
Έλληνας Επιστήμονας στην Αρκτική: Οι Πάγοι Λιώνουν, ο Πλανήτης Αλλάζει
Στην καρδιά της Αρκτικής, με θερμοκρασίες που αγγίζουν τους -30 βαθμούς, ο Δρ. Μιχάλης Τσαμαδός, καθηγητής, εγκαθιστά ειδικά αλτίμετρα στον θαλάσσιο πάγο, με σκοπό τη μέτρηση του πάχους του. Το απόκοσμο λευκό τοπίο γίνεται το εργαστήριό του για τις επόμενες τρεις εβδομάδες.
Έξι χρόνια πριν, τον Σεπτέμβριο του 2019, ο Δρ. Τσαμαδός συμμετείχε στην MOSAiC, τη μεγαλύτερη πολική αποστολή στην ιστορία, μαζί με επιστήμονες από 20 χώρες. Στόχος τους ήταν η παρατήρηση της περιοχής που βρίσκεται στο επίκεντρο της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Ο κ. Τσαμαδός, ένας από τους ελάχιστους Έλληνες επιστήμονες που μελετούν το πολικό κλίμα, ζει και εργάζεται στο Λονδίνο ως αναπληρωτής καθηγητής στο UCL (University College London), στο Κέντρο Πολικής Παρατήρησης και Μοντελοποίησης. Έχοντας ζήσει στο Παρίσι, επισκέπτεται συχνά την Ύδρα και το Πόντ Ινλέτ, μια μικρή κοινότητα Ινουίτ στο νησί Μπάφιν του Καναδά.
Το ερευνητικό του ενδιαφέρον επικεντρώνεται στη μελέτη του θαλάσσιου πάγου στην Αρκτική και την Ανταρκτική, με σκοπό να διαπιστωθεί ο βαθμός λιώσιμό του λόγω της κλιματικής αλλαγής. Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, χρησιμοποιώντας αλτίμετρα και δορυφορικά δεδομένα, είναι σαφές ότι ο θαλάσσιος πάγος "έχει λιώσει ραγδαία τα τελευταία 40 χρόνια ενώ έχει χάσει περίπου τα ¾ του όγκου του και περίπου το ήμισυ της έκτασής του". Επιπλέον, τονίζει ότι η Αρκτική θερμαίνεται τέσσερις φορές πιο γρήγορα από τον υπόλοιπο πλανήτη.
Αυτό, σύμφωνα με τον επιστήμονα, είναι κρίσιμο για το μέλλον, καθώς η Αρκτική και η Ανταρκτική είναι οι πρώτες περιοχές που υφίστανται τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης, επηρεάζοντας σταδιακά ολόκληρο τον πλανήτη. «Επιδιώκω μέσω της έρευνάς μου να ποσοτικοποιήσω τόσο το αριθμητικό κομμάτι καθώς και την ταχύτητα που λιώνουν οι πάγοι. Ταυτόχρονα προσπαθώ να μοντελοποιήσω τον θαλάσσιο πάγο σε κλιματικά μοντέλα για μεγαλύτερη ακρίβεια αλλά και για καλύτερες προγνώσεις τόσο για τον καιρό βραχυπρόθεσμα όσο και για το κλίμα μακροπρόθεσμα», σημειώνει ο κ. Τσαμαδός στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο Δρ. Τσαμαδός εξηγεί ότι "Αυτό που συμβαίνει στην Αρκτική δεν μένει στην Αρκτική. Το λιώσιμο των πάγων επηρεάζει τον καιρό. Μερικοί άνθρωποι έχουν ονομάσει την Αρκτική το ψυγείο του κόσμου, σαν ένα σύστημα ψύξης, αν όμως αυτό το ξεφορτωθούμε, θα επηρεαστούν πραγματικά πολλά καιρικά φαινόμενα στην Ευρώπη".
Η πρώτη του επαφή με την Αρκτική ήταν το 2019, με την αποστολή MOSAiC. Για έναν ολόκληρο χρόνο, ένα ρωσικό παγοθραυστικό παρασυρόταν από τον πάγο, ενώ ο Δρ. Τσαμαδός και άλλοι επιστήμονες μελετούσαν τις ιδιότητές του. «Ήταν μια μοναδική εμπειρία· τοποθετούσαμε υπερσύγχρονα όργανα μέσα στον πάγο, μετρώντας τον αέρα, τον πάγο αλλά και τον ωκεανό», θυμάται.
