Βουτιά -1,9% στο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα το 2025 – Η τρίτη χειρότερη επίδοση στον ΟΟΣΑ

ΟΟΣΑ: Δραματική μείωση εισοδήματος στην Ελλάδα – Τι αποκαλύπτουν τα στοιχεία

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 5 λεπτά ανάγνωση

Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών, όπως παρουσιάστηκαν σε αφιέρωμα του Euronews Business, επιβεβαιώνουν ότι η ακρίβεια και η φορολογική επιβάρυνση συνεχίζουν να πλήττουν την πλειοψηφία των Ελλήνων.

Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά -1,9% το πρώτο τρίμηνο του 2025, σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2024. Αυτή είναι η τρίτη χειρότερη επίδοση ανάμεσα σε 16 ευρωπαϊκές χώρες για τις οποίες ο ΟΟΣΑ έχει διαθέσιμα στοιχεία. Η επίδοση αυτή αποτελεί το δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο πτώσης του συγκεκριμένου δείκτη, καθώς είχε προηγηθεί μείωση κατά -1,53% μεταξύ τέταρτου και τρίτου τριμήνου του 2024.

Τη μεγαλύτερη πτώση στο πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών παρουσιάζει η Πορτογαλία, με -4,5%, ακολουθούμενη από την Αυστρία με -2,1%.

Ωστόσο, τα δεδομένα για την Ελλάδα είναι συγκριτικά χειρότερα, καθώς η πτώση γίνεται από "χαμηλότερο" επίπεδο. Συγκεκριμένα, το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα ανέρχεται στις 84 μονάδες βάσης, από 100 μονάδες το 2007. Αυτό σημαίνει ότι τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν "φτωχύνει" ως προς το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα κατά 16% τα τελευταία 18 χρόνια.

Αντίθετα, στον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 28% το ίδιο διάστημα.

Στην Αυστρία, το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών έχει αυξηθεί, αν και με πολύ ηπιότερους ρυθμούς, σχεδόν κατά 3,5%, ενώ στην Πορτογαλία έχει αυξηθεί κατά 17%, υπερκαλύπτοντας τις απώλειες της περιόδου της οικονομικής κρίσης.

Μεσοσταθμικά, στις χώρες του ΟΟΣΑ το διαθέσιμο κατά κεφαλήν εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε οριακά το πρώτο τρίμηνο του 2025, μόλις κατά 0,1%, σημειώνοντας σημαντική επιβράδυνση σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο διάστημα (αύξηση 0,6% μεταξύ τρίτου και τέταρτου τριμήνου του 2025).

Το κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών είναι το συνολικό ποσό των χρημάτων που απομένει "στο χέρι" μετά την αφαίρεση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών. Είναι το εισόδημα που έχουν στη διάθεσή τους τα νοικοκυριά για να καλύψουν τις ανάγκες τους ή να αποταμιεύσουν. Περιλαμβάνει μισθούς και ημερομίσθια, εισόδημα από αυτοαπασχόληση ή ατομικές επιχειρήσεις, συντάξεις, κοινωνικά επιδόματα κι έσοδα από χρηματοοικονομικές επενδύσεις. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το καθαρό διαθέσιμο κατά κεφαλήν εισόδημα αποτελεί αντικειμενικό μέτρο της υλικής ποιότητας ζωής. Η μείωση του κατά κεφαλήν διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στην Ελλάδα είναι και η αιτία που εξακολουθεί να μη βγαίνει ο μήνας για τα δύο τρίτα, παρά τα όσα υποστηρίζει η κυβέρνηση περί "ανάπτυξης για όλους".

Το πρώτο τρίμηνο του 2025, μεταξύ των 16 ευρωπαϊκών χωρών για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, δέκα κατέγραψαν μείωση του πραγματικού κατά κεφαλήν εισοδήματος των νοικοκυριών, ενώ έξι κατέγραψαν αύξηση. Η Ουγγαρία σημείωσε την ισχυρότερη αύξηση, κατά 1,9% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο. Το Βέλγιο (1,3%), καθώς και η Δανία και η Ιταλία (1% η καθεμία), σημείωσαν επίσης αξιοσημείωτη αύξηση.

