Κλιματική κρίση: Μεγαλώνει η απόσταση μεταξύ των χωρών για μηδενικές εκπομπές ρύπων έως το 2050

Κλιματική αλλαγή: Χαμένοι στόχοι, αυξανόμενες ανισότητες – Τι δείχνουν οι εκθέσεις

Περιβάλλον
Δημοσιεύθηκε  · 3 λεπτά ανάγνωση

Καθώς η σύνοδος κορυφής του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (COP 30) στη Βραζιλία πλησιάζει, οι εκθέσεις των διεθνών οργανισμών προειδοποιούν: ο στόχος για μηδενικές εκπομπές ρύπων έως το 2050 απομακρύνεται. Οι δράσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης επιβραδύνονται επικίνδυνα.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΟΟΣΑ (Climate Action Monitor 2025), οι συνολικές εκπομπές ρύπων των χωρών-μελών του Οργανισμού και των χωρών-εταίρων είναι 8% υψηλότερες από τα επίπεδα που απαιτούνται για την επίτευξη των ενδιάμεσων στόχων του 2030. Η καθυστέρηση αυτή θέτει σε κίνδυνο τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας για το 2050. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι εκπομπές αυξήθηκαν κατά 1,7% το 2023, φτάνοντας σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, ενώ συνολικά έχουν αυξηθεί 3% από το 2015. Ο ΟΟΣΑ καλεί την παγκόσμια κοινότητα να ενισχύσει την αξιοπιστία της με νέες δεσμεύσεις για το 2035.

Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), στην ετήσια έκθεσή του για το 2025, επιβεβαιώνει την επιβράδυνση στην πράσινη μετάβαση. Αν και η παραγωγή ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές (ΑΠΕ) αναμένεται να αυξηθεί ταχύτερα από κάθε άλλη μορφή ενέργειας, ο IEA αναθεώρησε ανοδικά την πρόβλεψή του για τη ζήτηση φυσικού αερίου και πετρελαίου. Οι μεγάλες επενδύσεις στο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) αναμένεται να αυξήσουν την παραγωγή του κατά 50% από το 2030.

Η καθυστέρηση στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγης αυξάνει τους κινδύνους για ακραία καιρικά φαινόμενα. Οι προβολές του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι η μέση παγκόσμια θερμοκρασία μπορεί να αυξηθεί σημαντικά, με μία διαφορά έως 6 βαθμών Κελσίου μεταξύ των σεναρίων πολύ χαμηλών και πολύ υψηλών εκπομπών, αναδεικνύοντας το κόστος της αδράνειας.

Τόσο ο ΟΟΣΑ όσο και ο ΙΕΑ συμφωνούν ότι η μέση παγκόσμια θερμοκρασία θα παραμείνει σταθερά υψηλότερη από τον στόχο της Συνθήκης του Παρισιού – να μην υπερβαίνει η αύξηση της θερμοκρασίας τους 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα επίπεδα της προβιομηχανικής εποχής.

Μετά την επικύρωση της Συνθήκης του Παρισιού, οι δεσμεύσεις των χωρών συνέβαλαν στον περιορισμό της προβλεπόμενης υπερθέρμανσης του πλανήτη σε 2,4-2,6 βαθμούς Κελσίου στα τέλη του 21ου αιώνα, από τους 3,7 έως 4,8 βαθμούς προηγουμένως. Ωστόσο, οι σημερινές δεσμεύσεις δεν είναι αρκετά φιλόδοξες και δεν υλοποιούνται πλήρως.

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ιδιαίτερο κίνδυνο από καύσωνες και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η χώρα έχει τη μεγαλύτερη έκθεση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, με 79 ημέρες τον χρόνο να υφίσταται επίπονους καύσωνες, έναντι 67 στην Ιταλία και 65 στην Ισπανία.

Ο ΟΟΣΑ, το ΔΝΤ και άλλοι διεθνείς Οργανισμοί τονίζουν ότι το χάσμα στην κλιματική ανθεκτικότητα μεταξύ των αναπτυγμένων και των αναδυόμενων οικονομιών θα συνεχίσει να αυξάνεται, αν δεν υπάρξει οικονομική στήριξη των κλιματικών πολιτικών των δεύτερων από τις πρώτες.

Οι χώρες της ΕΕ βρίσκονται στην πρώτη ταχύτητα στην υλοποίηση πολιτικών κατά της κλιματικής αλλαγής, έχοντας μειώσει τις εκπομπές ρύπων και έχοντας δεσμευτεί νομοθετικά για τον στόχο του net zero. Το 2023, η ΕΕ μείωσε τους ρύπους κατά 9% σε σχέση με το 2022.

Οι 38 χώρες του ΟΟΣΑ κατέγραψαν μείωση 3,6% στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου το 2023 σε σχέση με το 2022 και κατά 10% από το 2015. Ωστόσο, η μόλυνση συνέχισε να αυξάνεται σε χώρες-εταίρους του ΟΟΣΑ – κατά 4,1% σε σχέση με το 2022 και κατά 12% σε σχέση με το 2015. Στην Κίνα, σημειώθηκε αύξηση 5% το 2023 και στην Ινδία 7,5%. Οι δύο αυτές χώρες έχουν διαφορετικό χρονικό στόχο για το net zero – η Κίνα το 2060 και η Ινδία το 2070. Σημειώνεται ότι έως τον περασμένο Σεπτέμβριο, 114 χώρες μαζί με τις 27 της ΕΕ είχαν υιοθετήσει στόχους για μηδενικές εκπομπές ρύπων.