Η εμπειρία αυτή αποτέλεσε αφετηρία για τη συνεργασία του με τους Ινουίτ, τους αυτόχθονες κατοίκους του Βόρειου Καναδά. Κάθε άνοιξη, επιστρέφει στο Pond Inlet και μένει μαζί τους για εβδομάδες, βοηθώντας τους στη χαρτογράφηση του πάγου για ασφαλέστερα ταξίδια. «Οι Ινουίτ είναι λίγο σαν τους Έλληνες. Εξαιρετικοί ναυτικοί, που ταξιδεύουν στον παγωμένο ωκεανό εδώ και χιλιάδες χρόνια», εξηγεί.
Χρησιμοποιώντας δορυφορικά δεδομένα και drones, η ομάδα του καταγράφει την κατάσταση του πάγου, εντοπίζοντας τις ομαλές και επικίνδυνες περιοχές. «Στην Ελλάδα οδηγούμε σε αυτοκινητόδρομους· στην Αρκτική οι δρόμοι είναι πάνω στον πάγο. Με τα snowmobiles τους, οι Ινουίτ διασχίζουν μια ασταθή επιφάνεια, και αν δεν γνωρίζεις τα μονοπάτια, μπορεί να βρεθείς σε κίνδυνο», λέει.
Παρότι έφυγε από την Ελλάδα σε μικρή ηλικία, ο κ. Τσαμαδός συγκρίνει συχνά το Pond Inlet με την Ύδρα, το αγαπημένο του νησί: «έχουν περίπου το ίδιο μέγεθος, μόνο που στην Ύδρα η θερμοκρασία αγγίζει τους 30 βαθμούς το καλοκαίρι, στον Καναδά τον Απρίλιο το θερμόμετρο πέφτει στους -30». Στην πρώτη του αποστολή στην Αρκτική, ύψωσε την ελληνική σημαία και εκείνη της Ύδρας, επισφραγίζοντας συμβολικά το ταξίδι του.
Έχοντας ταξιδέψει στην Αρκτική για έξι χρόνια, ο κ. Τσαμαδός τονίζει τις ορατές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. «Όταν ταξιδεύει κανείς στην Αρκτική, στην περιοχή που ονομάζεται Θάλασσα Μπάρεντς, βρίσκεται σε μια περιοχή που έχει θερμανθεί κατά σχεδόν, νομίζω, πάνω από 5 βαθμούς τα τελευταία 40 χρόνια. Φανταστείτε λοιπόν την Ελλάδα να είναι κατά μέσο όρο 5 βαθμούς θερμότερη τον χρόνο. Αυτή τη στιγμή είναι περίπου 1 ή 2 βαθμούς πιο ζεστά, σε αυτά τα μέρη όμως η κατάσταση είναι μία εικόνα για το μέλλον, μιας και οι θερμοκρασίες έχουν ήδη αυξηθεί εκεί κατά 5 βαθμούς ετησίως. Οπότε το πρώτο που με εντυπωσιάζει είναι η αλλαγή που έχει συμβεί κατά τη διάρκεια της ζωής μου εκεί. Βλέπεις μέρη που είχαν παγωμένο ωκεανό, βόρεια της Ρωσίας, βόρεια του Μούρμανσκ, τώρα πλέον δεν έχουν αυτό τον χειμώνα. Είναι μια πλήρης μεταμόρφωση. Το άλλο επίσης που μου έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον είναι ότι και οι Ινουίτ βιώνουν φυσικά αυτές τις αλλαγές. Η χειμερινή περίοδος, όπου μπορούν να κυνηγούν και να οδηγούν στον πάγο, είναι όλο και πιο σύντομη, οπότε τώρα έχουν μια μακρύτερη περίοδο τήξης, όπου είναι σαν την Ελλάδα: ο ωκεανός είναι υγρός και δεν μπορούν να κυνηγήσουν, να κάνουν ιστιοπλοΐα και άλλα παρόμοια, αλλά δεν μπορούν και να οδηγούν στον πάγο. Συμπερασματικά η Αρκτική και τώρα η Ανταρκτική είναι το ίδιο: οι πάγοι λιώνουν πολύ γρήγορα. Για να καταλάβετε το άμεσο αποτέλεσμα των πράξεών μας, για κάθε τόνο CO2 (διοξειδίου του άνθρακα) που εκπέμπουμε, λιώνουν 3 τετραγωνικά μέτρα θαλάσσιου πάγου στο τέλος του καλοκαιριού, οπότε όταν παίρνετε ένα αεροπλάνο για να πάτε στη Νέα Υόρκη και να επιστρέψετε, για παράδειγμα, είναι περίπου 3 τόνοι CO2 που θα λιώσουν, 10 τετραγωνικά μέτρα θαλάσσιου πάγου. Μόνο απ’ αυτό το ταξίδι. Οι ενέργειές μας έχουν άμεσο αντίκτυπο στον θαλάσσιο πάγο και στον παγωμένο ωκεανό», τονίζει ο κ. Τσαμαδός στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Όπως εξηγεί, φέρνοντας ως παράδειγμα τις πλημμύρες του «Daniel» το 2023, τέτοιου είδους φαινόμενα «συνδέονται με την Αρκτική, δεν είναι ξεχωριστά», και προσθέτει ότι οι «medicanes» για παράδειγμα είναι όλο και πιο συχνοί καθώς σχετίζονται με την αλλαγή της θερμοκρασίας της επιφάνειας της θάλασσας.
