Οι στρατιωτικές δαπάνες «σκοτώνουν» τον πλανήτη: Νέα ανησυχητική έκθεση

ΝΑΤΟ: Οι αυξήσεις στις στρατιωτικές δαπάνες επιβαρύνουν το κλίμα;

Περιβάλλον
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Μια νέα έκθεση αποκαλύπτει ότι η προγραμματισμένη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών των κρατών μελών του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να οδηγήσει στην παραγωγή επιπλέον 1,32 δισεκατομμυρίων τόνων ρύπων την επόμενη δεκαετία. Αυτή η ποσότητα είναι αντίστοιχη με τις ετήσιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της Βραζιλίας, της πέμπτης μεγαλύτερης ρυπαίνουσας χώρας στον κόσμο.

Όπως αναφέρει ο Guardian, η στρατιωτική δραστηριότητα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά τα επίσημα στοιχεία των χωρών για τις στρατιωτικές εκπομπές είναι ελλιπή ή ανύπαρκτα.

Μια ανασκόπηση 11 πρόσφατων ακαδημαϊκών μελετών από τους Scientists for Global Responsibility διαπίστωσε ότι κάθε επιπλέον 100 δισεκατομμύρια δολάρια στρατιωτικών δαπανών οδηγούν σε περίπου 32 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (tCO2e) που απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα.

Οι εκπομπές προέρχονται από άμεσες πηγές, όπως τα καύσιμα των μαχητικών αεροσκαφών, πολεμικών πλοίων και τεθωρακισμένων, καθώς και από έμμεσες εκπομπές λόγω μεταφοράς εξοπλισμού, πολύπλοκων παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού και των επιπτώσεων της ίδιας της πολεμικής δράσης.

Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις αυξανόμενες απειλές του Ντόναλντ Τραμπ, το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε σχέδια αύξησης των στρατιωτικών δαπανών στο 3,5% του ΑΕΠ, ως μέρος ευρύτερου στόχου ασφάλειας που αγγίζει το 5% του ΑΕΠ για κάθε χώρα-μέλος.

Σύμφωνα με την έκθεση, η επίτευξη του 3,5% θα προσθέσει 132 εκατομμύρια tCO2e στην ατμόσφαιρα, ποσότητα αντίστοιχη με τη ρύπανση άνθρακα που παράγουν ετησίως 345 εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο, ή ολόκληρη η πετρελαιοπαραγωγική χώρα Ομάν.

Η προγραμματισμένη αύξηση έρχεται να προστεθεί στα επιπλέον 200 δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανήθηκαν μεταξύ 2019 και 2024, τα οποία ήδη αύξησαν το στρατιωτικό αποτύπωμα άνθρακα του ΝΑΤΟ κατά περίπου 64 εκατομμύρια tCO2.

«Είναι εξαιρετικά δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς οι τρέχουσες και οι προγραμματισμένες αυξήσεις στρατιωτικών δαπανών μπορούν να συμφιλιωθούν με την αναγκαία μετασχηματιστική δράση για την αποτροπή επικίνδυνων κλιματικών αλλαγών», αναφέρει η βρετανική SGR.

Οι στρατιωτικές εκπομπές είναι τεράστιες αλλά δύσκολα παρακολουθήσιμες, κυρίως λόγω έλλειψης διαφάνειας. Η πρόβλεψη του τρόπου δαπάνης των αυξήσεων στον προϋπολογισμό έχει πολλά κενά.

Το συνολικό στρατιωτικό αποτύπωμα άνθρακα εκτιμήθηκε περίπου στο 5,5% των παγκόσμιων εκπομπών το 2019, εξαιρουμένων των αερίων του θερμοκηπίου από πολεμικές επιχειρήσεις και ανασυγκρότηση μετά από συγκρούσεις. Αυτό είναι περισσότερο από τη συνολική συνεισφορά της πολιτικής αεροπορίας (2%) και της ναυτιλίας (3%).

Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες έφτασαν τα 2,72 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2024, το υψηλότερο επίπεδο από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διεθνούς Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης. Ο στρατιωτικός προϋπολογισμός του Ισραήλ εκτοξεύτηκε στα 46,5 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024, η μεγαλύτερη αύξηση παγκοσμίως, ενώ συνεχίστηκε η βομβαρδιστική δραστηριότητα στη Γάζα, τη Συρία, το Ιράν, την Υεμένη και τον Λίβανο.

Ο προϋπολογισμός του Πενταγώνου για το 2026 αναμένεται να φτάσει το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια, αύξηση 17% σε σχέση με πέρυσι.

Η έκθεση της SGR αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη εκτίμηση μέχρι σήμερα για τον αντίκτυπο της αύξησης των στρατιωτικών δαπανών στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η στρατιωτική επέκταση θα παίξει σημαντικό ρόλο στην υπέρβαση του κλιματικού στόχου του Παρισιού για περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη στους 1,5°C πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα.

«Υπάρχει επείγουσα ανάγκη για ταχεία αποανθρακοποίηση ώστε να αποτραπούν οι πιο επικίνδυνες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Ωστόσο, τα πρόσφατα και προγραμματισμένα προγράμματα εξοπλισμών και οι πόλεμοι ωθούν τον κόσμο στην αντίθετη κατεύθυνση», δήλωσε ο δρ Στιούαρτ Πάρκινσον, συγγραφέας της έκθεσης.

Η έκθεση συνιστά οι χώρες με στρατιωτικές δαπάνες άνω του 0,5% του ΑΕΠ να παρέχουν αξιόπιστα δεδομένα στον ΟΗΕ, να συνδράμουν στην εκτίμηση των εκπομπών που σχετίζονται με συγκρούσεις και να εφαρμόσουν σχέδια μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα μέσω τεχνολογικών και μη τεχνολογικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένων συμφωνιών ειρήνης, ελέγχου όπλων και πρωτοβουλιών αφοπλισμού.