Η συχνότητα που πάτε τουαλέτα λέει πολλά για την υγεία σας

Η συχνότητα των επισκέψεων στην τουαλέτα αποκαλύπτει μυστικά για την υγεία!

Υγεία
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Η συχνότητα και η ταχύτητα με την οποία επισκέπτεστε την τουαλέτα δεν είναι απλώς μια καθημερινή λεπτομέρεια, αλλά μπορεί να αποκαλύψει σημαντικές πληροφορίες για την υγεία σας. Νέα επιστημονικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι ο χρόνος διέλευσης των κοπράνων συνδέεται άμεσα με τη σύσταση του εντερικού μικροβιώματος, το οποίο επηρεάζει τα πάντα, από τον μεταβολισμό μέχρι τη λειτουργία του εγκεφάλου.

Μια ανασκόπηση του 2023, η οποία συγκέντρωσε δεδομένα από πολλές μελέτες, κατέδειξε σαφείς διαφορές στο μικροβίωμα του εντέρου μεταξύ ατόμων με "γρήγορη" και "αργή" κένωση. Δεδομένου ότι το ανθρώπινο εντερικό μικροβίωμα συνδέεται άμεσα με την υγεία, αυτά τα ευρήματα ίσως αποκαλύπτουν πτυχές που μέχρι σήμερα παρέμεναν απαρατήρητες.

Ειδικότερα, οι αργοί χρόνοι διέλευσης και η δυσκοιλιότητα έχουν συσχετιστεί με μεταβολικές και φλεγμονώδεις διαταραχές, καθώς και με νευρολογικές παθήσεις όπως η νόσος Πάρκινσον. Η κατανόηση των προφίλ του μικροβιώματος που σχετίζονται με αυτούς τους χρόνους διέλευσης μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη νέων τρόπων αντιμετώπισης και διαχείρισης αυτών των καταστάσεων.

«Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στον χρόνο διέλευσης, είτε μεταξύ ανθρώπων, είτε και στον ίδιο άνθρωπο, μπορούμε να προωθήσουμε την κατανόησή μας σχετικά με τις αλληλεπιδράσεις διατροφής–μικροβιώματος και τις μικροβιακές υπογραφές που σχετίζονται με ασθένειες», αναφέρουν οι διατροφολόγοι Νίκολα Προχάσκoβα και Χένρικ Ρόγκαερ από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, οι οποίοι δημοσίευσαν τη σχετική έρευνα στο Gut.

«Συνολικά, απαιτείται καλύτερη κατανόηση των περίπλοκων, αμφίδρομων σχέσεων ανάμεσα στο μικροβίωμα και τον χρόνο διέλευσης για να κατανοήσουμε τις διαφοροποιήσεις του μικροβιώματος σε υγεία και ασθένεια», επισημαίνουν οι ερευνητές, σύμφωνα με το Science Alert.

Είναι ήδη γνωστό ότι το εντερικό μικροβίωμα παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της υγείας και ότι επηρεάζεται από παράγοντες όπως η άσκηση, η διατροφή, ακόμη και διάφορες ασθένειες. Η ερευνητική ομάδα θέλησε να διαπιστώσει αν υπάρχει ένας ακόμη, πιο απλός παράγοντας που παραβλέπουμε: ο χρόνος παραμονής των μικροβίων μαζί με τα κόπρανα, πριν την αποβολή τους.

Για τη μελέτη, συγκεντρώθηκαν προηγούμενα ερευνητικά δεδομένα σχετικά με τον χρόνο διέλευσης, τη σύσταση και την υφή των κοπράνων, τη διατροφή των συμμετεχόντων, τη σύνθεση του μικροβιώματός τους και τα μεταβολικά προϊόντα που παράγουν τα μικρόβια. Τα αποτελέσματα προήλθαν από μελέτες με χιλιάδες ασθενείς, τόσο υγιείς όσο και άτομα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, δυσκοιλιότητα και κίρρωση του ήπατος.

