Αλλάζει το τουριστικό μοντέλο της Ελλάδας η κλιματική αλλαγή

Κλιματική αλλαγή: O τουρισμός στην Ελλάδα αλλάζει ριζικά

Περιβάλλον
Δημοσιεύθηκε  · 6 λεπτά ανάγνωση

Η κλιματική αλλαγή δεν είναι πλέον μια θεωρητική απειλή, αλλά μια σκληρή πραγματικότητα που αλλάζει ριζικά τους τουριστικούς προορισμούς, τις υποδομές, την εποχικότητα και τις επενδύσεις παγκοσμίως. Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, σημειώνοντας ότι η βιομηχανία βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο, όπου η συνεργασία, η προσαρμογή και ο επανασχεδιασμός των τουριστικών μοντέλων είναι απαραίτητα, ιδίως σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου ο τουρισμός αποτελεί βασικό πυλώνα της οικονομίας.

Η Laurie Myers, Global Strategist του Global Travel and Tourism Resilience Council, τονίζει ότι ο κλάδος είναι «απολύτως ευάλωτος στην κλιματική αλλαγή αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικά ανθεκτικός», υπενθυμίζοντας ότι «ο τουρισμός έχει αντιμετωπίσει αλλά και ξεπεράσει αμέτρητες κρίσεις». Μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, επισημαίνει ότι οι αλλαγές στο κλίμα θα οδηγήσουν σε μια «επανεκκίνηση του χάρτη του τουρισμού». Εξηγεί ότι «οι παραθαλάσσιες και χαμηλού υψομέτρου περιοχές θα συνεχίσουν να υποφέρουν από διάβρωση, ζημιές από καταιγίδες και απώλεια υποδομών» και παρότι δεν θα εγκαταλειφθούν εντελώς, «ορισμένα περιουσιακά στοιχεία θα καταστούν δύσκολα διαχειρίσιμα ή υπερβολικά ακριβά για προστασία».

Η κ. Myers εξηγεί ότι η αυξανόμενη ζέστη αλλάζει τις προτιμήσεις των ταξιδιωτών. «Καθώς οι μέσες θερμοκρασίες αυξάνονται, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ήδη παρατηρείται μετατόπιση ενδιαφέροντος προς ορεινές, υψηλότερες και πιο δροσερές περιοχές και προς τις λεγόμενες “εκτός αιχμής” περιόδους. Το “σημείο άνεσης” κινείται βόρεια και σε μεγαλύτερο υψόμετρο», σημειώνει. Παράλληλα, προβλέπει ότι οι επενδύσεις θα απομακρυνθούν από τις εκτεθειμένες παραθαλάσσιες ζώνες και θα κατευθυνθούν προς την ενδοχώρα, σε κοιλάδες και ημιορεινές περιοχές. Το τουριστικό προϊόν θα διαφοροποιηθεί, με μικρότερη εξάρτηση από το τρίπτυχο «ήλιος, θάλασσα, άμμος» και περισσότερες δραστηριότητες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Όσοι δεν προσαρμοστούν θα αντιμετωπίσουν «υψηλότερα ασφάλιστρα, συχνότερες επισκευές, διακοπές λειτουργίας και κίνδυνο φήμης», περιορίζοντας τα κέρδη τους.

Σύμφωνα με την ίδια, η τουριστική βιομηχανία αντιδρά αργά λόγω της δομής της, καθώς υπάρχει έλλειψη συντονισμού και μακροπρόθεσμων στρατηγικών. Επιπλέον, άλλες κρίσεις, όπως η πανδημία, ο πληθωρισμός και η γεωπολιτική αστάθεια, αποσπούν την προσοχή.

Στην Ελλάδα, οι προκλήσεις είναι ορατές: η αυξανόμενη θερμότητα, οι πυρκαγιές και η διάβρωση των ακτών απειλούν βασικά τουριστικά προϊόντα και υποδομές. Η προσαρμογή σημαίνει ανάπτυξη της ενδοχώρας και των βορειότερων περιοχών, επενδύσεις σε ανθεκτικές στο κλίμα υποδομές, εκσυγχρονισμό λιμένων και συστημάτων διαχείρισης νερού και ενέργειας, καθώς και αναδιάταξη του τουριστικού brand της Ελλάδας για την ανάδειξη ορεινών και δροσερών περιοχών.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (ΠΟΤ) υλοποιεί «συγκεκριμένες, καινοτόμες και τεχνικές λύσεις» για την προώθηση του βιώσιμου τουρισμού, όπως αναφέρει ο Patrick Fritz, Τεχνικός Συντονιστής του Τμήματος Διεθνούς Ανάπτυξης και Συνεργασίας του ΠΟΤ. Ο κ. Fritz περιγράφει τον ρόλο του Οργανισμού στη στήριξη των κρατών για την ανάπτυξη βιώσιμων πολιτικών. Υπενθυμίζει ότι ο ΠΟΤ ήταν από τους βασικούς φορείς της Διακήρυξης της Γλασκώβης για τη Δράση κατά της Κλιματικής Αλλαγής στον Τουρισμό και προωθεί την Παγκόσμια Πρωτοβουλία για τα Πλαστικά στον Τουρισμό. Παράγει επίσης εργαλεία και γνώση, όπως ο Παγκόσμιος Οδικός Χάρτης για τη Μείωση της Σπατάλης Τροφίμων και τις Οδηγίες Κυκλικής Οικονομίας, ενώ διατηρεί το Διεθνές Δίκτυο Παρατηρητηρίων Βιώσιμου Τουρισμού, που παρακολουθεί τον αντίκτυπο του τουρισμού σε επίπεδο προορισμού.

