Ρωσία: Πώς αντιμετωπίζει τις επιθέσεις στα διυλιστήρια πετρελαίου;
Η διύλιση πετρελαίου στη Ρωσία έχει μειωθεί μόλις κατά 3% φέτος, παρά τις εντεινόμενες ουκρανικές επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Σύμφωνα με πηγές και διαθέσιμα στοιχεία, τα ρωσικά διυλιστήρια κατάφεραν να αποτρέψουν μια απότομη πτώση της παραγωγής καυσίμων, αξιοποιώντας την πλεονάζουσα παραγωγική τους ικανότητα για να αντιμετωπίσουν τις ζημιές.
Οι ουκρανικές επιθέσεις έχουν επικεντρωθεί σε διυλιστήρια, αποθήκες και αγωγούς στο ρωσικό έδαφος. Στόχος είναι να πλήξουν την ενεργειακή οικονομία της Ρωσίας και να περιορίσουν τη χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία.
Ωστόσο, οι ρωσικές εγκαταστάσεις κατόρθωσαν να αποτρέψουν σημαντική μείωση της παραγωγής καυσίμων, χρησιμοποιώντας εφεδρικές παραγωγικές μονάδες για να καλύψουν τις ζημιές που προκλήθηκαν.
Οι περισσότερες επιθέσεις σημειώθηκαν στην αρχή του 2025 και συνεχίστηκαν τον Αύγουστο. Ουκρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη έπληξαν τουλάχιστον 17 μεγάλα διυλιστήρια, αναγκάζοντας τη Ρωσία να περιορίσει τις εξαγωγές καυσίμων και να ενισχύσει την αεράμυνα.
Στο αποκορύφωμα του δεύτερου κύματος επιθέσεων, από τον Αύγουστο έως τον Οκτώβριο, τα χτυπήματα, σε συνδυασμό με προγραμματισμένες εργασίες συντήρησης, έθεσαν εκτός λειτουργίας το 20% της δυναμικότητας των διυλιστηρίων, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters.
Παρόλα αυτά, η επίπτωση στην παραγωγή ήταν περιορισμένη: Η συνολική διύλιση καυσίμων στη Ρωσία μειώθηκε μόλις κατά 6%, στα περίπου 5,1 εκατ. βαρέλια την ημέρα, δηλαδή κατά περίπου 300.000 βαρέλια ημερησίως σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι, ανέφεραν οι πηγές και δείχνουν τα δεδομένα.
Σε ευρύτερη βάση, από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο, η επεξεργασία πετρελαίου στη Ρωσία μειώθηκε σε περίπου 220 εκατ. μετρικούς τόνους (5,2 εκατ. βαρέλια/ημέρα), δηλαδή κατά 3% σε σχέση με πέρυσι.
Σημειώνεται ότι η Ρωσία δεν δημοσιεύει πλέον επίσημα στοιχεία για τη διύλιση πετρελαίου.
Τρεις πηγές του κλάδου δήλωσαν στο Reuters ότι τα ρωσικά διυλιστήρια λειτουργούσαν ήδη αρκετά κάτω από τη μέγιστη δυναμικότητά τους πριν από τις επιθέσεις. Έτσι, μπόρεσαν να περιορίσουν τις επιπτώσεις, επαναλειτουργώντας εφεδρικές μονάδες τόσο σε κατεστραμμένα όσο και σε ανέπαφα εργοστάσια και επισκευάζοντας κατεστραμμένες μονάδες.
Η συνολική δυναμικότητα διύλισης της Ρωσίας ανέρχεται σε περίπου 6,6 εκατ. βαρέλια/ημέρα, αλλά σπάνια χρησιμοποιείται πλήρως.
Το Κίεβο δηλώνει ότι οι επιθέσεις με drones στοχεύουν να διαταράξουν τον ανεφοδιασμό καυσίμων των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία και να στερήσουν από τη Μόσχα έσοδα από το πετρέλαιο.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) σημείωσε ότι τα έσοδα της Ρωσίας από τις πωλήσεις αργού και προϊόντων πετρελαίου υποχώρησαν τον Αύγουστο σε ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα από την έναρξη του πολέμου το 2022.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι είχε δηλώσει τον περασμένο μήνα ότι τα πλήγματα μεγάλης εμβέλειας ενδέχεται να έχουν μειώσει τα αποθέματα βενζίνης στη Ρωσία έως και κατά το ένα πέμπτο.
Το Κρεμλίνο, ωστόσο, υποστηρίζει ότι η αγορά καυσίμων παραμένει σταθερή, ενώ ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει τονίσει ότι η Μόσχα «δεν θα υποκύψει ποτέ» στις πιέσεις από το εξωτερικό.
Αν και τα ρωσικά διυλιστήρια φαίνεται να αντιμετωπίζουν προς το παρόν τις συνέπειες, οι επιθέσεις με drones δεν ήταν χωρίς επιπτώσεις.
Κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους, η Ουκρανία έπληξε έξι μεγάλα διυλιστήρια, συμπεριλαμβανομένων των Ριαζάν, Βόλγκογκραντ, Σαράτοφ, Τουάπσε, Ουφά και Αστραχάν.
Από τις αρχές Αυγούστου, έχει εξαπολύσει τουλάχιστον 58 επιθέσεις σε κρίσιμες ρωσικές ενεργειακές εγκαταστάσεις, στέλνοντας drones σε απόσταση έως και 2.000 χλμ. εντός ρωσικού εδάφους, σύμφωνα με δεδομένα της βρετανικής μη κερδοσκοπικής οργάνωσης Open Source Centre.
Ουκρανικά drones έχουν προκαλέσει ζημιές και σε άλλες εγκαταστάσεις από τις αρχές Αυγούστου, μεταξύ των οποίων τα διυλιστήρια σε Νοβοκουίμπισεφσκ, Κίριτσι και Σαλαβάτ.
Στο μεταξύ, οι δυτικές κυρώσεις έχουν δυσκολέψει τις προσπάθειες της Ρωσίας να προμηθευτεί ανταλλακτικά από τις δυτικές εταιρείες που είχαν συμβάλει στον εκσυγχρονισμό της πλειονότητας των ρωσικών διυλιστηρίων τα τελευταία 30 χρόνια.
Ρωσικές εταιρείες αναφέρουν ότι έχουν βρει τρόπους να παράγουν εξοπλισμό εγχώρια ή να τον εισάγουν από την Κίνα, η οποία παραμένει στρατηγικός σύμμαχος της Μόσχας. Σύμφωνα με πηγές της βιομηχανίας, οι επισκευές έχουν επιτρέψει στις μονάδες απόσταξης να επιστρέψουν σε λειτουργία μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων στις περισσότερες περιπτώσεις.
Ωστόσο, οι επισκευές είναι δαπανηρές και μερικές φορές απαιτούν περισσότερο χρόνο για να ολοκληρωθούν, γεγονός που δημιουργεί αβεβαιότητα για το πόσο ακόμη η Ρωσία μπορεί να βασίζεται στη διαθέσιμη εφεδρική υποδομή, εάν συνεχιστούν οι ουκρανικές επιθέσεις με drones.