
Σοκ στην Οικονομία: Τι σημαίνει το "πάγωμα" επιτοκίων για την Ελλάδα;
Ένα νέο, δυσοίωνο σκηνικό ξεδιπλώνεται για την οικονομία της Ευρωζώνης, με την Ελλάδα να βρίσκεται στο επίκεντρο: η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποφάσισε να «παγώσει» τις μειώσεις επιτοκίων, αφήνοντας τις ελπίδες για φθηνότερο χρήμα να σβήσουν. Αυτή η απόφαση, που μοιάζει να αιφνιδιάζει, φέρνει ανατροπές και προκαλεί σεισμικές δονήσεις στην αγορά.
Με το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ να παραμένει πεισματικά κοντά στο 3% και το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης να κυμαίνεται γύρω στο 3,15% – 3,40%, οι συνθήκες χρηματοδότησης ασφυκτιούν. Η περίοδος της σχεδόν μηδενικής νομισματικής πολιτικής, που θυμόμαστε σαν μια μακρινή ανάμνηση πριν το 2021, φαντάζει πλέον σαν ένα όνειρο θερινής νυκτός.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η συζήτηση για το κόστος δανεισμού έχει ανάψει για τα καλά. Στις ΗΠΑ, ο Ντόναλντ Τραμπ ασκεί άνευ προηγουμένου πολιτικές πιέσεις στην Fed, απαιτώντας άμεσες και δραστικές μειώσεις – ακόμη και κατά 1%! Όμως, η ηγεσία της κεντρικής τράπεζας στέκεται σαν βράχος, επιφυλακτική και αμετακίνητη. Ο Τραμπ, γνωστός για τις αμφιλεγόμενες μεθόδους του, αναμένεται να «λύσει» αυτό το «πρόβλημα» αντικαθιστώντας τον Τζερόμ Πάουελ, μια κίνηση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε απρόβλεπτες συνέπειες.
Μέχρι στιγμής, με τον πληθωρισμό να σκαρφαλώνει πάνω από τον στόχο και την αγορά εργασίας να δείχνει αξιοθαύμαστη ανθεκτικότητα, η Fed σχεδιάζει μικρά και προσεκτικά βήματα. Μια πιθανή πρώτη μείωση 25 μονάδων βάσης διαφαίνεται στον ορίζοντα, ίσως προς το φθινόπωρο.
Τι σημαίνει όμως αυτό για την Ελλάδα; Το «πάγωμα» της ΕΚΤ σημαίνει ότι οι μειώσεις στο κόστος δανεισμού που είχαμε δει πρόσφατα δεν θα έχουν συνέχεια. Οι επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να δανείζονται με επιτόκια της τάξης του 5% – 6% για επενδυτικά δάνεια, γεγονός που θα αποθαρρύνει νέα projects, ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν ήδη υψηλότερο βαθμό ρίσκου. Θα μπορέσουν οι μικρομεσαίοι να αντέξουν αυτό το βάρος;
Τα στεγαστικά δάνεια, που είχαν αρχίσει να δείχνουν σημάδια αποκλιμάκωσης, αναμένεται να σταθεροποιηθούν γύρω στο 3,5% – 4% για πελάτες με ισχυρό πιστωτικό προφίλ. Μην περιμένετε περαιτέρω πτώση μέσα στο 2025. Όσο για τα καταναλωτικά δάνεια, η κατάσταση παραμένει ζοφερή, με επιτόκια που συχνά ξεπερνούν το 10% και αγγίζουν το 15%. Αυτό αποθαρρύνει τη χρηματοδότηση της κατανάλωσης μέσω τραπεζικών προϊόντων, η οποία ήδη δείχνει σημάδια κάμψης, υπονομεύοντας τις προοπτικές ανάπτυξης. Η τσέπη του Έλληνα πολίτη στενάζει.
Η ιδιωτική κατανάλωση, που έχει ήδη πληγεί από την ακρίβεια και την μείωση της αγοραστικής δύναμης, δεν θα βρει στήριξη από φθηνότερο δανεισμό. Η ανάκαμψη εξαρτάται πλέον από τις αυξήσεις μισθών, τις φορολογικές ελαφρύνσεις (όπως αυτές που αναμένονται στη ΔΕΘ) και την πορεία των τιμών στα βασικά αγαθά. Δυστυχώς, η τελευταία έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ δεν έφερε καλά νέα για τον πληθωρισμό, κάτι που αποτυπώνεται και στη μείωση των όγκων πώλησης βασικών αγαθών. Ο κίνδυνος είναι να παραμείνει η αγορά εγκλωβισμένη σε μια φάση «κόπωσης», χωρίς ισχυρή ζήτηση.
Συνολικά, η σταθεροποίηση των επιτοκίων στην Ευρωζώνη μεταθέτει το βάρος στήριξης της ανάπτυξης από την νομισματική πολιτική προς τα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά μέτρα. Η κυβέρνηση καλείται να δράσει.
Για την Ελλάδα, η έμφαση δίνεται στην αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων και στη βελτίωση της πρόσβασης των ΜμΕ σε χρηματοδότηση, για την στήριξη των επενδύσεων και της ανάπτυξης. Αν δεν γίνουν αυτά, η επέκταση του ΑΕΠ ενδέχεται να είναι χαμηλότερη από τις επίσημες εκτιμήσεις. Μπορεί η Ελλάδα να αποφύγει την παγίδα της στασιμότητας;