Το εισόδημα στην Ιταλία ανέκαμψε "από τη συρρίκνωση του προηγούμενου τριμήνου, υποστηριζόμενο κυρίως από τις αμοιβές των εργαζομένων και τα καθαρά εισοδήματα από ακίνητα", διαπίστωσε ο ΟΟΣΑ.

Στους "κερδισμένους", έστω και οριακά, κατατάσσονται επίσης η Γαλλία και η Ολλανδία, με πολύ μικρές αυξήσεις στο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών, μόλις 0,2% και 0,3% αντίστοιχα.

Από τις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, στους χαμένους κατατάσσονται η Βρετανία και η Γερμανία, με μείωση του πραγματικού κατά κεφαλήν εισοδήματος των νοικοκυριών, κατά 1,3% και 0,4% αντίστοιχα. Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες του ΟΟΣΑ, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι "ο πληθωρισμός των τιμών καταναλωτή έπληξε την ονομαστική αύξηση του εισοδήματος".

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η μείωση ακολούθησε μια σχετικά ισχυρή αύξηση 1,5% το τέταρτο τρίμηνο του 2024, ενώ στη Γερμανία αντιπροσώπευε τη δεύτερη συνεχόμενη τριμηνιαία μείωση 0,4%.

Όσο για την απότομη μεγάλη βουτιά στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στην Πορτογαλία, αυτή οφείλεται στην αύξηση των καταβλητέων φόρων, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Η αύξηση των φόρων ήρθε μετά από μείωση το προηγούμενο τρίμηνο, ως αποτέλεσμα αλλαγών στο φορολογικό καθεστώς. Πράγματι, το τελευταίο τρίμηνο του 2024 το εισόδημα των νοικοκυριών είδε μια απότομη αύξηση, σχεδόν 5%, λόγω της μειωμένης καταβολής φόρων.

Αισθητή μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών σημείωσαν επίσης η Τσεχία (-1,5%) και η Σουηδία (-1,3%). Τη δεκάδα των "χαμένων" συμπληρώνουν η Ισπανία, με ελαφρά μείωση κατά -0,2%, και η Φινλανδία, με -0,4%.

Ένας δεύτερος δείκτης που εξετάζει ο ΟΟΣΑ είναι το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το οποίο μετρά τις μεταβολές στο μέγεθος της οικονομίας. Πρόκειται για το σύνολο του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, διαιρεμένο με το σύνολο του πληθυσμού και προσαρμοσμένο στον πληθωρισμό. Μεταξύ 27 χωρών, το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε σε 20, ενώ μειώθηκε σε επτά, κυρίως με πολύ μικρή διαφορά. Στην ΕΕ, το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,5%, ενώ στον ΟΟΣΑ σημείωσε μικρότερη αύξηση, 0,1%.

Η Ιρλανδία σημείωσε τη μεγαλύτερη αύξηση, με 7%, αν και συχνά ξεχωρίζει ως ακραία τιμή στις συγκρίσεις του ΑΕΠ λόγω των υψηλών ξένων επενδύσεων. Ως εκ τούτου, οι οικονομολόγοι χρησιμοποιούν το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα ως πιο αξιόπιστο μέτρο. Πρόκειται για το ΑΕΠ, συν το εισόδημα από το εξωτερικό, μέσω πληρωμής εργαζομένων, το εισόδημα περιουσίας και τους καθαρούς φόρους, μείον τις επιδοτήσεις στην παραγωγή.

Στην Ελλάδα το κατά κεφαλήν ΑΕΠ έμεινε πρακτικά στάσιμο, με ανεπαίσθητη αύξηση μόλις 0,07%.

Υπενθυμίζεται ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα με όρους αγοραστικής δύναμης παραμένει το δεύτερο χαμηλότερο στην ΕΕ, μετά τη Βουλγαρία.