Ευρωπαϊκή Ένωση: «Τείχος» προστασίας από drones και νέα βοήθεια στην Ουκρανία
Εν μέσω αυξανόμενων παραβιάσεων του εναέριου χώρου από ρωσικά drones και υβριδικών επιθέσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιταχύνει τη δημιουργία ενός «τείχους εναντίον μη επανδρωμένων αεροσκαφών (Drone Wall)», με στόχο την ενίσχυση των χωρών «πρώτης γραμμής». Η Δανία φιλοξενεί σήμερα τους Ευρωπαίους ηγέτες.
Η πρόταση για το «τείχος» θα ενισχύσει το «Eastern Flank Watch», το παρατηρητήριο ανατολικής πτέρυγας που ζητάει η Πολωνία μετά την πρόσφατη «στοχοποίησή της» από ρωσικά drones.
Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ουκρανία συμφώνησαν να διαθέσουν 2 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
Η αμυντική ενίσχυση της Ευρώπης είναι το βασικό θέμα του άτυπου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην Κοπεγχάγη. Στις Βρυξέλλες, η πρόεδρος της Κομισιόν υποδέχθηκε τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, για συντονισμό αμυντικών έργων και στρατιωτικών προμηθειών μεταξύ Ε.Ε. και ΝΑΤΟ.
«Η απάντηση της Ευρώπης στις εισβολές στον εναέριο χώρο της θα είναι αποφασιστική και ενιαία», τόνισε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Ο Μαρκ Ρούτε χαρακτήρισε το «τείχος» «εξαιρετική ιδέα», καθώς «θα προστατεύσει τους ευρωπαϊκούς ουρανούς» με μικρότερο κόστος, εξηγώντας ότι «δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε πυραύλους για να καταρρίπτουν drones».
Η πρόεδρος της Κομισιόν ανέφερε επίσης πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ουκρανία συμφώνησαν να διαθέσουν 2 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη drones. «Εάν συνεχίζουμε να θεωρούμε την Ουκρανία πρώτη γραμμή της άμυνάς μας, πρέπει να αυξήσουμε τη στρατιωτική βοήθεια. Ως εκ τούτου συμφωνήσαμε με την Ουκρανία να διαθέσουμε συνολικά 2 δισ. ευρώ για drones», σημείωσε.
Παράλληλα, επιδιώκεται η προώθηση της ευρωπαϊκής πορείας της Ουκρανίας, η οποία αντιμετωπίζει απειλές «βέτο» από την Ουγγαρία και τη Σλοβακία. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αναμένεται να προτείνει στην άτυπη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. την αντικατάσταση της απαιτούμενης ομοφωνίας των «27» για το άνοιγμα των διαπραγματευτικών κεφαλαίων της Ουκρανίας και της Μολδαβίας με την Ε.Ε. από ειδική πλειοψηφία (τουλάχιστον 15 κρατών-μελών).
Η Κομισιόν έχει καταλήξει ότι το Κίεβο έχει επιτύχει αρκετές μεταρρυθμίσεις για να ανοίξει τις πρώτες «δέσμες» διαπραγματευτικών κεφαλαίων, όμως η εισήγησή της «προσκρούει» στην άρνηση του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπαν, η οποία συμπαρασύρει και τη Μολδαβία.
Ο Αντόνιο Κόστα έχει ήδη ενημερώσει τους Ευρωπαίους ηγέτες για την πρότασή του, η οποία «δεν θα προχωρούσε εάν δεν υπήρχε η αίσθηση ότι συγκεντρώνει μια αισθητά μεγάλη στήριξη», σύμφωνα με πηγές με γνώση των επαφών του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Οι ίδιες πηγές αναγνώρισαν ότι «δεν είναι άλλωστε νέα ιδέα: η Γερμανία και η Σλοβενία την είχαν προτείνει πριν από λίγα χρόνια», όμως για να αλλάξει η διαδικασία ψηφοφορίας από ομοφωνία σε ειδική πλειοψηφία χρειάζεται η σύμφωνη γνώμη και των «27».
Σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times, η Κομισιόν επεξεργάζεται πρόταση που θα επιτρέψει την έναρξη τεχνικών συνομιλιών με το Κίεβο, χωρίς επίσημη επιβράβευση μέσω διακυβερνητικών διασκέψεων. Έτσι, το Κίεβο θα είναι έτοιμο να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση όταν αρθεί το «βέτο» του Βίκτορ Ορμπαν.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ελπίζουν ότι αυτή η πρόταση θα συγκεντρώσει τη σύμφωνη γνώμη και των «27», επειδή δεν απαιτεί καμία αλλαγή ως προς τη διαδικασία ψηφοφοριών και οι τεχνικές διαβουλεύσεις θα γίνονται στο παρασκήνιο.
Η Κομισιόν προωθεί επίσης ένα «δάνειο αποζημιώσεων» για την περαιτέρω ενίσχυση της Ουκρανίας, το οποίο θα αποτελέσει βασικό θέμα των συνομιλιών των «27» στην Κοπεγχάγη. Βασική ιδέα είναι η χρήση κερδών από «παγωμένα» περιουσιακά στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας (περίπου 170 δισ. ευρώ), τα οποία θα μετατραπούν σε ευρωομόλογα και θα δοθούν ως δάνειο, ύψους 140 δισ. ευρώ, στο Κίεβο.
Η πρόεδρος της Κομισιόν εξήγησε ότι το δάνειο «θα δοθεί σε δόσεις και με συγκεκριμένους όρους». Διευκρίνισε ότι «δεν θα υπάρξει κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων (σ.σ. της Ρωσίας)», προσθέτοντας ότι «η Ουκρανία θα πρέπει να αποπληρώσει το δάνειο, εάν η Ρωσία καταβάλει αποζημιώσεις». Η νέα πρόταση επιδιώκει να ξεπεράσει νομικούς «σκοπέλους» και τις επιφυλάξεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αλλά και του Βελγίου, όπου φυλάσσεται το μεγαλύτερο μέρος των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων. Το Βέλγιο δεν θέλει να υποστεί νομικές συνέπειες από τυχόν κατάσχεσή τους.