Αρθρο του Τάσου Αναστασάτου στην «Κ»: Ενα θετικό πρώτο βήμα

Φορολογικές ελαφρύνσεις: Τα μέτρα της κυβέρνησης και η επόμενη μέρα

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 5 λεπτά ανάγνωση

Τα φορολογικά μέτρα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ αποτελούν μια πρώτη, αλλά σημαντική κίνηση για την ενίσχυση της δικαιοσύνης και της αποτελεσματικότητας του φορολογικού συστήματος. Όπως είχε επισημανθεί σε μελέτη της Eurobank τον Αύγουστο, η χρήση του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου θα ήταν προτιμότερο να γίνει σε παρεμβάσεις στη φορολογία εισοδήματος και όχι στην έμμεση φορολογία, όπως ο ΦΠΑ. Αυτό θα αποκαταστήσει τη φορολογική δικαιοσύνη, καθώς η επιβάρυνση των νοικοκυριών, κυρίως των μισθωτών, είχε αυξηθεί λόγω της μεταπήδησης σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια εξαιτίας του πληθωρισμού. Επιπλέον, είναι πιο συμβατό με το επιδιωκόμενο παραγωγικό πρότυπο της οικονομίας, ευθυγραμμίζοντας τα κίνητρα προς αυτή την κατεύθυνση. Η μείωση του ΦΠΑ, εφόσον φτάσει στον καταναλωτή, ενισχύει την κατανάλωση, κάτι που δεν είναι ωφέλιμο σε μια χώρα όπου η ιδιωτική κατανάλωση αποτελεί σχεδόν το 70% του ΑΕΠ και η αποταμίευση των νοικοκυριών είναι αρνητική. Το φορολογικό σύστημα πρέπει να ενθαρρύνει την αποταμίευση έναντι της κατανάλωσης, αυξάνοντας τους διαθέσιμους πόρους για επενδύσεις, απαραίτητες για την ανάπτυξη και τη βελτίωση των εισοδημάτων. Η μελέτη τονίζει επίσης την ανάγκη ενίσχυσης της επίσημης μισθωτής εργασίας, η οποία είναι συμβατή με ένα πρότυπο ανάπτυξης βασισμένο σε μεγαλύτερες οικονομικές μονάδες που επενδύουν στην γνώση, στην καινοτομία και στις εξαγωγές.

Επιπλέον, η άρση της υπερφορολόγησης των εισοδημάτων ενισχύει τα κίνητρα για προσφορά εργασίας και μετακινεί δραστηριότητες από την «γκρίζα» στην επίσημη οικονομία. Το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου (1,2 δισ. ευρώ από τα συνολικά 1,76 δισ. ευρώ το 2026 και 1,6 δισ. ευρώ από τα 2,4 δισ. ευρώ το 2027) αφιερώθηκε σε αυτό και όχι σε επιδόματα και μειώσεις έμμεσων φόρων, αποτελεί μια νέα αφετηρία. Η επιλεγείσα μορφή παρέμβασης, αν και δεν έχει τη συστηματικότητα μιας τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, είναι αρκετά μεγάλη για να υπερβεί το όφελος που θα προσέφερε μια πλήρης τιμαριθμοποίηση για το 2025, αντισταθμίζοντας μέρος της αύξησης της φορολογίας της προηγούμενης χρονιάς, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο το δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Η ελάφρυνση είναι σημαντική σε συμβολικό και ουσιαστικό επίπεδο και θα ήταν καλό να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, αντισταθμίζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις του πληθωρισμού.

