
Moody's: Σταθερός ο βαθμός της Ελλάδας – Τι σημαίνει αυτό;
Η Moody’s διατήρησε αμετάβλητη την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας στο Baa3 με σταθερή προοπτική.
Η Moody’s ήταν ο τελευταίος οίκος που έδωσε στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα (Baa3) τον Μάρτιο του 2025, περίπου 1,5 χρόνο μετά την πρώτη αναβάθμιση της χώρας από την DBRS τον Σεπτέμβριο του 2023.
Μέχρι το τέλος του έτους, αναμένονται ακόμη τρεις αξιολογήσεις: από την S&P στις 17 Οκτωβρίου, την Scope Ratings στις 7 Νοεμβρίου και την Fitch Ratings στις 14 Νοεμβρίου.
Ο οίκος αξιολόγησης Moody’s ανακοίνωσε ότι ολοκλήρωσε μια περιοδική αναθεώρηση των αξιολογήσεων της Ελλάδας και άλλων σχετικών εκδοτών. Η αξιολόγηση πραγματοποιήθηκε μέσω επιτροπής στις 15 Σεπτεμβρίου 2025.
Η αξιολόγηση Baa3 της Ελλάδας και οι σταθερές προοπτικές υποστηρίζονται από ένα ιστορικό μεταρρυθμίσεων, το οποίο έχει οδηγήσει σε βελτιώσεις στους θεσμούς και τη διακυβέρνηση, ισχυρότερες επενδύσεις και έναν υγιέστερο τραπεζικό τομέα. Παρά την αναμενόμενη μείωση, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα παραμείνει υψηλός.
Η ευνοϊκή δομή του χρέους και το μεγάλο ταμειακό απόθεμα αποτελούν σημαντικούς παράγοντες μετριασμού. Η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει ισχυρή απορρόφηση κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία, παράλληλα με τις ιδιωτικές επενδύσεις, θα στηρίξουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων θα βοηθήσει στην αύξηση της δυνητικής ανάπτυξης και θα αντισταθμίσει εν μέρει τον αρνητικό αντίκτυπο από τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία.
Η δημοσιονομική επίδοση της Ελλάδας συνεχίζει να ξεπερνά τις προσδοκίες, καταγράφοντας πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ το 2024, πάνω από τον αρχικό στόχο του προϋπολογισμού του 2,1% του ΑΕΠ. Αυτή η επίδοση αντανακλά τη συνεχιζόμενη επιτυχία των μέτρων κατά της φοροδιαφυγής.
Μαζί με την ισχυρή ονομαστική ανάπτυξη, αυτή η δημοσιονομική επίδοση συνέβαλε σε ετήσια μείωση άνω των 10 ποσοστιαίων μονάδων στο χρέος της χώρας. Αυτή η υπεραπόδοση συνεχίστηκε και το 2025, οδηγώντας την κυβέρνηση να αυξήσει τον στόχο της για πρωτογενές πλεόνασμα ταυτόχρονα με την εισαγωγή πρόσθετης στήριξης για νοικοκυριά χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Η Ελλάδα συνεχίζει επίσης να έχει καλές επιδόσεις στην εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΕΣΑΑ), με ουσιαστική πρόοδο τόσο στις επιχορηγήσεις όσο και στα δάνεια. Με μόνο το 59,3% του συνολικού κονδυλίου χρηματοδότησης να έχει εκταμιευτεί μέχρι σήμερα, η Ελλάδα έχει αναθεωρήσει το ΕΣΑΑ της προκειμένου να μεγιστοποιήσει τις πιθανότητές της να απορροφήσει τα υπόλοιπα κεφάλαια.
Η οικονομική ισχύς της Ελλάδας με δείκτη “baa1” εξισορροπεί υψηλότερα επίπεδα πλούτου σε σχέση με τις χώρες με παρόμοια αξιολόγηση και ισχυρές προοπτικές ανάπτυξης τα επόμενα τρία χρόνια, με μέτριο οικονομικό μέγεθος και προκλήσεις για τη δυνητική ανάπτυξη λόγω δυσμενών δημογραφικών στοιχείων.
Η βαθμολογία της Ελλάδας με δείκτη “baa1” για τους θεσμούς και τη διακυβέρνηση αντανακλά την ισχυρή δυναμική στην εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε διάφορους τομείς. Η αναδιάρθρωση του χρέους του 2012 εξακολουθεί να επηρεάζει την αξιολόγηση.
