
Μικροπλαστικά: Πώς επηρεάζουν την υγεία μας και τι ανακαλύπτουν οι έρευνες
Τα μικροπλαστικά έχουν εντοπιστεί πλέον σε κάθε γωνιά του ανθρώπινου οργανισμού: από το αίμα και τον πλακούντα μέχρι τους πνεύμονες και τον εγκέφαλο. Μια ανησυχητική μελέτη εκτιμά ότι μόνο στον εγκέφαλό μας μπορεί να συσσωρευτούν έως και 5 γραμμάρια αυτών των υλικών. Τα πλαστικά, επομένως, δεν είναι απλώς γύρω μας, αλλά και βαθιά μέσα μας.
Έρευνες υποδεικνύουν ότι αυτά τα μικροσκοπικά σωματίδια ενδέχεται να επηρεάζουν και τα μικρόβια του εντέρου μας. Ο Δρ. Κρίστιαν Πάτσερ-Ντόιτς, από το Πανεπιστήμιο του Γκρατς στην Αυστρία, εξέθεσε βακτήρια του εντέρου από πέντε υγιείς εθελοντές σε πέντε κοινά μικροπλαστικά. Παρατήρησε ότι οι βακτηριακοί πληθυσμοί μετατοπίστηκαν, επηρεάζοντας και τις χημικές ουσίες που παρήγαγαν. Ορισμένες από αυτές τις αλλαγές συνδέονται με την κατάθλιψη και τον καρκίνο του παχέος εντέρου.
Όπως δήλωσε ο Δρ. Πάτσερ-Ντόιτς, παρουσιάζοντας την εργασία του στο συνέδριο United European Gastroenterology στο Βερολίνο: «Ενώ είναι πολύ νωρίς για να διατυπωθούν οριστικοί ισχυρισμοί υγείας, το μικροβίωμα παίζει κεντρικό ρόλο σε πολλές πτυχές της ευεξίας, από την πέψη έως την ψυχική υγεία». Και πρόσθεσε: «Η μείωση της έκθεσης σε μικροπλαστικά, όπου είναι δυνατόν, είναι επομένως μια σοφή και σημαντική προφύλαξη».
Αυτές οι έρευνες θέτουν κρίσιμα ερωτήματα: πόσο πλαστικό μεταφέρει ο καθένας μας, έχει όντως σημασία και τι μπορούμε να κάνουμε;
Τα μικροπλαστικά προέρχονται από πληθώρα πηγών: συσκευασίες, ρούχα, χρώματα, καλλυντικά, ελαστικά αυτοκινήτων και πολλά άλλα αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Ορισμένα είναι τόσο μικροσκοπικά που μπορούν να διεισδύσουν στα τοιχώματα των πνευμόνων και των εντέρων, εισχωρώντας στο αίμα και στα εσωτερικά όργανα – ακόμα και στα κύτταρα. Οι συνέπειες αυτής της διείσδυσης παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστες.
«Ο σχεδιασμός ενός οριστικού πειράματος είναι δύσκολος, επειδή βρισκόμαστε εκτεθειμένοι διαρκώς σε αυτά τα σωματίδια», εξηγεί ο Δρ. Χάιμε Ρος, νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Ρόουντ Άιλαντ στις ΗΠΑ, συμπληρώνοντας: «Γνωρίζουμε όμως ότι τα μικροπλαστικά υπάρχουν σχεδόν σε κάθε ιστό που έχει εξεταστεί και πρόσφατες μελέτες υποδηλώνουν ότι συσσωρεύουμε πολύ περισσότερο πλαστικό τώρα από ό,τι πριν από 20 χρόνια».
Ο Δρ. Ρος μελετά εδώ και χρόνια τις επιπτώσεις των μικροπλαστικών στον εγκέφαλο των θηλαστικών. Σε μια μελέτη του 2023, διαπίστωσε ότι ποντίκια που έπιναν νερό με μικροπλαστικά άρχισαν να συμπεριφέρονται διαφορετικά.
Μετά από εξετάσεις, πλαστικό βρέθηκε σε κάθε όργανο των ποντικιών, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου. Εκεί, μια βασική πρωτεΐνη που συνδέεται με την υγεία του εγκεφάλου, η GFAP, είχε εξαντληθεί, ένα μοτίβο που παρατηρείται στην κατάθλιψη και την άνοια.
