Επίσημα σε shutdown οι ΗΠΑ - Τι σημαίνει και τι θα συμβεί στη συνέχεια

Χάος στις ΗΠΑ: Κυβέρνηση σε «shutdown» – Τι σημαίνει αυτό;

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 6 λεπτά ανάγνωση

Μετά τα μεσάνυχτα στις ΗΠΑ, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση κατέβασε επίσημα ρολά, καθώς το Κογκρέσο αδυνατεί να εγκρίνει μέτρα χρηματοδότησης. Το πολιτικό αδιέξοδο αφήνει το μέλλον της χώρας μετέωρο, σηματοδοτώντας το πρώτο «shutdown» από το 2019.

Οι ηγέτες και των δύο κομμάτων, Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί, ρίχνουν ο ένας στον άλλον την ευθύνη. Οι Ρεπουμπλικανοί επιμένουν πως οι Δημοκρατικοί οφείλουν να συναινέσουν σε παράταση της τρέχουσας χρηματοδότησης για άλλες επτά εβδομάδες. Ωστόσο, οι Δημοκρατικοί αρνούνται να το πράξουν χωρίς ουσιαστικές παραχωρήσεις, θέτοντας προσκόμματα στην ψήφιση οποιουδήποτε μέτρου χρηματοδότησης στη Γερουσία, όπως μεταδίδει το CNN.

Οι γερουσιαστές αποχώρησαν από το Καπιτώλιο, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα για τη διάρκεια του «shutdown». Η Γερουσία αναμένεται να επαναψηφίσει το σχέδιο χρηματοδότησης των Ρεπουμπλικάνων, το οποίο, όπως έχουν δεσμευτεί οι ηγέτες τους, θα κατατίθεται καθημερινά μέχρι να κάμψουν την αντίσταση των Δημοκρατικών και να επαναλειτουργήσει η κυβέρνηση.

Το «λουκέτο» στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση σημαίνει ότι εκατοντάδες χιλιάδες ομοσπονδιακοί υπάλληλοι τίθενται σε διαθεσιμότητα, ενώ όσοι θεωρούνται απαραίτητοι καλούνται να συνεχίσουν την εργασία τους, χωρίς όμως την εγγύηση της άμεσης καταβολής των μισθών τους. Παράλληλα, υπάρχουν και υπάλληλοι που θα συνεχίσουν να πληρώνονται, καθώς οι θέσεις τους δεν εξαρτώνται από τις ετήσιες πιστώσεις του Κογκρέσου.

Οι Ρεπουμπλικάνοι του Τραμπ, που ελέγχουν τόσο τη Βουλή των Αντιπροσώπων όσο και τη Γερουσία, έχουν ήδη επιτύχει σημαντικές νίκες στον προϋπολογισμό φέτος. Η νομοθεσία με την ονομασία «One Big Beautiful Bill», που ψηφίστηκε τον Ιούλιο, αύξησε τις δαπάνες για την άμυνα και την επιβολή της μετανάστευσης, περιέκοψε κονδύλια για την πράσινη ενέργεια και άλλες προτεραιότητες των Δημοκρατικών, και προχώρησε σε περικοπές στο πρόγραμμα υγειονομικής περίθαλψης Medicaid για άτομα με χαμηλό εισόδημα και άτομα με αναπηρία, με σκοπό τη χρηματοδότηση των φορολογικών ελαφρύνσεων που ωφελούν κυρίως τους πλούσιους.

Επιπλέον, οι Ρεπουμπλικάνοι υποστήριξαν σθεναρά τις προσπάθειες του Λευκού Οίκου να ανακατευθύνει κονδύλια που είχαν ήδη εγκριθεί από το Κογκρέσο για εξωτερική βοήθεια και δημόσια ραδιοτηλεόραση, αμφισβητώντας έτσι τη συνταγματική εξουσία των νομοθετών σε θέματα δαπανών.

Έχουν δηλώσει ότι θα ψηφίσουν υπέρ μιας απόφασης που θα παρατείνει τη χρηματοδότηση στα τρέχοντα επίπεδα έως τις 21 Νοεμβρίου, ώστε να υπάρξει περισσότερος χρόνος για διαπραγμάτευση μιας συμφωνίας για ολόκληρο το έτος.

Από την πλευρά τους, οι Δημοκρατικοί, ως μειοψηφικό κόμμα, δεν διαθέτουν μεγάλη ισχύ. Ωστόσο, οι Ρεπουμπλικάνοι χρειάζονται τουλάχιστον επτά ψήφους των Δημοκρατικών για να περάσουν οποιοδήποτε νομοσχέδιο για τις δαπάνες από τη Γερουσία, όπου απαιτούνται 60 ψήφοι για την έγκριση των περισσοτέρων νομοσχεδίων.

Σε αυτή τη συγκυρία, οι Δημοκρατικοί αξιοποιούν αυτή την επιρροή για να πιέσουν για την ανανέωση των διευρυμένων επιδομάτων υγειονομικής περίθαλψης για όσους αγοράζουν ασφάλιση μέσω του Affordable Care Act. Σύμφωνα με το Reuters, η πρότασή τους θα μονιμοποιήσει τις ενισχυμένες φορολογικές ελαφρύνσεις που διαφορετικά θα έληγαν στο τέλος του έτους και θα τις καταστήσει διαθέσιμες σε περισσότερα νοικοκυριά μεσαίου εισοδήματος.