Οι προκλήσεις για έναν επιστήμονα σε τέτοιες αποστολές είναι πολλές: το κρύο, ο κατάλληλος εξοπλισμός, έμπειροι συνεργάτες, και το υψηλό κόστος μεταφοράς. Επίσης, η κατανόηση του τρόπου λειτουργίας αυτών των περιοχών ως μέρος του κλίματος είναι δύσκολη, λόγω της έλλειψης δεδομένων και μετεωρολογικών σταθμών. «Έχουμε πολύ λιγότερα δεδομένα στην Αρκτική και στην Ανταρκτική. Δεν έχουμε τόσους πολλούς μετεωρολογικούς σταθμούς. Είναι ένας ωκεανός, οπότε δεν υπάρχει τίποτα στη μέση για να μετρήσεις. Οι μετρήσεις είναι πολύ λίγες, οπότε αυτό καθιστά πιο δύσκολη την κατανόηση του καιρού και του κλίματος αυτών των περιοχών. Για τον λόγο αυτό είναι σημαντικό να συνεργαζόμαστε με τους Ινουίτ, με τους αυτόχθονες που ζουν εκεί, αλλά και να χρησιμοποιούμε δορυφορικά δεδομένα. Τα δορυφορικά δεδομένα είναι ένας από τους κύριους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε αυτά τα ακραία και αραιοκατοικημένα μέρη. Αυτές είναι μερικές από τις προκλήσεις», σημειώνει.
Ο κ. Τσαμαδός υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, βρίσκεται «στην πρώτη γραμμή της κλιματικής αλλαγής», και είναι επιτακτική η ανάγκη για προσαρμογή. Η αξιοποίηση «έξυπνων τρόπων προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και η επένδυση σε αυτούς από τις κυβερνήσεις» είναι απαραίτητη για τις χώρες που ήδη υφίστανται τις επιπτώσεις και θα τις υποστούν ακόμη πιο έντονα στο μέλλον.
«Η Ευρώπη είναι ηγέτης, για παράδειγμα, στα δορυφορικά δεδομένα, μέσω του προγράμματος Copernicus. Επομένως είναι ανάγκη να επενδύσουμε σε τεχνολογία που θα μας κάνει να προσαρμοστούμε καλύτερα στην κλιματική αλλαγή και να οικοδομήσουμε ανθεκτικότητα απέναντι σε αυτήν».
Τέλος, ο κ. Τσαμαδός αναφέρει ότι μέσω της τεχνητής νοημοσύνης και των μοντέλων πρόγνωσης καιρού που έχει αναπτύξει το DeepMind, η ομάδα του είναι σε θέση να κάνει καλύτερες προγνώσεις για τον καιρό, προβλέποντας την εξέλιξή του από 6 ώρες έως και 10 ημέρες. «Αυτά τα μοντέλα σε πολλές περιπτώσεις έχουν καλύτερα αποτελέσματα από τα μετεωρολογικά συστήματα πρόγνωσης καιρού. Είναι εξαιρετικά χρήσιμα επειδή τώρα εκτελούνται πολύ γρήγορα. Εκτιμώ ότι τα επόμενα χρόνια τα εργαλεία αυτά θα μπορεί να είναι διαθέσιμα ακόμη και στα κινητά μας τηλέφωνα ή στα laptop μας και θα προβλέπεται με μεγάλη ακρίβεια η θερμοκρασία, η ξηρασία, ο κίνδυνος πυρκαγιάς κλπ. «Είναι πολύ σημαντικό η Ελλάδα και η Ευρώπη να συμμετέχουν και να ηγηθούν σε αυτό, ώστε να μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα εργαλεία προς στρατηγικό μας όφελος», αναφέρει.
Πηγή: ΑΠΕ