ΤτΕ: Στο 2,1% η ανάπτυξη το 2025, 2026 και 2027

Τράπεζα Ελλάδος: Ανάπτυξη 2,1% έως το 2027 – Τι προβλέπει η έκθεση

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 6 λεπτά ανάγνωση

Στον πρόεδρο της Βουλής και το Υπουργικό Συμβούλιο υποβλήθηκε η Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2025, όπως ορίζεται από το καταστατικό της. Η έκθεση σκιαγραφεί τις προβλέψεις για την ελληνική και την παγκόσμια οικονομία, καθώς και τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η χώρα.

Σύμφωνα με την έκθεση, η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται να διατηρηθεί στο 2,1% για τα έτη 2025, 2026 και 2027, ενώ το 2028 αναμένεται μια μικρή υποχώρηση στο 2%. Ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει αισθητά στο 2,1% το 2026, να παραμείνει σχεδόν αμετάβλητος στο 2,2% το 2027 και να επιταχυνθεί ελαφρώς στο 2,5% το 2028.

Η παγκόσμια οικονομία το 2025 επέδειξε ανθεκτικότητα, παρά τις προκλήσεις όπως οι δασμοί από τις ΗΠΑ και η αυξημένη αβεβαιότητα. Οι ΗΠΑ φαίνεται να έχουν υιοθετήσει μια πιο προστατευτική εμπορική πολιτική, προκαλώντας αναταράξεις στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα στήριξε κυρίως η ενίσχυση της βιομηχανικής παραγωγής και των εξαγωγών χωρών εκτός των ΗΠΑ, λόγω της αυξημένης ζήτησης εισαγωγών ενόψει των νέων δασμών των ΗΠΑ, αλλά και των αμερικανικών επενδύσεων στην τεχνητή νοημοσύνη. Επίσης, η υποχώρηση της αβεβαιότητας, ως αποτέλεσμα εμπορικών συμφωνιών μεταξύ των ΗΠΑ και βασικών εταίρων (ΕΕ, Κίνα, Ηνωμένο Βασίλειο), συνέβαλε θετικά.

Το παγκόσμιο εμπόριο αποδείχθηκε πιο ανθεκτικό από τις αρχικές προβλέψεις, αντανακλώντας την προσαρμοστικότητα των διεθνών αλυσίδων εφοδιασμού και τη σταθερότητα της εξωτερικής ζήτησης. Ωστόσο, ο σταθμισμένος μέσος δασμολογικός συντελεστής των ΗΠΑ παραμένει υψηλός, κυμαινόμενος μεταξύ 10% και 20% για τις περισσότερες χώρες.

Στην ευρωζώνη, η οικονομική δραστηριότητα παρουσίασε διακυμάνσεις, με μια μικρή επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο. Η αποκλιμάκωση της αβεβαιότητας, εξαιτίας των εμπορικών συμφωνιών, αναμένεται να στηρίξει την ανάκαμψη. Οι προοπτικές για την ευρωζώνη παραμένουν θετικές, υποστηριζόμενες από την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων λόγω της μείωσης του πληθωρισμού, τις αυξημένες δαπάνες για άμυνα και υποδομές, καθώς και τη σταδιακή εξασθένηση των περιοριστικών επιδράσεων της νομισματικής πολιτικής.

Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη βρίσκεται κοντά στο στόχο της ΕΚΤ και αναμένεται να σταθεροποιηθεί στο 2% μεσοπρόθεσμα, καθώς η επιβράδυνση της ανόδου των μισθών, η αυξανόμενη παραγωγικότητα και η ανατίμηση του ευρώ συμβάλλουν στη συγκράτηση των πληθωριστικών πιέσεων.

Η ελληνική οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς το πρώτο εννεάμηνο του 2025, υπερβαίνοντας τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ. Βασικοί παράγοντες ανάπτυξης ήταν η ιδιωτική κατανάλωση και οι καθαρές εξαγωγές, λόγω της αύξησης των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και της μείωσης των εισαγωγών. Θετική ήταν και η συμβολή των επενδύσεων, ενώ η αγορά εργασίας συνέχισε τη θετική της πορεία.

Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ανήλθε στο 2,9% κατά μέσο όρο το πρώτο ενδεκάμηνο του 2025, επηρεασμένος κυρίως από τον πληθωρισμό των υπηρεσιών και των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής.

Οι δημοσιονομικές επιδόσεις συνέχισαν να είναι θετικές, με υψηλότερο του αναμενομένου πρωτογενές πλεόνασμα και ταχεία αποκλιμάκωση του λόγου δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ. Οι βελτιωμένες επιδόσεις όσον αφορά την αύξηση των εισοδημάτων, την κερδοφορία των επιχειρήσεων, την απασχόληση και τη φορολογική συμμόρφωση επέτρεψαν τη λήψη μόνιμων επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων από το 2026.