Είναι θετικό ότι για πρώτη φορά επωφελούνται τα μεσαία και ανώτερα μεσαία στρώματα των μισθωτών, ιδίως του ιδιωτικού τομέα, τα οποία μέχρι τώρα εξαιρούνταν από κάθε όφελος, παρόλο που αποτελούν τον βασικό αιμοδότη του προϋπολογισμού και έχουν σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής. Περίπου το 67% των πολιτών πληρώνουν μηδέν ή κάτω από 30 ευρώ φόρο εισοδήματος λόγω των εκπτώσεων φόρου και της απόκρυψης εισοδημάτων, με αποτέλεσμα οι υπόλοιποι να φέρουν πολύ υψηλότερη επιβάρυνση. Οι μισθωτοί με μεσαία και υψηλότερα εισοδήματα είναι, σε μεγάλο βαθμό, άτομα υψηλότερων προσόντων, που επιθυμούμε να παραμείνουν στη χώρα ή να επιστρέψουν από το εξωτερικό, καθώς η συμβολή τους είναι κρίσιμη για την αύξηση της γνώσης και της τεχνολογίας στην ελληνική παραγωγή, καθώς και για τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας για όλους τους εργαζομένους. Η μείωση των μεσαίων συντελεστών και η μετατόπιση του κατωφλίου επιβολής του ανώτερου φορολογικού συντελεστή 44% από τις 40.000 ευρώ στις 60.000 ευρώ αναγνωρίζει ότι ένα τέτοιο εισόδημα δεν θεωρείται πλέον υψηλό για να «τιμωρείται» με τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή, αλλά μεσαίο. Η προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, καθώς το κατώφλι επιβολής του ανώτατου συντελεστή 44% παραμένει χαμηλό σε σύγκριση με άλλες χώρες, ενώ ο ενδιάμεσος συντελεστής 39% δεν είναι χαμηλός.

Είναι επίσης θετική η έμφαση στις οικογένειες με παιδιά, καθώς, σύμφωνα με μελέτη της Eurobank, η συνολική επιβάρυνση ενός ζευγαριού με δύο παιδιά στην Ελλάδα ήταν η μεγαλύτερη στον ευρωπαϊκό Νότο. Η ελάφρυνση αυτή δεν θα λύσει από μόνη της το πρόβλημα της υπογεννητικότητας, αλλά αποτελεί ένα κίνητρο προς τη σωστή κατεύθυνση για όσους θέλουν να κάνουν παιδιά. Εφεξής, πρέπει να δοθεί έμφαση στη δημιουργία υποστηρικτικών δομών για τις νέες μητέρες, όπως βρεφονηπιακοί σταθμοί και ολοήμερες μονάδες, τα οποία έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά σε διεθνές επίπεδο.

Το φορολογικό σύστημα οφείλει να εστιάζει στην ενθάρρυνση της αποταμίευσης έναντι της κατανάλωσης, ώστε να αυξηθούν οι εγχωρίως διαθέσιμοι πόροι για επενδύσεις.

Πέραν των φορολογικών μέτρων, σημαντική είναι η αύξηση των δημοσίων επενδύσεων κατά 500 εκατ. ευρώ, καθώς και η χρήση των πόρων του ΤΑΑ. Οι δημόσιες επενδύσεις, αν και δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις ιδιωτικές επενδύσεις, έχουν υψηλό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στο ΑΕΠ και είναι σημαντικές για τη μεταρρύθμιση του παραγωγικού προτύπου της χώρας.

Αντίθετα, η σταδιακή κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, αν και κατανοητή, αποτελεί μια απόκλιση υπέρ των παλαιότερων συνταξιούχων από την αρχή της αντιστοιχίας μεταξύ εισφορών και παροχών, η οποία αποτελεί τη βάση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος για τους νέους συνταξιούχους. Ωστόσο, το κόστος είναι διαχειρίσιμο.

Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι ίσως σημαντικότερες. Η ολοκλήρωση των ειδικών χωροταξικών πλαισίων και των τοπικών πολεοδομικών σχεδίων πρέπει να επισπευσθεί για να αποφευχθεί η δημιουργία τετελεσμένων. Αυτή η μεταρρύθμιση θα προσφέρει διαφάνεια και σαφήνεια στις χρήσεις γης, κινητοποιώντας τις επενδύσεις και αναχαιτίζοντας την άναρχη δόμηση. Η μεταφορά της πολεοδομίας στο Κτηματολόγιο είναι μια ενδιαφέρουσα σκέψη, δεδομένου ότι το προηγούμενο καθεστώς έχει αποτύχει στην καταπολέμηση της παραβατικότητας. Η μεταρρύθμιση θα κριθεί στην πράξη σε συνάρτηση με τη στελέχωση των υπηρεσιών, τη βελτίωση της νομοθεσίας και το πλέγμα κινήτρων που θα εφαρμοστεί. Τέλος, η εφαρμογή του Εθνικού Απολυτηρίου μπορεί να βελτιώσει τον εκπαιδευτικό ρόλο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό βαθμών, ευθυγραμμίζοντας τα κίνητρα και εντοπίζοντας τις περιοχές προς παρέμβαση.