Μεσοπρόθεσμος: Επιβράδυνση ανάπτυξης – Ποιο είναι το νέο σχέδιο;
Ο νέος δημοσιονομικός προγραμματισμός έως το 2029, που εγκρίθηκε από το υπουργικό συμβούλιο, φανερώνει μια σταδιακή επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης. Φαίνεται πως «πιάσαμε ταβάνι» στους ρυθμούς ανάπτυξης. Το 2,4% που προβλέπεται για το 2026, αν και αναθεωρημένο κατά +0,4% σε σχέση με την προηγούμενη εκτίμηση, θα είναι το υψηλότερο ποσοστό για το τέλος της δεκαετίας. Μετά το 2026, η χώρα θα πρέπει να προσαρμοστεί σε ρυθμούς ανάπτυξης 1,7% το 2027, που θα μειωθούν στο 1,3% (από 0,4% που είχε αρχικά προβλεφθεί) το 2029. Στο οικονομικό επιτελείο υπάρχει μια αισιόδοξη εικόνα για το μελλοντικό ΑΕΠ, χάρη στα μέτρα για την ενίσχυση του εισοδήματος που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ.
Ωστόσο, η γενική εικόνα παραμένει ίδια. Η χώρα θα διατηρήσει έναν ρυθμό ανάπτυξης, αλλά η ολοκλήρωση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης στα τέλη της επόμενης χρονιάς φαίνεται να περιορίζει τις δυνατότητες για μεγαλύτερη ετήσια ανάπτυξη. Για να γίνει κατανοητή η διαφορά, ο στόχος των επενδύσεων που για το 2026 έχει τεθεί στο 10,2%, προβλέπεται να καταλήξει στο +0,8% του ΑΕΠ το 2029. Δεν φαίνεται να υπάρχει άλλος τομέας που μπορεί να αντικαταστήσει τις επενδύσεις με θετική συνεισφορά στο ΑΕΠ, όπως οι εξαγωγές, που αναμένεται να κινηθούν στην περιοχή του 4,4% για μια τετραετία.
Είναι φανερό ότι η χώρα θα επιστρέψει στις «σταθερές» της, δηλαδή στην αύξηση της κατανάλωσης και σε ρυθμούς κοντά στους διαχρονικούς μέσους όρους της ελληνικής οικονομίας. Στα θετικά της επόμενης τετραετίας συγκαταλέγεται η μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 119%. Ενα σημαντικό επίτευγμα, αν αναλογιστεί κανείς ότι ξεκινήσαμε τη δεκαετία με χρέος άνω του 200% του ΑΕΠ.
Μετά το Ταμείο Ανάκαμψης, το νέο περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας αναδεικνύει την ανάγκη για ένα νέο σχέδιο. Δεν έχει υπάρξει ουσιαστική συζήτηση για το πώς θα δημιουργηθεί μια νέα περίοδος με ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 2%-3%. Αυτό είναι σημαντικό, διότι παρά τη σημαντική πρόοδο των τελευταίων ετών, δεν έχουμε ακόμη φτάσει στο επίπεδο των επενδύσεων της υπόλοιπης Ευρώπης, ενώ σε δείκτες όπως η παραγωγικότητα βρισκόμαστε στο μισό του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Χωρίς σύγκλιση και στους δύο αυτούς τομείς, παραμένει αβέβαιο από πού θα προέλθουν τα μέτρα των ΔΕΘ του τέλους της δεκαετίας.