Χαρίτσης: Η κλιματική αλλαγή οξύνει τις ανισότητες – Αντεπίθεση της Νέας Αριστεράς
Ο πρόεδρος της Νέας Αριστεράς, Αλέξης Χαρίτσης, σε ομιλία του με θέμα «COP 30, η επόμενη ημέρα», υπογράμμισε ότι «Η κλιματική αλλαγή βαθαίνει τις ανισότητες», προσθέτοντας εμφατικά: «Εδώ είναι που το “πράσινο” συναντιέται με το “κόκκινο”. Ο όρος «κλιματική δικαιοσύνη» που έχουμε υιοθετήσει στην Νέα Αριστερά αυτό ακριβώς αναδεικνύει και εκεί ακριβώς στοχεύει. Στην καταπολέμηση των ανισοτήτων της κλιματικής αλλαγής».
Ο Χαρίτσης υποστήριξε με σθένος ότι «Η αντιπαράθεση λοιπόν δεν είναι τεχνική. Είναι βαθιά πολιτική. Αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο κόσμους:
τον κόσμο της εξάρτησης, της ακρίβειας, της γεωπολιτικής υποτέλειας και της κλιματικής κατάρρευσης,
και τον κόσμο της δημοκρατικής, κοινωνικά δίκαιης και οικολογικά βιώσιμης μετάβασης.
Αυτή είναι η επιλογή που έχουμε μπροστά μας. Και σε αυτή την επιλογή, η Νέα Αριστερά δεν στέκεται απλώς ως σχολιαστής της πραγματικότητας.
Διαλέγει πλευρά και στηρίζει σαφώς: την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, την ενέργεια στην υπηρεσία της κοινωνίας, την ενεργειακή δημοκρατία και συμμετοχή των πολιτών».
Ο Αλέξης Χαρίτσης τόνισε ότι σε Ευρώπη και παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται πισωγύρισμα, επισημαίνοντας: «Πριν τις ευρωεκλογές του 2024, θα λέγαμε ότι το επίδικο ήταν πώς η ενεργειακή μετάβαση θα ήταν δίκαιη και δεν θα άφηνε κανέναν πίσω. Μετά τις ευρωεκλογές και μετά την εκλογή Τραμπ, δεν είμαστε πια εκεί. Όχι τόσο σε επίπεδο ρητορικής, όσο σε επίπεδο πράξης. Στην ΕΕ, έχει υιοθετηθεί η τακτική της μετάθεσης των περιβαλλοντικών κανόνων και δεσμεύσεων». Ως παραδείγματα ανέφερε:
Την έγκριση από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρότασης για μετάθεση της ημερομηνίας εφαρμογής του κανονισμού που αφορά την προέλευση προϊόντων που πωλούνται ή εισάγονται στην ΕΕ και σχετίζεται με την αποψίλωση ή υποβάθμιση δασών. Επιπλέον, ανέφερε την ψήφιση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με τη σύμπραξη Λαϊκού Κόμματος και Ακροδεξιάς, περιοριστικών κανόνων σχετικά με την αποκάλυψη περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων των εταιρειών και τον έλεγχο των προμηθευτών τους. Τέλος, αναφέρθηκε στην παγοποίηση της Οδηγίας για το greenwashing (Green Claims) από την Επιτροπή, η οποία στόχευε στον περιορισμό των ψευδών ή ατεκμηρίωτων περιβαλλοντικών δηλώσεων των εταιρειών. Κατέληξε λέγοντας: «Εν ολίγοις: Ο συνδυασμός καθυστερήσεων, «απλοποιήσεων» και αποσύρσεων/υποχωρήσεων σημαίνει οπισθοχώρηση στην εφαρμογή των δεσμεύσεων του Green Deal».
Με δριμύτητα άσκησε κριτική στην κυβερνητική πολιτική για την ενέργεια και το κλίμα, δηλώνοντας ότι «Με βάση τον Δείκτη Απόδοσης στην Κλιματική Αλλαγή 2026, που παρουσιάστηκε στη σύνοδο COP30 η Ελλάδα βρίσκεται στην 30ή (πτωτικά κατά 8 θέσεις) μεταξύ 63 χωρών. Ο Κ. Μητσοτάκης ξεκίνησε την θητεία του το 2019 με την ομιλία στη Νέα Υόρκη (ΟΗΕ) όπου επιχείρησε να φιλοτεχνήσει ένα φιλο-περιβαλλοντικό προφίλ για τον ίδιο και την κυβέρνησή του. Η πραγματικότητα όμως ήταν τελείως διαφορετική, οδυνηρή για το περιβάλλον και το κλίμα. Και έχει φτάσει πλέον στο σημείο, επιζητώντας λίγα ψίχουλα τραμπικής πολιτικής στήριξης, να εφαρμόζει τις πιο αντιδραστικές, αντιπεριβαλλοντικές πολιτικές στην Ευρώπη».
Επιπλέον, τόνισε ότι «Η κυβέρνηση επιλέγει την περαιτέρω εξάρτηση από το φυσικό αέριο», προσθέτοντας ότι «Σημειωτέον ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην 5η χειρότερη θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27 στην κατανάλωση αερίου, με αυξητικά μάλιστα ποσοστά μέσα στο 2025».
Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι «Εγκλωβιζόμαστε σε ένα ενεργειακό μοντέλο όπου το φυσικό αέριο λειτουργεί ως βασικός και ακριβός διαμορφωτής τιμών. Η κυβέρνηση, αντί να μειώσει την εξάρτηση, την ενισχύει με νέες υποδομές αερίου, συμφωνίες για περισσότερο LNG και ενεργοποιεί συμβάσεις για εξορύξεις υδρογονανθράκων που δεν έχουν οικονομική βιωσιμότητα σε ένα διεθνές περιβάλλον απομάκρυνσης από τα ορυκτά καύσιμα. Η πολιτική αυτή (που δεν είναι τυχαία – εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα προφανώς) κρατά τη χώρα ευάλωτη στις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών, εγκλωβίζει τα νοικοκυριά σε υψηλό ενεργειακό κόστος και βαθαίνει την ενεργειακή ανασφάλεια. Η ενεργειακή διπλωματία αναβαθμίζεται σε κύρια παράμετρος της εξωτερικής πολιτικής. Τελικά όμως εντάσσεται έτσι σε ευρύτερους ενεργειακούς και γεωπολιτικούς σχεδιασμούς που εξυπηρετούν κυρίως αμερικανικά εταιρικά συμφέροντα, βαθαίνοντας την ενεργειακή εξάρτηση».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