Γρίπη κατά τη διάρκεια των γιορτών: Οι ειδικοί προειδοποιούν για τη μετάδοσή της – Ποιοι κινδυνεύουν

Έρχεται «τσουνάμι» γρίπης στην Ελλάδα! Τι πρέπει να προσέξουμε τις γιορτές;

Υγεία
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Σημαντική αύξηση παρουσιάζουν τα κρούσματα εποχικής γρίπης στην Ευρώπη, με τις ελληνικές υγειονομικές αρχές να αναμένουν έξαρση και στη χώρα μας τις επόμενες ημέρες.

Η φετινή περίοδος γρίπης ξεκίνησε περίπου τέσσερις εβδομάδες νωρίτερα σε σύγκριση με προηγούμενες χρονιές, γεγονός που αποδίδεται στην επικράτηση του υποκλάδου K του ιού της γρίπης A(H3N2). Η καθηγήτρια Επιδημιολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, δήλωσε στο Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) ότι «ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η επικράτηση στελεχών του ιού της γρίπης Α(H3N2) και ειδικότερα του υποστελέχους Κ, το οποίο φαίνεται να μεταδίδεται ταχύτερα και να συμβάλλει σε αυξημένο αριθμό κρουσμάτων». Παρότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το νέο υποστέλεχος προκαλεί βαρύτερη νόσο, η ταχεία διασπορά του αυξάνει σημαντικά το φορτίο στα συστήματα υγείας.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), το συγκεκριμένο στέλεχος έχει καταστεί κυρίαρχο στην Ευρώπη, αντιπροσωπεύοντας έως και το 90% των επιβεβαιωμένων περιστατικών. Η κυκλοφορία είναι ιδιαίτερα υψηλή σε παιδιά ηλικίας 5-14 ετών, ενώ σε ορισμένες χώρες καταγράφεται αύξηση των νοσηλειών, κυρίως μεταξύ ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω. Η κατάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, με το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) να βρίσκεται αντιμέτωπο με έντονη πίεση λόγω της ραγδαίας αύξησης των κρουσμάτων γρίπης. Χιλιάδες ασθενείς νοσηλεύονται καθημερινά, με τις εισαγωγές να αυξάνονται κυρίως μεταξύ ηλικιωμένων και ατόμων με υποκείμενα νοσήματα. Οι βρετανικές αρχές αναφέρουν ότι η έξαρση της γρίπης συμπίπτει με την κυκλοφορία και άλλων αναπνευστικών ιών, προκαλώντας καθυστερήσεις στα επείγοντα και έλλειψη διαθέσιμων κλινών. Η κ. Ψαλτοπούλου τονίζει ότι η εξέλιξη αυτή λειτουργεί ως προειδοποιητικό παράδειγμα για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.

Οι υγειονομικές αρχές στην Ελλάδα έχουν τεθεί σε αυξημένη επαγρύπνηση, καθώς αναμένεται έξαρση της εποχικής γρίπης τις επόμενες εβδομάδες, λόγω και των αυξημένων κοινωνικών επαφών της εορταστικής περιόδου. Η κ. Ψαλτοπούλου εξηγεί ότι οι συγκεντρώσεις σε κλειστούς χώρους, τα ταξίδια και η αυξημένη κινητικότητα δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για τη μετάδοση των αναπνευστικών ιών. Ο ΠΟΥ επισημαίνει ότι η μετάδοση της εποχικής γρίπης γίνεται κυρίως μέσω σταγονιδίων, αλλά και μέσω επαφής με μολυσμένες επιφάνειες, ιδιαίτερα σε κλειστούς χώρους με ανεπαρκή αερισμό.

Ο ΠΟΥ και άλλοι διεθνείς οργανισμοί συμφωνούν ότι οι πολίτες άνω των 60 ετών, τα άτομα με χρόνια νοσήματα, οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς, οι έγκυες γυναίκες και τα μικρά παιδιά μέχρι 5 ετών, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών από τη γρίπη. Για τις ομάδες αυτές, η λοίμωξη μπορεί να οδηγήσει σε πνευμονία, επιδείνωση υποκείμενων νοσημάτων και ανάγκη νοσηλείας.

Ο ΠΟΥ τονίζει ότι ο ετήσιος αντιγριπικός εμβολιασμός παραμένει το σημαντικότερο μέτρο πρόληψης, μειώνοντας τον κίνδυνο σοβαρής νόσησης και θανάτου, ιδίως στις ευπαθείς ομάδες. Στην Ελλάδα, υπάρχει δωρεάν εμβολιαστική κάλυψη, που συμπεριλαμβάνει και ειδικά ανοσοενισχυτικά εμβόλια για τα άτομα τρίτης ηλικίας, καθώς και το ρινικό εμβόλιο της γρίπης για τα παιδιά. Επιπλέον, βασικά μέτρα ατομικής προστασίας, όπως η υγιεινή των χεριών, ο καλός αερισμός, η απομόνωση σε περίπτωση συμπτωμάτων και η χρήση μάσκας σε εσωτερικούς χώρους με συνωστισμό, συμβάλλουν στον περιορισμό της διασποράς.

Σε περίπτωση επιδείνωσης των συμπτωμάτων χρειάζεται ιατρική συμβουλή, καθώς και άμεση έναρξη αντι-ιϊκής αγωγής σε άτομα υψηλού κινδύνου. Υπάρχει επίσης διαθέσιμο ειδικό διαγνωστικό kit για τη διαφοροδιάγνωση ανάμεσα σε γρίπη Α ή Β, κορονοϊό ή αναπνευστικό συγκυτιακό ιό.

Η κ. Ψαλτοπούλου τονίζει ότι «η φετινή έξαρση της γρίπης υπενθυμίζει ότι, παρά την εξοικείωση της κοινωνίας με τις εποχικές ιώσεις, ο ιός της γρίπης εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρή πρόκληση για τη δημόσια υγεία». Η πρόληψη και η συμμόρφωση με τις διεθνείς οδηγίες μπορούν να αποδειχθούν καθοριστικές για την προστασία τόσο των ευπαθών ατόμων όσο και της κοινωνίας συνολικά.