Γιώργος Σταθάκης: Η κλιματική κρίση και ο μονόδρομος της πράσινης μετάβασης

Αποκάλυψη: Πώς η Πράσινη Μετάβαση Μπορεί να Αποτρέψει τον Κοινωνικό Αποκλεισμό!

Περιβάλλον
Δημοσιεύθηκε  · 6 λεπτά ανάγνωση

Η ανάγκη για μια κοινωνικά δίκαιη πράσινη μετάβαση είναι επιτακτική, καθώς δεν αποτελεί απλώς μια υπόθεση της αγοράς. Η κλιματική κρίση και η υπερθέρμανση του πλανήτη, με την αύξηση των εκπομπών ρύπων, κυριαρχούν στην ατζέντα.

Είναι ανθρωπογενής η κλιματική κρίση; Υπάρχει πιθανότητα αντιστροφής αυτής της κατάστασης; Η απάντηση κρύβεται στην εξέταση των δημογραφικών και οικονομικών δεδομένων των τελευταίων δεκαετιών.

Στο 1800, ο παγκόσμιος πληθυσμός άγγιζε μόλις το 1 δισεκατομμύριο, για να εκτοξευθεί στα 8 δισεκατομμύρια το 2000. Σήμερα, βρισκόμαστε στα 8,3 δισεκατομμύρια, με εμφανή επιβράδυνση και προοπτική για την περίφημη «δημογραφική κρίση». Η Ευρώπη, η Ιαπωνία, η Ρωσία, η Κίνα και η Ινδία αναμένεται να βιώσουν σημαντική μείωση πληθυσμού.

Η "πληθυσμιακή έκρηξη" οφείλεται στη μείωση της παιδικής θνησιμότητας, την αντιμετώπιση των επιδημιών, την επιμήκυνση του μέσου όρου ζωής και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης. Η "δημογραφική κρίση", αντίθετα, οφείλεται στη μείωση του συντελεστή γεννήσεων.

Από το 1970, ο παγκόσμιος πληθυσμός διπλασιάστηκε, ενώ η παγκόσμια οικονομία εξαπλασιάστηκε. Το παγκόσμιο ΑΕΠ εκτινάχθηκε από 17 μονάδες το 1970 σε 105 το 2024. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ τριπλασιάστηκε, φτάνοντας τις 12 χιλιάδες δολάρια, μια πρωτοφανής οικονομική ανάπτυξη για τον πλανήτη.

Τον 20ο αιώνα, ο κόσμος χωριζόταν σε τρεις διακριτούς πόλους: τον «Πρώτο» (ΗΠΑ και Δυτική Ευρώπη), τον «Δεύτερο» (Σοβιετική Ένωση και σοσιαλιστικές χώρες) και τον «Τρίτο Κόσμο», βυθισμένο στην υπανάπτυξη. Το 1990, με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, ο κόσμος άλλαξε ριζικά.

Ακολούθησε η εποχή της «νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης», με την απελευθέρωση των αγορών και του διεθνούς εμπορίου. Έκτοτε, ο αναπτυσσόμενος κόσμος αναπτύσσεται ταχύτερα από τον «Πρώτο». Η Σοβιετική Ένωση, η δεύτερη οικονομία του κόσμου το 1970, σήμερα έχει συρρικνωθεί σε μόλις 2% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Ο «Πρώτος Κόσμος» είδε το ειδικό του βάρος να μειώνεται. Οι ΗΠΑ, από το 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ στην ακμή τους, περιορίζονται σήμερα στο 25%. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στο 17%, ενώ η Κίνα εκτοξεύτηκε από το 1,7% το 1980 στο 23% σήμερα.

Οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ε.Ε. κυριαρχούν, ενώ εντυπωσιακή είναι η άνοδος των ασιατικών οικονομιών (Ινδονησία, Σιγκαπούρη, Μαλαισία, Νότια Κορέα, Βιετνάμ, Ινδία), της Λατινικής Αμερικής (Βραζιλία, Χιλή, Κολομβία, Μεξικό) και της Τουρκίας, η οποία τετραπλασίασε την οικονομία της σε 20 χρόνια.

Οι πρωτεργάτες της παγκοσμιοποίησης (ΗΠΑ, Βρετανία) στράφηκαν στον απομονωτισμό, αποδίδοντας την οικονομική τους παρακμή στους μετανάστες, τις γραφειοκρατίες και την παραβίαση των κανόνων του ελεύθερου εμπορίου από την Κίνα.

Το τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» έγινε το οχυρό μιας οικονομικής αναδίπλωσης σε έναν κόσμο που άλλαξε για πάντα. Οι παγκόσμιες οικονομικές υπερδυνάμεις κοιτούν στο παρελθόν και αρνούνται να ασκήσουν πολιτική με βάση τη νέα πραγματικότητα.

Ο κόσμος σήμερα δεν έχει καμία σχέση με τον κόσμο του 20ου αιώνα, αλλά πολλοί εξακολουθούν να τον βλέπουν με τη στατική ματιά του παρελθόντος.

Το τεχνολογικό κενό μεταξύ του «Πρώτου» και «Τρίτου» κόσμου μειώθηκε σημαντικά, με τη διάχυση του βιομηχανικού και αγροτικού συστήματος. Όλο και πιο σημαντικό ρόλο παίζει το μέγεθος του πληθυσμού και της «εργασίας», καθώς το «κεφάλαιο» και η «τεχνολογία» διαχέονται με μεγαλύτερη ευκολία.

