
Κραχ First Brands: Αίτηση χρεοκοπίας και «βόμβα» δισεκατομμυρίων στις ΗΠΑ
Η First Brands Group υπέβαλε αίτηση υπαγωγής στο Κεφάλαιο 11 στις ΗΠΑ, αποκαλύπτοντας ένα χρέος που εκτιμάται μεταξύ 10 και 50 δισ. δολαρίων, ενώ το ενεργητικό της κυμαίνεται από 1 έως 10 δισ. δολάρια.
Η αίτηση, που κατατέθηκε στη Νότια Περιφέρεια του Τέξας, σηματοδοτεί μια από τις μεγαλύτερες χρεοκοπίες εταιρειών που είχαν αντλήσει δισεκατομμύρια από ιδιωτικές αγορές χρέους. Στον φάκελο πτώχευσης προβλέπεται η σύσταση ειδικής επιτροπής για τη διερεύνηση ρυθμίσεων χρηματοδότησης εκτός ισολογισμού, συνδεδεμένων με τιμολόγια και αποθέματα. Τον Μάρτιο, η εταιρεία είχε ενημερώσει τους πιστωτές για μακροπρόθεσμο χρέος 5,9 δισ. δολαρίων έναντι σχεδόν 1 δισ. σε διαθέσιμα, αλλά οι ανησυχίες για αδιαφανείς υποχρεώσεις αυξήθηκαν κατακόρυφα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με την πρόσφατη κατάσχεση μέρους των κεφαλαίων της από συνεργαζόμενη τράπεζα.
Για να συνεχίσει τις δραστηριότητές της κατά τη διάρκεια της αναδιάρθρωσης, η First Brands εξασφάλισε χρηματοδότηση 1,1 δισ. δολαρίων από ομάδα πιστωτών. Παράλληλα, ο Charles Moore της Alvarez & Marsal ορίστηκε επικεφαλής αναδιάρθρωσης, με στόχο την εξυγίανση και τη μείωση του χρέους.
Το σοκ στην αγορά χρέους ήταν άμεσο, με τα ανώτερης διαβάθμισης δάνεια να αλλάζουν χέρια περίπου στο ένα τρίτο της ονομαστικής αξίας και τους χαμηλότερης προτεραιότητας τίτλους να τιμολογούνται σε «ένα σεντς στο δολάριο». Η κατάρρευση της Tricolor προστέθηκε στην ανησυχία, τροφοδοτώντας φόβους για μεγάλες απώλειες στη Wall Street και ευρύτερες επιπτώσεις στις αγορές εταιρικού χρέους.
Η First Brands, με έδρα το Οχάιο, επεκτάθηκε μέσω εξαγορών με υψηλή μόχλευση από εξειδικευμένη βιομηχανική εταιρεία σε πολυεθνικό όμιλο. Διαθέτει εργοστάσια στις ΗΠΑ, Ρουμανία, Μεξικό και Ταϊβάν. Οι θυγατρικές εκτός ΗΠΑ δεν περιλήφθηκαν στην αίτηση πτώχευσης.
Στους πιστωτές περιλαμβάνονται εξειδικευμένοι επενδυτές με έκθεση στο factoring της First Brands, συμπεριλαμβανομένης μονάδας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων μεγάλης επενδυτικής τράπεζας. Το εύρος και η δομή αυτών των συμφωνιών βρίσκονται υπό έρευνα, καθώς θεωρούνται υπεύθυνες για την επιτάχυνση της κρίσης ρευστότητας.
Η κλιμάκωση της υπόθεσης προκαλεί αναταραχή και στον κλάδο ανταλλακτικών αυτοκινήτων, που ήδη δοκιμάζεται από δασμολογικές πολιτικές και την εξάρτηση από υπερπόντια παραγωγή. Η έκβαση της αναδιάρθρωσης θα καθορίσει την τύχη του ομίλου και τις απώλειες για τους χρηματοδότες του, με την αγορά να αναμένει «κούρεμα» μέρους του χρέους.