Ακόμη πιο ανησυχητικές είναι οι μελέτες σε ανθρώπους. Μικροπλαστικά έχουν ανιχνευθεί στον εγκέφαλο ασθενών με άνοια και σε αρτηριακές πλάκες ατόμων με καρδιακές παθήσεις. Όσοι είχαν πλαστικό στις πλάκες τους, είχαν σχεδόν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να υποστούν εγκεφαλικό επεισόδιο, καρδιακή προσβολή ή θάνατο εντός τριών ετών.
Οι ειδικοί τονίζουν ότι κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά ποιο είναι ένα «ασφαλές» επίπεδο μικροπλαστικών στο σώμα. Η καθηγήτρια Στέφανι Ράιτ, ερευνήτρια μικροπλαστικών στο Imperial College London, επισημαίνει: «Τα αποτελέσματα των δοκιμών σας υποδηλώνουν ότι έχετε 40 σωματίδια ανά ml αίματος – αλλά δεν ξέρουμε αν αυτό είναι κακό ή καλό, τι είδους πλαστικό, από πού προέρχονται, τι κάνουν ή πού πηγαίνουν».
Οι επιστημονικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα χρησιμοποιούν διάφορες μεθόδους, γεγονός που δυσχεραίνει τις συγκρίσεις. Ορισμένες τεχνικές, όπως αυτή που χρησιμοποιείται για την ποσοτικοποίηση των μικροπλαστικών σε μελέτες σε ανθρώπους για την άνοια και τις καρδιακές παθήσεις, μπορεί να επηρεάζονται από την παρεμβολή βιολογικών ιστών. Η Ράιτ προειδοποιεί ότι τα αποτελέσματα δεν είναι οριστικά και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη με επιφύλαξη.
Ακόμα κι αν είναι δυνατό να ποσοτικοποιηθούν με ακρίβεια τα σωματίδια στο αίμα ή σε άλλους ιστούς, δεν είναι βέβαιο ότι όλα τα μικροπλαστικά παρουσιάζουν τον ίδιο βαθμό κινδύνου.
«Τα πλαστικά είναι αρκετά ετερογενή. Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι, αλλά έχουν και διαφορετικά σχήματα, τα οποία μπορεί να επηρεάσουν τις βλαβερές τους επιπτώσεις», εξηγεί η Δρ. Βαχίθα Αμπντούλ Σαλάμ, του πανεπιστημίου Queen Mary του Λονδίνου. Το μέγεθος των σωματιδίων παίζει επίσης ρόλο. Όσο μικρότερα είναι, τόσο πιο πιθανό είναι να διαπεράσουν βιολογικά εμπόδια σε όργανα ή κύτταρα.
Υπάρχουν όμως και άλλες προκλήσεις. Οι μελέτες σε τρωκτικά δεν μεταφέρονται αυτούσιες στους ανθρώπους. Λόγω του μικρότερου μεγέθους των τρωκτικών, τα σωματίδια πλαστικού ίδιου μεγέθους μπορεί να απορροφώνται και να υποβάλλονται σε επεξεργασία με πολύ διαφορετικό τρόπο, όπως εξηγεί η Δρ. Σαλάμ.
«Είμαστε συνεχώς εκτεθειμένοι σε αυτά τα σωματίδια και ιστορικά γνωρίζουμε ότι η έκθεση σε πάρα πολλά σωματίδια είναι κακή», τονίζει η Δρ. Ράιτ, προσθέτοντας ότι «πρέπει να καταλάβουμε αν υπάρχει κάτι σε αυτά τα σωματίδια που τα καθιστά δυσανάλογα επιβλαβή».
Ένα άλλο σημαντικό ερώτημα είναι το κατά πόσον ορισμένα άτομα μπορεί να είναι πιο ευάλωτα από άλλα. Μια πρόσφατη μελέτη παρακολούθησης από τον Δρ. Ρος έδειξε ότι τα ποντίκια που έφεραν το γονίδιο APOE4, που σχετίζεται με τη νόσο Αλτσχάιμερ, παρουσίασαν πιο σοβαρή γνωστική εξασθένηση μετά από έκθεση σε μικροπλαστικά σε σχέση με εκείνα με λιγότερο επικίνδυνα γονίδια.
Μια θετική παρατήρηση είναι ότι, παρά την αύξηση των επιπέδων μικροπλαστικών στο σώμα μας τα τελευταία χρόνια, οι ηλικιωμένοι δεν φαίνεται να περιέχουν περισσότερα από τους νεότερους. «Θεωρώ ότι είναι θετικό, γιατί ίσως λέει ότι μπορέσουμε να τα απομακρύνουμε από το σώμα μας», σχολίασε ο Δρ. Ρος.
Πηγή: The Guardian