Στο μικροσκόπιο της Moody’s η Ελλάδα – Τι θα φέρει η σημερινή απόφαση

Moody's: Οι προκλήσεις για την ελληνική οικονομία και το δημογραφικό

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Μια κρίσιμη ημέρα για την ελληνική οικονομία εκτυλίσσεται σήμερα, με τα βλέμματα των αναλυτών στραμμένα στην αξιολόγηση της Moody’s. Μετά τη συγκρατημένη στάση της DBRS, οι προσδοκίες συγκλίνουν σε μια παρόμοια διατήρηση της πιστοληπτικής ικανότητας. Η Moody’s, άλλωστε, υπήρξε ο τελευταίος οίκος που αναβάθμισε την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα (Baa3) τον Μάρτιο του 2025, περίπου 1,5 χρόνο μετά την αντίστοιχη κίνηση της DBRS τον Σεπτέμβριο του 2023.

Μέχρι το τέλος του έτους, αναμένονται τρεις ακόμη αξιολογήσεις από τους οίκους S&P (17 Οκτωβρίου), Scope Ratings (7 Νοεμβρίου) και Fitch Ratings (14 Νοεμβρίου). Στο επίκεντρο των προβληματισμών παραμένουν η ανάπτυξη και ο επίμονος πληθωρισμός, που διατηρείται υψηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.

Ωστόσο, η Moody’s σε πρόσφατη δημοσίευσή της, αναγνώρισε θετικά το νέο φορολογικό πακέτο της ελληνικής κυβέρνησης, ύψους 1,6 δισ. ευρώ, το οποίο θα εφαρμοστεί σταδιακά από το 2026. Η πρωτοβουλία αυτή, που επικεντρώνεται στην ενίσχυση των οικογενειών και των νέων εργαζομένων, θεωρείται «credit positive», καθώς στοχεύει στην αντιμετώπιση της συρρίκνωσης και της γήρανσης του πληθυσμού.

Παρά τη θετική αυτή κίνηση, παραμένει αβέβαιο κατά πόσο οι φοροελαφρύνσεις θα επηρεάσουν ουσιαστικά τη χαμηλή γεννητικότητα και τις αποφάσεις των Ελλήνων για μετανάστευση. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο οίκος, «Παρά την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, δομικοί παράγοντες όπως οι ευκαιρίες στην αγορά εργασίας και το κόστος στέγασης ενδέχεται να συνεχίσουν να επηρεάζουν αρνητικά τη δημιουργία οικογένειας και την επιστροφή μεταναστών».

Η Moody’s επισημαίνει ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρές δημογραφικές προκλήσεις, με τον πληθυσμό να μειώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, τη γεννητικότητα να παραμένει χαμηλή (1,3 παιδιά ανά γυναίκα το 2023) και τη μετανάστευση πολιτών παραγωγικής ηλικίας να συνεχίζεται. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής επιταχύνει τη γήρανση, με τον λόγο εξάρτησης ηλικιωμένων να προβλέπεται να φτάσει το 61% το 2040, από 39% το 2022, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Το φορολογικό πακέτο φιλοδοξεί να αυξήσει τη γεννητικότητα, να διατηρήσει και να προσελκύσει νέους εργαζομένους και να ενισχύσει το διαθέσιμο εισόδημα σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες περιοχές.

Η πληθυσμιακή κατάρρευση συνδέεται άμεσα με την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Moody’s, «Ο πληθυσμός έχει μειωθεί από τις αρχές του 2010, αντανακλώντας ένα επίμονα χαμηλό ποσοστό γονιμότητας, σε 1,3 γεννήσεις ανά γυναίκα το 2023, και σημαντική μετανάστευση των πολιτών που εργάζονται κατά τη διάρκεια και μετά την κρίση του 2009-2018».

Αυτή η δυναμική, σύμφωνα με τον οίκο, θα περιορίσει την προσφορά εργασίας, θα επιβαρύνει την παραγωγή και θα αυξήσει τα φορολογικά έξοδα. Χωρίς ένα συνεκτικό εθνικό σχέδιο, το δημογραφικό απειλεί να εξελιχθεί στον Νο. 1 κίνδυνο για τη χώρα, οδηγώντας σε χαμηλότερη παραγωγικότητα, μειωμένα κρατικά έσοδα και μεγαλύτερη πίεση στο ασφαλιστικό σύστημα.

Επιπλέον, η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας επιβραδύνθηκε στο 1,7% κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2025, από 2,2% για το πρώτο τρίμηνο του 2025. Η συγκράτηση της κατανάλωσης και η επιβράδυνση της ευρωζώνης αποτελούν πρόσθετους παράγοντες ανησυχίας. Ο ετήσιος στόχος του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών για άνοδο του ΑΕΠ κατά 2,3% το 2025, φαίνεται να απομακρύνεται, καθώς ο μέσος όρος του πρώτου εξαμήνου είναι οριακά κάτω από 2%.

Πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι οι εξαγωγές θα υποστούν τις συνέπειες της επιβράδυνσης της ευρωζώνης και ενδεχομένως των δασμών, παρά τη συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ. Η πρόσφατη αναθεώρηση της εκτίμησης για την ελληνική ανάπτυξη από την UBS προς το χειρότερο, προσθέτει έναν ακόμη παράγοντα αβεβαιότητας.

Οι εκτιμήσεις των αναλυτών δείχνουν επιβράδυνση μετά την εξάντληση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, η διάρκεια του οποίου έχει οριστεί μέχρι το τέλος Αυγούστου του 2026.

Πολύ σύντομα θα φανεί εάν η ελληνική οικονομία θα καταφέρει να αναπτύξει τη δυναμική που θα επιτρέψει την επίτευξη υψηλών επιδόσεων μεσοπρόθεσμα.