Κλιματική Κρίση: Ο πλανήτης στην κόκκινη ζώνη – Σοκαριστικά νέα δεδομένα!
Η κλιματική αλλαγή δεν είναι πλέον μια μακρινή απειλή, αλλά μια σκληρή πραγματικότητα που επιταχύνεται με τρόπο ανησυχητικό, αφήνοντας το αποτύπωμά της σε πληθυσμούς και περιβάλλοντα παγκοσμίως. Στη διεθνή διάσκεψη για το κλίμα COP30, που διεξάγεται από 6 έως 21 Νοεμβρίου στην Μπελέμ της Βραζιλίας, έχουν παρουσιαστεί πλήθος ερευνών που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, αποκαλύπτοντας δεδομένα που κόβουν την ανάσα.
Οι παγκόσμιες θερμοκρασίες όχι μόνο ακολουθούν μια αδιάκοπη ανοδική πορεία, αλλά η αύξηση επιταχύνεται δραματικά. Νέα ρεκόρ έχουν ήδη καταγραφεί για το 2023 και το 2024, με την ίδια ανησυχητική τάση να προβλέπεται και για το 2025. Μια εκτενής μελέτη της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η μέση παγκόσμια θερμοκρασία εκτοξεύεται με ρυθμό 0,27 βαθμών Κελσίου ανά δεκαετία. Αυτό είναι σχεδόν 50% ταχύτερα από τον ρυθμό που καταγραφόταν στις δεκαετίες του 1990 και του 2000, όταν η θέρμανση ήταν περίπου 0,2 βαθμοί Κελσίου ανά δεκαετία.
Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας επιταχύνεται και αυτή, με περίπου 4,5 χιλιοστά ετησίως την τελευταία δεκαετία, σε σύγκριση με 1,85 χιλιοστά ετησίως που είχαν μετρηθεί κατά τις δεκαετίες από το 1900. Ο κόσμος βρίσκεται πλέον σε μια επικίνδυνη πορεία, αναμένοντας να ξεπεράσει το κρίσιμο όριο υπερθέρμανσης των 1,5 βαθμών Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα γύρω στο 2030. Από αυτό το σημείο και μετά, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές και δυνητικά μη αναστρέψιμες. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό, ο πλανήτης έχει ήδη υπερθερμανθεί κατά 1,3-1,4 βαθμούς Κελσίου.
Οι επιπτώσεις είναι ήδη ορατές: οι κοραλλιογενείς ύφαλοι των θερμών υδάτων βρίσκονται κοντά σε μη αναστρέψιμη κατάσταση εξαφάνισης λόγω των διαδοχικών θαλάσσιων καυσώνων. Αυτό σηματοδοτεί ένα πιθανό πρώτο σημείο καμπής για το κλίμα, όπου ένα περιβαλλοντικό σύστημα αρχίζει να μεταμορφώνεται σε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση. Επιπλέον, τον Οκτώβριο, ερευνητές εξέφρασαν την ανησυχία τους ότι το τροπικό δάσος του Αμαζονίου θα μπορούσε να αρχίσει να ξεραίνεται και να μετατραπεί σε ένα οικοσύστημα τύπου σαβάνας, εάν η αποψίλωση των δασών και οι εντατικές εξορυκτικές δραστηριότητες συνεχιστούν αμείωτες.
Στον τομέα των υδάτινων συστημάτων, το νερό από τους λιωμένους πάγους στην κορυφή της Γροιλανδίας ενδέχεται να επιταχύνει την κατάρρευση της Ατλαντικής Μεσημβρινής Ανατρεπτικής Κυκλοφορίας (AMOC), του ωκεάνιου ρεύματος που διατηρεί τους ευρωπαϊκούς χειμώνες ήπιους. Στην Ανταρκτική, οι επιστήμονες παρακολουθούν με ανησυχία τη μείωση του θαλάσσιου πάγου γύρω από τη νοτιότερη ήπειρο. Αυτό δεν εντείνει μόνο τη συνολική θέρμανση, καθώς απορροφάται περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία, αλλά θέτει επίσης σε κίνδυνο την ανάπτυξη του φυτοπλαγκτόν, ενός ζωτικού οργανισμού που απορροφά μεγάλο μέρος του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα.
Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής εκδηλώνονται και με την αύξηση της συχνότητας και της έντασης των πυρκαγιών, καθώς οι καύσωνες και η ξηρασία δημιουργούν ιδανικές συνθήκες. Μια πρόσφατη Έκθεση για την Κατάσταση των Πυρκαγιών, από ομάδα κρατικών μετεωρολογικών υπηρεσιών και πανεπιστημίων, υπολόγισε ότι περίπου 3,7 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα γης κάηκαν μεταξύ Μαρτίου 2024 και Φεβρουαρίου 2025 – μια έκταση ίση με το μέγεθος της Ινδίας και της Νορβηγίας μαζί. Ενώ η συνολική έκταση είναι ελαφρώς μικρότερη από τον ετήσιο μέσο όρο των τελευταίων δύο δεκαετιών, οι φετινές πυρκαγιές παρήγαγαν ανησυχητικά υψηλότερες εκπομπές CO2, καθώς καίγονται ολοένα και περισσότερα δάση με πυκνή περιεκτικότητα σε άνθρακα.
Οι κίνδυνοι για την υγεία και οι θάνατοι που σχετίζονται με την ακραία ζέστη αποτελούν πλέον πεδίο εντατικής έρευνας, καθώς οι υγειονομικές και μετεωρολογικές υπηρεσίες του ΟΗΕ εκτιμούν ότι περίπου το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού αντιμετωπίζει ήδη σοβαρές δυσκολίες. Οι επιστημονικοί οργανισμοί υπολογίζουν ότι η παραγωγικότητα των εργαζομένων μειώνεται κατά 2-3% για κάθε βαθμό Κελσίου πάνω από τους 20°C. Μια μελέτη του περιοδικού Lancet, που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο, ανεβάζει τις παγκόσμιες απώλειες από αυτή την απώλεια παραγωγικότητας σε πάνω από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια μόνο για το περασμένο έτος. Παρόλο που δεν υπάρχει ακόμη ένας συνεπής διεθνής ορισμός για τον θάνατο που σχετίζεται με τη ζέστη, οι τεχνολογικές εξελίξεις επιτρέπουν στους επιστήμονες να καλύπτουν κενά δεδομένων και να συγκρίνουν τις συνθήκες σε διαφορετικές περιοχές.
Στην Ευρώπη, η κατάσταση είναι ήδη δραματική. Μια ερευνητική ομάδα του Imperial College του Ηνωμένου Βασιλείου, αξιοποιώντας τις τάσεις θνησιμότητας, εκτίμησε ότι περισσότεροι από 24.400 θάνατοι το περασμένο καλοκαίρι συνδέονταν άμεσα με την έκθεση στη ζέστη, επηρεάζοντας περίπου το 30% του ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Ενώ η κλιματική κρίση βαθαίνει, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η κυβέρνηση υπό τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, γνωστό αρνητή της κλιματικής αλλαγής, σχεδιάζει να μειώσει δραστικά τη χρηματοδότηση οργανισμών που συλλέγουν και παρακολουθούν κλιματικά δεδομένα. Αυτή η πρόθεση προκαλεί βαθιά ανησυχία στην επιστημονική κοινότητα, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ ήταν μέχρι πρότινος ο μεγαλύτερος χρηματοδότης σε αυτόν τον τομέα. Αν και οι προτάσεις δεν έχουν ακόμη εγκριθεί από το Κογκρέσο, για τον προϋπολογισμό του 2026 ο Τραμπ έχει προτείνει τη μείωση στο μισό των ετήσιων κονδυλίων για την NASA Earth Science και τη μείωση των δαπανών της Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (NOAA) κατά περισσότερο από το ένα τέταρτο. Επιπλέον, μεταξύ άλλων περικοπών, προτείνεται και η κατάργηση του τομέα έρευνας για το κλίμα.
Σε αντίθεση με την αμερικανική στάση, σε άλλα μέρη του κόσμου, οι δημόσιες δαπάνες για τις επιστημονικές μελέτες σχετικά με το κλίμα αυξάνονται. Προϋπολογισμοί ρεκόρ για την κλιματική έρευνα εγκρίνονται στην Κίνα, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιαπωνία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία, μάλιστα, τον περασμένο μήνα έθεσε στη διάθεση του κοινού την παρακολούθηση μετεωρολογικών δεδομένων σε πραγματικό χρόνο, σηματοδοτώντας μια σαφή δέσμευση απέναντι στην κλιματική πρόκληση.