Εάν αυτές οι φορολογικές ελαφρύνσεις λήξουν, το κόστος της ασφάλισης υγείας θα αυξηθεί δραματικά για πολλούς από τους 24 εκατομμύρια Αμερικανούς που καλύπτονται μέσω του ACA, σύμφωνα με το Kaiser Family Foundation. Ο αντίκτυπος θα είναι ακόμα πιο έντονος στις πολιτείες που ελέγχονται από τους Ρεπουμπλικάνους και δεν έχουν επεκτείνει το πρόγραμμα υγείας Medicaid για τους πολίτες με χαμηλό εισόδημα.

Οι Δημοκρατικοί επιδιώκουν, επίσης, να συμπεριληφθεί σε οποιοδήποτε νομοσχέδιο χρηματοδότησης μια διάταξη που θα απαγορεύει στον Τραμπ να παρακάμπτει μονομερώς τις διατάξεις του ACA ή να παρακρατεί προσωρινά τα κονδύλια. Επιπλέον, επιθυμούν να καταργήσουν άλλους περιορισμούς στην κάλυψη του ACA που θεσπίστηκαν στο «One Big Beautiful Bill».

Σύμφωνα με το μη κομματικό Congressional Budget Office, αυτές οι αλλαγές θα εξασφαλίσουν υγειονομική κάλυψη σε επτά εκατομμύρια Αμερικανούς έως το 2035, αλλά θα αυξήσουν τις δαπάνες της κυβέρνησης για την υγειονομική περίθαλψη κατά 662 δισεκατομμύρια δολάρια σε διάστημα 10 ετών.

Οι Ρεπουμπλικάνοι εμφανίζονται ανοιχτοί στο να εξετάσουν μια λύση για τις φορολογικές ελαφρύνσεις που λήγουν, αλλά υποστηρίζουν ότι το ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί ξεχωριστά, αφήνοντας αμφίβολο το κατά πόσο η «λύση» τους θα διαφέρει ουσιαστικά από αυτή των Δημοκρατικών. Έχουν κατηγορήσει τους Δημοκρατικούς ότι επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν το προσωρινό νομοσχέδιο χρηματοδότησης για να ανοίξουν τις πύλες κρατικών επιδοτήσεων υγειονομικής περίθαλψης για τους παράνομους μετανάστες στις ΗΠΑ.

Οι Δημοκρατικοί του Κογκρέσου απαντούν ότι οι παράνομοι μετανάστες που ζουν στις Ηνωμένες Πολιτείες απαγορεύεται από το νόμο να λαμβάνουν τέτοια βοήθεια.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, περίπου 750.000 δημόσιοι υπάλληλοι θα τεθούν σε υποχρεωτική άδεια άνευ αποδοχών. Η υπηρεσία πολιτικής αεροπορίας (FAA) έχει προειδοποιήσει ότι περισσότεροι από 11.000 υπάλληλοι – περίπου το 1/4 του προσωπικού της – θα τεθούν σε προσωρινή άδεια, ενώ ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και άλλοι αξιωματούχοι ασφαλείας θα υποχρεωθούν να εργάζονται αμισθί έως ότου λήξει το «shutdown».

Ο πρόεδρος Τραμπ εντείνει τις πιέσεις προς τους Δημοκρατικούς, προειδοποιώντας ότι η κατάσταση μπορεί να έχει «μη αναστρέψιμες» επιπτώσεις εάν δεν εγκριθεί ο προϋπολογισμός που ζητούν οι Ρεπουμπλικάνοι. «Μπορούμε, κατά τη διάρκεια του shutdown, να κάνουμε πράγματα που είναι μη αναστρέψιμα, που θα είναι άσχημα... Όπως να απολύσουμε πολλούς ανθρώπους», απείλησε ο Τραμπ.

Η τελευταία διακοπή λειτουργίας της κυβέρνησης διήρκεσε από τον Δεκέμβριο του 2018 έως τον Ιανουάριο του 2019, όταν έληξε η χρηματοδότηση του Κογκρέσου για εννέα υπουργεία με περίπου 800.000 υπαλλήλους.

Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO), η μερική διακοπή λειτουργίας διάρκειας πέντε εβδομάδων κόστισε στην οικονομία 11 δισεκατομμύρια δολάρια.

Επιχειρήσεις σε ολόκληρη τη χώρα ανέφεραν επιβράδυνση της δραστηριότητάς τους, ενώ ορισμένες αναγκάστηκαν να απολύσουν υπαλλήλους. Δεκάδες χιλιάδες ακροάσεις μετανάστευσης σε δικαστήρια ακυρώθηκαν. Οι εργολάβοι της κυβέρνησης δυσκολεύονταν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους.

Η διακοπή λειτουργίας προκλήθηκε από την αντιπαράθεση σχετικά με το αίτημα του Τραμπ να διατεθούν 5,7 δισεκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή τείχους κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό.

Ο Τραμπ υποχώρησε μετά από εβδομάδες, υπογράφοντας ένα νομοσχέδιο για την επαναλειτουργία της κυβέρνησης για τρεις εβδομάδες, ενόσω το Κογκρέσο διαπραγματευόταν μια συμφωνία για τις δαπάνες.

Τρεις εβδομάδες αργότερα, υπέγραψε ένα συμβιβαστικό νομοσχέδιο για τις δαπάνες, προκειμένου να αποφευχθεί ένα νέο κλείσιμο της κυβέρνησης, αποδεχόμενος τελικά ένα νομοσχέδιο που δεν ικανοποιούσε το αίτημά του για 5,7 δισεκατομμύρια δολάρια για το τείχος στα σύνορα που είχε υποσχεθεί.

Από το 1980, έχουν καταγραφεί 14 διακοπές λειτουργίας, οι περισσότερες από τις οποίες διήρκεσαν λίγες ημέρες.