Η δημοσιονομική ισχύς στο “ba1” βασίζεται στο πολύ υψηλό αλλά ταχέως μειούμενο χρέος της κυβέρνησης, υποστηριζόμενη από μια ευνοϊκή δομή χρέους με χαμηλά επιτόκια και πολύ μεγάλες λήξεις. Η ευαισθησία στον κίνδυνο γεγονότων στο “baa” εξακολουθεί να καθοδηγείται από κινδύνους που σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα, παρά τη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs).
Οι σταθερές προοπτικές ενσωματώνουν την άποψη ότι η τρέχουσα πολύ ισχυρή δημοσιονομική απόδοση είναι πιθανό να μετριαστεί με την πάροδο του χρόνου, αν και το βάρος του χρέους θα συνεχίσει να μειώνεται. Επίσης, εξισορροπεί το γεγονός ότι ορισμένες από τις κύριες πιστωτικές προκλήσεις της Ελλάδας θα βελτιωθούν αργά σε σχέση με τα θετικά πιστωτικά στοιχεία ενός σταθερού θεσμικού και πολιτικού περιβάλλοντος.
Οι βασικές υποθέσεις του οίκου αναγνωρίζουν ότι η ολοκλήρωση των θεσμικών και των οικονομικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη θα απαιτήσει χρόνο.
Προβλέπουν επίσης ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι πιθανό να επιβραδυνθεί σε σχέση με τα τρέχοντα υψηλά επίπεδά της μόλις ολοκληρωθεί η απορρόφηση του RRF. Εν μέρει, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία θα δημιουργήσουν σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη, παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να αυξήσει τα ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό και να εφαρμόσει διαρθρωτικές μακροοικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Αν και το χρέος έχει μειωθεί γρήγορα τα τελευταία χρόνια, θα παραμείνει ένα από τα υψηλότερα στο σύστημα αξιολόγησης του οίκου μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας.
Οι βασικές υποθέσεις της Moody’s αναγνωρίζουν επίσης ότι οι ελληνικές αρχές χρησιμοποιούν τη θετική δυναμική που δημιουργείται από τα κεφάλαια RRF για να εφαρμόσουν αποτελεσματικά οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές που υποστηρίζουν την πίστωση, μια πολιτική επιλογή που μειώνει τους κινδύνους πτωτικής πορείας για τις αξιολογήσεις που θα μπορούσαν να προκληθούν από αυτές τις οικονομικές και δημοσιονομικές αδυναμίες.
Όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή της η Moody’s η αξιολόγηση Baa3 της Ελλάδας θα μπορούσε να αναβαθμιστεί αν οι αναλυτές του έβλεπαν αυξανόμενη πιθανότητα το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό να υπερβεί τις τρέχουσες προσδοκίες.
Ενώ οι βελτιώσεις σε τομείς όπως η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος ή η διαφοροποίηση της οικονομίας θα απαιτούσαν χρόνο, τα σημάδια επιτάχυνσης της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων θα ήταν θετικά για την πιστοληπτική ικανότητα. Οι μειώσεις του χρέους της Ελλάδας που υπερβαίνουν σημαντικά τις τρέχουσες προσδοκίες του οίκου θα ήταν επίσης θετικές για την πιστοληπτική ικανότητα εάν πιστεύουμε ότι είναι πιθανό να διαρκέσουν.
Πιέσεις προς τα κάτω στις αξιολογήσεις Baa3 της Ελλάδας θα μπορούσαν να προκύψουν εάν η πολιτική πορεία που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια αντιστραφεί ή εάν υπήρχαν ενδείξεις ότι οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις δεν αποφέρουν τα αναπτυξιακά και δημοσιονομικά οφέλη που αναμένουμε σήμερα.
Συγκεκριμένα, σημάδια μιας διαρκούς, ουσιαστικής επιδείνωσης της δημοσιονομικής θέσης της κυβέρνησης, πιθανώς σε συνδυασμό με μια απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα, θα πυροδοτούσαν μια αρνητική δράση αξιολόγησης, όπως και μια οπισθοδρόμηση στις διαρθρωτικές μακροοικονομικές ή δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις.
Μια έντονη επιδείνωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη, η οποία θα αποδείκνυε απτά στοιχεία για την εξασθενημένη υποστήριξη από βασικούς συμμάχους, ιδίως τις Ηνωμένες Πολιτείες (Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, σταθερό Aa1), θα οδηγούσε επίσης σε πιέσεις προς τα κάτω στις προοπτικές ή την αξιολόγηση.