στην Κίνα, όπου ζουν περισσότεροι παχύσαρκοι ενήλικες από οποιαδήποτε άλλη χώρα, τα ασφαλιστικά ταμεία δεν καλύπτουν θεραπείες αδυνατίσματος. Παρόλα αυτά, 20 φάρμακα με σεμαγλουτίδη αναμένουν έγκριση.
Επιπλέον, οι κινεζικές φαρμακοβιομηχανίες δεν αντιγράφουν απλώς τα ξένα φάρμακα, αλλά καινοτομούν. Τον Ιούνιο, εγκρίθηκε η μαζντουτίδη, η οποία αναπτύχθηκε από κοινού από την Eli Lilly και την κινεζική Innovent. Οι κλινικές δοκιμές έδειξαν ότι είναι εξίσου αποτελεσματική με την τιρζεπατίδη της Eli Lilly.
Σήμερα, οι θεραπείες GLP-1 απαιτούν εβδομαδιαίες ενέσεις. Ωστόσο, σύντομα αναμένεται να κυκλοφορήσουν και σε μορφή χαπιών, τα οποία θα φτάσουν τελικά και στον παγκόσμιο νότο.
Αν και οι τιμές τους αναμένεται να είναι συγκρίσιμες με αυτές των ενέσιμων θεραπειών, τουλάχιστον στην αρχή, τα χάπια είναι πιο κατάλληλα για τις φτωχότερες χώρες, όπου δεν υπάρχουν αξιόπιστες εφοδιαστικές αλυσίδες με συστήματα ψύξης.
Σύντομα, αυτή η σημαντικότατη γενιά θεραπειών της σύγχρονης ιατρικής θα είναι διαθέσιμη σε όσους την χρειάζονται, σε όλο τον κόσμο.