Η Κίνα μετατράπηκε όχι μόνο στο «εργοστάσιο του κόσμου», αλλά και σε μια τεχνολογική δύναμη που κοιτά τη Δύση στα μάτια. Το Βιετνάμ έγινε ο δεύτερος παραγωγός καφέ στον κόσμο. Και ενώ το μοντέλο της εντατικής γεωργίας είναι καταστροφικό για το περιβάλλον, τρέφει σήμερα διπλάσιο πληθυσμό παγκοσμίως.

Εν μέσω αυτής της μεγάλης ανάπτυξης, μειώθηκε η παγκόσμια φτώχεια. Στην Κίνα και την Ινδία, 1,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι ξεπέρασαν το κατώφλι της απόλυτης φτώχειας.

Ωστόσο, οι κοινωνικές ανισότητες παραμένουν το πιο σημαντικό ζήτημα στις σημερινές κοινωνίες. Η οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων 30 χρόνων συνδέεται με αύξηση των ανισοτήτων παντού. Η ανάπτυξη φέρει το βαρύ αποτύπωμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.

Το βιομηχανικό σύστημα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την καταστροφή του περιβάλλοντος. Η κύρια πηγή μόλυνσης είναι οι υδρογονάνθρακες, οι οποίοι παράγουν ρύπους CO2, δημιουργώντας το φαινόμενο του θερμοκηπίου και την υπερθέρμανση του πλανήτη.

Η πρόσφατη διεθνής ανάπτυξη συνοδεύτηκε από την επέκταση του "καταναλωτικού μοντέλου του δυτικού κόσμου", το οποίο συνδέεται με τη μαζική μετανάστευση του πληθυσμού από τον αγροτικό στον αστικό χώρο. Αυτό το μοντέλο έχει τρεις πυλώνες παραγωγής ρύπων: κατοικία, μεταφορές-αυτοκίνητο και βιομηχανική-αγροτική παραγωγή. Ο τέταρτος πυλώνας είναι η παραγωγή ενέργειας.

Η κατάσταση σήμερα είναι σοκαριστική: το 92% της ενέργειας που δαπανά η παγκόσμια οικονομία καλύπτεται από υδρογονάνθρακες και μόλις το 8% από ανανεώσιμες πηγές. Ο κόσμος καταναλώνει περισσότερο πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα από ποτέ.

Ζούμε μια πρωτοφανή οικολογική καταστροφή. Η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη καταγράφεται ήδη στον 1,5 βαθμό. Για να σταματήσει εκεί, χρειάζεται να εξαφανιστεί η χρήση υδρογονανθράκων.

Το 2015, στο Παρίσι, 195 χώρες δεσμεύτηκαν να μηδενίσουν την παραγωγή ρύπων έως το 2050, εξοβελίζοντας οριστικά τη χρήση υδρογονανθράκων. Ενδιάμεσος στόχος είναι το 2030, με μείωση των ρύπων κατά 50% σε σχέση με το 1990. Η Συμφωνία προέβλεπε επίσης την αρωγή των πλουσιότερων χωρών προς τις λιγότερο ανεπτυγμένες.

Η Ευρώπη υιοθέτησε τους στόχους του Παρισιού, δημιουργώντας στρατηγικές για την αγροτική οικονομία, τη βιομηχανία, τις μεταφορές και την κατοικία. Ενθάρρυνε την εγκατάσταση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αλλά η έλλειψη ικανοποιητικών τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας οδήγησε στην επιλογή του φυσικού αερίου ως μεταβατικό καύσιμο.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία κατέρρευσε αυτή τη στρατηγική. Η εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο έγινε προβληματική και το αμερικανικό LNG δεν αρκεί. Οι αγρότες ξεσηκώθηκαν με την αύξηση των τιμών ενέργειας και η Κομισιόν κάλεσε τις χώρες να αναζητήσουν «εθνικές λύσεις».

Υπό αυτές τις συνθήκες, έχουμε επιβράδυνση της πράσινης μετάβασης στην Ευρώπη, αποχώρηση των ΗΠΑ και την Κίνα να κατέχει την τεχνολογική υπεροχή σχεδόν στα πάντα.

Σ’ όλα αυτά προστέθηκε και το Rearm της Ευρώπης, διεκδικώντας πόρους που θα δέσμευε η πράσινη μετάβαση. Παραδόξως, η Ευρωπαική Ένωση έθεσε ακόμα πιο ψηλούς στόχους για την πράσινη μετάβαση, επενδύοντας στην αμφίβολη ιδέα ότι η κινητοποίηση των κοινωνιών θα την επιταχύνει.

Δεν υπάρχει επιστροφή. Η οικολογική καταστροφή είναι τεράστια και κάθε απόκλιση από το στόχο σημαίνει ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη θα φτάσει τους 2 βαθμούς, που τα επιστημονικά μοντέλα περιγράφουν ως εφιαλτικούς.

Χρειαζόμαστε πράσινες πολιτικές παντού, με επιτάχυνση της αποθήκευσης και ενίσχυση των δικτύων μεταφοράς ενέργειας. Η πράσινη μετάβαση πρέπει να είναι κοινωνικά δίκαιη και υπόθεση της κοινωνίας, των τοπικών κοινωνιών, των ενεργειακών κοινοτήτων. Αρκεί να «πολιτικοποιήσουμε» το νέο κύκλο βιωσιμότητας των πόλεων, της παραγωγής και της κατανάλωσης αγαθών και υπηρεσιών. Ο μονόδρομος είναι μονόδρομος. Χρειάζεται «πόλεμος θέσεων» για την πράσινη μετάβαση, με την κοινωνία παρούσα, χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς, με σχέδιο και με «ακραίες» θέσεις κατά της «κατανάλωσης υδρογονανθράκων» παντού. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.

*Ο Γιώργος Σταθάκης είναι πρώην υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας.*