Στο χρηματοπιστωτικό τομέα, οι συνθήκες παραμένουν αβέβαιες διεθνώς, ενώ η ζήτηση ελληνικών κρατικών ομολόγων έχει αυξηθεί σημαντικά λόγω των αναβαθμίσεων του αξιόχρεου της χώρας. Οι μετοχές των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών επιχειρήσεων παρουσιάζουν υψηλότερες αποδόσεις σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές και διεθνείς αγορές.

Στον τραπεζικό τομέα, τα επιτόκια των καταθέσεων και των δανείων ακολούθησαν πτωτική τάση, ενώ οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα παρουσίασαν αύξηση. Τα τραπεζικά δάνεια προς τις επιχειρήσεις επιταχύνθηκαν, ενώ τα δάνεια προς τα νοικοκυριά σημείωσαν μικρότερη συρρίκνωση. Οι ελληνικές τράπεζες καταγράφουν ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη, με βελτίωση της κερδοφορίας τους και διατήρηση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας σε υψηλά επίπεδα.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,1% έως το 2027 και να υποχωρήσει οριακά σε 2,0% το 2028. Κυριότερη συνιστώσα της μεγέθυνσης προβλέπεται να είναι η κατανάλωση, ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να συμβάλλουν θετικά. Ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει υψηλός το 2025 και να υποχωρήσει αισθητά το 2026 και το 2027, ενώ το 2028 εκτιμάται μια εφάπαξ επιτάχυνσή του.

Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για την ανάπτυξη είναι κυρίως καθοδικοί. Σημαντικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία αποτελούν η αβεβαιότητα από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο επίμονος πληθωρισμός, οι ενδεχόμενες μισθολογικές πιέσεις, οι φυσικές καταστροφές, ο χαμηλός ρυθμός απορρόφησης των κονδυλίων του RRF και η βραδύτερη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων απαιτεί συνεκτική στρατηγική, σταθερή προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις και αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων. Οι προτάσεις πολιτικής για την ελληνική οικονομία οφείλουν να ενισχύουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, να θωρακίζουν τη μακροοικονομική και δημοσιονομική σταθερότητα και να διασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή και βιωσιμότητα.

Η ενίσχυση της παραγωγικότητας απαιτεί τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών, την αποτελεσματικότερη λειτουργία του Δημοσίου, την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης, την καταπολέμηση της διαφθοράς και τη μείωση της γραφειοκρατίας. Παράλληλα, η ενθάρρυνση νέων παραγωγικών επενδύσεων, η αναβάθμιση της ποιότητας του εργατικού δυναμικού και η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να βελτιώσουν την παραγωγικότητα της εργασίας, ενώ η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος απαιτεί σταθερότητα του φορολογικού συστήματος και παροχή στοχευμένων κινήτρων.

Είναι αναγκαία η πλήρης και αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, ενώ η Ελλάδα οφείλει να επιταχύνει την υλοποίηση των σχετικών επενδύσεων ώστε να μεγιστοποιήσει τις θετικές επιδράσεις του στην ανάπτυξη και στην παραγωγικότητα.

Η καλύτερη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών και η πρόσβαση σε εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης μπορούν να ξεκλειδώσουν σημαντικό επενδυτικό δυναμικό. Οι τράπεζες πρέπει να διατηρήσουν τις θετικές επιδόσεις τους και να συνεχίσουν να στηρίζουν τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, ενώ η διατήρηση και ενίσχυση των ξένων άμεσων επενδύσεων προϋποθέτει σταθερότητα, θεσμική αξιοπιστία και συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων.

Για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος απαιτείται ένα συνεκτικό πλέγμα κοινωνικών και αναπτυξιακών παρεμβάσεων. Καθοριστική προϋπόθεση για την υλοποίηση όλων των παραπάνω είναι η διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους και η συνέχιση της ταχείας αποκλιμάκωσής του.

Η συνέργεια των εθνικών πολιτικών με μια ευρωπαϊκή στρατηγική είναι απαραίτητη για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. Χρειάζεται να ενισχυθούν οι προσπάθειες για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης και τη δημιουργία μιας ένωσης αποταμιεύσεων και επενδύσεων, ενώ θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας μόνιμος μακροοικονομικός μηχανισμός τόνωσης των επενδύσεων και προώθησης των μεταρρυθμίσεων στην ΕΕ.