
Καμπανάκι για το κλίμα: Μείωση 24% στο εισόδημα μέχρι το 2100;
Η κλιματική αλλαγή απειλεί να μετατρέψει τον κόσμο σε μια δυστοπική πραγματικότητα με πυρκαγιές, κατακλυσμιαίες πλημμύρες και σοβαρές ελλείψεις τροφίμων. Όσοι επιβιώσουν, ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με μια βαθιά παγκόσμια οικονομική κρίση. Σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily Mail, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ προειδοποιούν ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος κατά 24% μέχρι το 2100.
Οι ειδικοί του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ σε σχετική δήλωσή τους τόνισαν: «Δείξαμε ότι η κλιματική αλλαγή μειώνει το εισόδημα σε όλες τις χώρες, είτε είναι θερμές είτε ψυχρές, πλούσιες είτε φτωχές». Επισημαίνουν δε, ότι «θα επηρεάσει κλάδους που κυμαίνονται από τις μεταφορές έως τη μεταποίηση και το λιανικό εμπόριο, και όχι μόνο τη γεωργία και άλλους τομείς που συνήθως συνδέονται με τη φύση». Βάσει αυτών των ευρημάτων, οι επιστήμονες τονίζουν την ανάγκη να σταματήσει άμεσα η καύση ορυκτών καυσίμων. «Απαιτείται επείγουσα δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την προστασία των οικονομιών από περαιτέρω απώλειες», τονίζουν.
Προηγούμενες έρευνες έχουν καταδείξει ότι η κλιματική αλλαγή προκαλεί εντονότερες βροχοπτώσεις, καθώς ο θερμότερος αέρας συγκρατεί περισσότερη υγρασία. Η αύξηση των βροχοπτώσεων σε παγκόσμιο επίπεδο αυξάνει και τις πιθανότητες πλημμυρών. Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και οι πλημμύρες θα οδηγήσουν σε τεράστιες δαπάνες για την αποκατάσταση των ζημιών και την κατασκευή αντιπλημμυρικών έργων. Επιπλέον, θα υπάρξουν σημαντικές διαταραχές σε τομείς όπως ο τουρισμός και η γεωργία.
Η ανθρωπογενής υπερθέρμανση του πλανήτη, που οφείλεται κυρίως στην καύση ορυκτών καυσίμων όπως ο άνθρακας, θα οδηγήσει επίσης σε μείωση της καλλιεργήσιμης γης, καθώς οι περιοχές θα γίνονται πιο ξηρές. Όλα αυτά θα επηρεάσουν το «παγκόσμιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ», δηλαδή το συνολικό οικονομικό προϊόν όλων των χωρών διαιρούμενο με τον παγκόσμιο πληθυσμό, έναν ισχυρό δείκτη της ατομικής οικονομικής ευημερίας και προόδου. Για την εκτίμηση των επιπτώσεων, οι ερευνητές ανέλυσαν τις ετήσιες απώλειες του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε 174 χώρες από το 2015 έως το 2100, λαμβάνοντας υπόψη διάφορα σενάρια αύξησης της θερμοκρασίας.
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) αποτελεί τον κύριο δείκτη μέτρησης της οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας, βασιζόμενο στην αξία των αγαθών και των υπηρεσιών που παράγονται κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου. Χρησιμοποιείται επίσης για τη σύγκριση του μεγέθους διαφορετικών οικονομιών σε διάφορες χρονικές στιγμές. Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν χώρες όπως η Αυστραλία, το Μπαγκλαντές, ο Καναδάς, η Κίνα, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ινδία, η Ιταλία, η Ιρλανδία, η Ιαπωνία, το Μεξικό, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τα Shared Socioeconomic Pathways (SSPs), μοντέλα της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), συγκρίνοντας τις μελλοντικές προβλέψεις με δύο βασικές παραμέτρους: ένα σενάριο όπου η αύξηση της θερμοκρασίας ακολουθεί τις τάσεις της περιόδου 1960-2014 και ένα υποθετικό σενάριο χωρίς περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας. Διαπίστωσαν ότι, εάν οι θερμοκρασίες αυξάνονται σταθερά κατά 0,04 °C ετησίως χωρίς σημαντικά μέτρα μετριασμού, το παγκόσμιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 10-11% έως το 2100. Στο πιο ακραίο σενάριο εκπομπών, οι απώλειες κατά κεφαλήν εισοδήματος προβλέπεται να φτάσουν το 20-24% σε σύγκριση με ένα σενάριο «χωρίς περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας».
Επιπλέον, οι ερευνητές παρατήρησαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών, με τις θερμότερες και τις χαμηλού εισοδήματος χώρες να αντιμετωπίζουν οικονομικές απώλειες 30-60% υψηλότερες από τον παγκόσμιο μέσο όρο (π.χ. Αφγανιστάν, Μπαγκλαντές και Μπουρκίνα Φάσο). Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό PLOS Climate, υπογραμμίζει την ανάγκη μείωσης της κλιματικής αλλαγής και εφαρμογής μέτρων προσαρμογής. Οι συγγραφείς τονίζουν τη σημασία της τήρησης της Συμφωνίας του Παρισιού, της διεθνούς συμφωνίας για τον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από 1,5 °C σε σχέση με τα προ-βιομηχανικά επίπεδα. Ο περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας σε μόλις 0,01°C ετησίως θα οδηγήσει σε παγκόσμιο κέρδος εισοδήματος περίπου 0,25%.
Η ερευνητική ομάδα προτείνει μελλοντικές μελέτες να εξετάσουν στρατηγικές προσαρμογής και μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, προσαρμοσμένες σε συγκεκριμένες χώρες. Ωστόσο, ακόμη και με την εφαρμογή τέτοιων πρωτοβουλιών, οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανάπτυξη είναι πιθανό να παραμείνουν, ειδικά σε χώρες με θερμότερο κλίμα και χαμηλότερα εισοδήματα. Τονίζεται, δε, ότι «καμία χώρα δεν είναι απρόσβλητη» από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, εάν δεν περιοριστούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. «Πριν από λιγότερο από μια δεκαετία, οι περισσότεροι οικονομολόγοι θα υποστήριζαν ότι η κλιματική αλλαγή ήταν κάτι για το οποίο μόνο οι θερμότερες, νότιες χώρες έπρεπε να ανησυχούν», καταλήγουν οι ειδικοί, «Πλέον αμφισβητούμε αυτή την υπόθεση».