Η κατανόηση του χρόνου διέλευσης δεν είναι απλή υπόθεση. Μπορεί να περιλαμβάνει ειδικές κάψουλες με αισθητήρες που καταγράφουν την πορεία τους στο πεπτικό σύστημα, ή τη χρήση της Κλίμακας Κοπράνων του Μπρίστολ, ένα οπτικό εργαλείο που ταξινομεί τα κόπρανα ανάλογα με τη σύστασή τους.

Άλλες μέθοδοι περιλαμβάνουν την καταγραφή του χρόνου που χρειάζεται ένα άτομο για να αποβάλει μπλε χρωστική ή σπασμένους κόκκους καλαμποκιού. Όλες αυτές οι μέθοδοι έχουν τον ίδιο σκοπό: να εκτιμηθεί ο χρόνος παραμονής του φαγητού στο παχύ έντερο. Όσο μεγαλύτερη η παραμονή, τόσο περισσότερος χρόνος έχουν τα βακτήρια για να ζυμώσουν το περιεχόμενο, να ρυθμίσουν την οξύτητα του εντέρου και να παράγουν μεταβολίτες που επηρεάζουν την υγεία.

Τα αποτελέσματα της ανάλυσης έδειξαν ότι οι άνθρωποι με γρήγορο χρόνο διέλευσης είχαν εντελώς διαφορετικό μικροβίωμα σε σύγκριση με όσους είχαν αργό χρόνο διέλευσης. Η προσθήκη του χρόνου διέλευσης στα δεδομένα των ασθενών παρείχε καλύτερες προβλέψεις για το μικροβίωμα, σε σχέση με την ανάλυση της διατροφής και μόνο.

Όπως ήταν αναμενόμενο, όσοι είχαν ταχύτερη διέλευση είχαν μικροβίωμα κυριαρχούμενο από είδη που αναπτύσσονται γρήγορα και ευδοκιμούν σε διατροφή πλούσια σε υδατάνθρακες και χαμηλή σε λιπαρά. Οι πιο αργοί χρόνοι διέλευσης, αντίθετα, συνδέονται συχνά με είδη που ευδοκιμούν με βάση τις πρωτεΐνες.

Και τα δύο άκρα παρουσιάζουν μειωμένη ποικιλία μικροβιώματος σε σχέση με τους ανθρώπους που έχουν "μέσο" χρόνο διέλευσης, υποδεικνύοντας ότι οι ακραίες συνθήκες δημιουργούν περιβάλλοντα όπου εξειδικευμένα μικρόβια επικρατούν, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο.

Συνολικά, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ο χρόνος διέλευσης είναι ένα παραγνωρισμένο εργαλείο για την κατανόηση της λειτουργίας του εντέρου, του ρόλου του στη συνολική υγεία και του τρόπου με τον οποίο οι ασθενείς ανταποκρίνονται σε θεραπείες όπως τα προβιοτικά. Ενδεχομένως, εξηγεί γιατί οι ίδιες συμβουλές για την υγεία του εντέρου δεν λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο για όλους.

Οι χρόνοι διέλευσης μπορεί ακόμη να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο το σώμα ανταποκρίνεται σε προβιοτικά, συμπληρώματα ή φάρμακα που αλληλεπιδρούν με το έντερο. Η αναγνώριση του ατομικού «ρυθμού του εντέρου» θα μπορούσε να συμβάλει σε πιο εξατομικευμένες θεραπείες και διατροφικές συστάσεις.

«Ενσωματώνοντας μετρήσεις του χρόνου διέλευσης σε μελέτες που αφορούν το μικροβίωμα, μπορούμε να προωθήσουμε την κατανόηση των δεσμών μεταξύ μικροβιώματος, διατροφής και ασθένειας», καταλήγουν οι ερευνητές. «Τέτοιες γνώσεις μπορεί να είναι καθοριστικές για την πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία μιας σειράς παθήσεων, εντός και εκτός του εντέρου, σε όλη τη διάρκεια της ζωής».