Ο κ.Fritz επισημαίνει ότι ο τουριστικός τομέας πρέπει να αλλάξει νοοτροπία. «Ζούμε σε έναν κόσμο με περιορισμένους πόρους και πρέπει να δούμε τα ταξίδια όχι μόνο ως δικαίωμα αλλά και ως προνόμιο», αναφέρει, τονίζοντας ότι η ευημερία των κοινωνιών, η κατάσταση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς και τα εισοδήματα πρέπει να συνυπολογίζονται στις πολιτικές χρηματοδότησης και στις αποφάσεις για τεχνικά έργα. Οι λύσεις δεν θα είναι άμεσες και απαιτούν συντονισμένη δράση σε κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο, καθώς και εργαλεία παρακολούθησης, εκπαίδευση και ενδυνάμωση των φορέων.

Την ανάγκη αυτής της συστηματικής προσαρμογής υπογραμμίζει και ο Νικόλαος Γκολφινόπουλος, Διευθυντής Τουρισμού της ICF, συμβαλλόμενο Μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού και Executive Leader του Global Travel and Tourism Resilience Council, ο οποίος τονίζει ότι «η επιστήμη της κλιματικής αλλαγής γνωρίζει με ικανοποιητική ακρίβεια πώς θα εξελιχθεί το κλίμα παγκοσμίως μέχρι το 2050». Αυτή η γνώση πρέπει να αξιοποιηθεί στον σχεδιασμό της τουριστικής πολιτικής. Οι επαγγελματίες του τουρισμού έχουν την υποχρέωση να βοηθήσουν τους προορισμούς να αναγνωρίσουν «σε τοπικό επίπεδο ποιοι θα είναι οι κλιματικοί κίνδυνοι» και ποιες οι συνέπειες, να αξιολογήσουν τις ανάγκες προσαρμογής και να δημιουργήσουν στρατηγικές και να προβούν σε δράσεις προσαρμοσμένες σε κάθε περιοχή.

Ο κ. Γκολφινόπουλος εξηγεί ότι κάθε προορισμός θα επηρεαστεί διαφορετικά. Οι παρατεταμένοι καύσωνες θα αλλάξουν την εμπειρία του καλοκαιρινού τουρισμού, τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα επηρεάσουν προορισμούς που λειτουργούν όλο τον χρόνο, η παράκτια διάβρωση απειλεί το θαλάσσιο προϊόν, ενώ η άνοδος της θερμοκρασίας αναγκάζει το χειμερινό τουριστικό μοντέλο να αλλάξει, φέρνοντας λιγότερα χιόνια και ήπιους χειμώνες. Η βιοποικιλότητα, τόσο η χερσαία όσο και η θαλάσσια, υφίσταται σοβαρές πιέσεις από τα εισβάλλοντα είδη, με επιπτώσεις και στη γαστρονομία. Σήμερα, είναι ανάγκη η μελέτη των αλλαγών στο προϊόν, την εποχικότητα, τις αγορές που θα προσελκύσουμε, ακόμα και το ποιοι προορισμοί μπορεί να μην είναι βιώσιμα λειτουργικοί κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων μηνών. Πρέπει να εξετάσουμε τις υποδομές που απαιτεί ο νέος τουρισμός και να αποφασίσουμε τι είδους επενδύσεις απαιτούνται και σε ποιες περιοχές.

Η σύγχυση μεταξύ της ανάγκης μείωσης των ρύπων και της ανάγκης προσαρμογής στις νέες κλιματικές συνθήκες αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια. Η παραγωγή βιώσιμων καυσίμων αφορά κυρίως τη μείωση του αποτυπώματος του άνθρακα, όχι όμως την προσαρμογή στις νέες κλιματικές πραγματικότητες. «Για πάρα πολλούς προορισμούς δεν υπάρχει ενδελεχής στρατηγική τουριστικής προσαρμογής, αλλά δεν είναι αργά αν δράσουμε άμεσα», λέει ο κ. Γκολφινόπουλος. Επιμένει ότι η στρατηγική πρέπει να συνοδεύεται από κατηγοριοποιημένες δράσεις, επενδύσεις και μηχανισμούς μέτρησης και αξιολόγησης, ώστε να μην «μείνει στο ράφι». Σημαντικό εμπόδιο αποτελεί και ο συντονισμός των οικονομικών τομέων. Ο τουρισμός μπορεί και πρέπει να έχει τον ρόλο του καταλύτη και να ηγηθεί της αλλαγής και της προσαρμογής, ειδικά για χώρες όπως η Ελλάδα.