O οικονομικός αντίκτυπος από το shutdown στις ΗΠΑ

Παγκόσμια οικονομία: Ανθεκτικότητα, δασμοί και το «shutdown» στις ΗΠΑ

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 3 λεπτά ανάγνωση

Οι αρχικές εκτιμήσεις για σημαντική επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας που προκαλούν οι δασμοί, διαψεύδονται προς το παρόν, καθώς η οικονομία εμφανίζεται ιδιαίτερα ανθεκτική. Σύμφωνα με την Eurobank Research, η σημαντική αύξηση των εισαγωγών στις ΗΠΑ, και κατ’ επέκταση, η αύξηση των εξαγωγών από τον υπόλοιπο κόσμο, αποτέλεσε τον κύριο παράγοντα αυτής της εξέλιξης. Οι Αμερικανοί καταναλωτές και επιχειρήσεις, αναμένοντας υψηλότερους δασμούς, επέσπευσαν τις εισαγωγές αγαθών.

Ωστόσο, από τις 7 Αυγούστου, η αμερικανική κυβέρνηση εφαρμόζει νέους δασμούς σε πολλούς εμπορικούς εταίρους, γεγονός που αναμένεται να αντιστρέψει την προηγούμενη αύξηση των εισαγωγών. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης στο άμεσο μέλλον. Επιπλέον, η αναμενόμενη άνοδος του πληθωρισμού στις ΗΠΑ, ως αποτέλεσμα των δασμών, προβλέπεται να επιβαρύνει το πραγματικό εισόδημα και την κατανάλωση. Μέχρι στιγμής, η επίδραση στους δείκτες τιμών των ΗΠΑ παραμένει περιορισμένη. Πολλές εταιρείες ανέβαλαν τις αυξήσεις τιμών, έχοντας συσσωρεύσει αποθέματα και περιμένοντας μεγαλύτερη σαφήνεια σχετικά με τη δασμολογική πολιτική και την αντοχή της καταναλωτικής ζήτησης. Ωστόσο, όταν τα αποθέματα εξαντληθούν, οι αυξήσεις τιμών αναμένεται να μετακυλιστούν, τουλάχιστον εν μέρει, στα νοικοκυριά, περιορίζοντας την αγοραστική τους δύναμη.

Ο πιο άμεσος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία προέρχεται από τις ΗΠΑ, όπου το ομοσπονδιακό κράτος ανέστειλε τις λειτουργίες του (shutdown) από τα μεσάνυχτα της Τετάρτης. Αυτό συνέβη για πρώτη φορά από το 2018/19, κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, λόγω της αδυναμίας του Κογκρέσου να συμφωνήσει σε νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης μετά τη λήξη του δημοσιονομικού έτους στις 30 Σεπτεμβρίου. Η διαφωνία επικεντρώνεται στη χρηματοδότηση της υγείας, με τους Δημοκρατικούς να ζητούν παράταση των επιδοτήσεων που λήγουν φέτος. Περίπου 750.000 ομοσπονδιακοί υπάλληλοι σε μη «απαραίτητες» υπηρεσίες (26% του συνολικού ομοσπονδιακού προσωπικού) θα βρεθούν σε αναγκαστική άδεια χωρίς αποδοχές. Εργαζόμενοι σε κρίσιμες θέσεις, όπως οι στρατιωτικοί, συνεχίζουν να εργάζονται χωρίς αμοιβή μέχρι να επιτευχθεί συμφωνία.

Η διάρκεια του shutdown είναι καθοριστική για τον εκτιμώμενο οικονομικό αντίκτυπό του. Όσο περισσότερο διαρκεί, τόσο μεγαλύτερη είναι η επιβάρυνση. Οι οικονομικές συνέπειες συνήθως περιορίζονται στο τρίμηνο του έτους κατά το οποίο συμβαίνει η αναστολή, με την ανάπτυξη να ανακάμπτει στη συνέχεια, όταν το shutdown λήγει και οι υπάλληλοι επιστρέφουν στις θέσεις τους ή λαμβάνουν αναδρομικά τις αποδοχές τους. Αν και τα περισσότερα προηγούμενα shutdown ήταν σύντομα (περίπου οκτώ ημέρες, συμπεριλαμβανομένων των Σαββατοκύριακων), στην τρέχουσα περίπτωση καμία πλευρά δεν δείχνει διάθεση συμβιβασμού. Η κυβέρνηση Τραμπ έχει απειλήσει με μαζικές απολύσεις, αυξάνοντας τον κίνδυνο σημαντικών και παρατεταμένων οικονομικών επιπτώσεων.