Ελληνική οικονομία: Ρεκόρ ξένων επενδύσεων, ισχυρή εμπιστοσύνη!
Ισχυρή εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία καταγράφεται από τις υψηλές εισροές ξένων άμεσων επενδύσεων (ΞΑΕ) στην Ελλάδα, όπως επισημαίνεται στα τελευταία στοιχεία που ανακοίνωσε ο ΟΟΣΑ (FDI in figures).
Το 2024, οι ξένες άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα έφτασαν τα 7,6 δισ. ευρώ, το δεύτερο υψηλότερο ποσό της τελευταίας 15ετίας, μετά τα 8,4 δισ. ευρώ που είχαν καταγραφεί το 2022.
Στο πρώτο εξάμηνο του 2025, η θετική πορεία συνεχίστηκε με υψηλό ρυθμό, με τις εισροές ξένων επενδύσεων να αγγίζουν τα 3,1 δισ. ευρώ, από 2,5 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους.
Οι αυξημένες ροές είχαν ως αποτέλεσμα το απόθεμα των ξένων άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα να πλησιάσει τα 72 δισ. ευρώ το 2024, από 66 δισ. ευρώ ένα χρόνο πριν.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό ανήλθαν σε 3 δισ. ευρώ το 2024, ενώ στο πρώτο εξάμηνο του 2025 διαμορφώθηκαν σε 1,8 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, υπάρχουν τρεις βασικές μορφές ξένων άμεσων επενδύσεων: η απόκτηση μετοχικού κεφαλαίου, η οποία θεωρείται και η σημαντικότερη, η επανεπένδυση κερδών και ο δανεισμός μεταξύ εταιρειών. Η απόκτηση μετοχικού κεφαλαίου συνδέεται κυρίως με νέες επενδύσεις, οι οποίες αφορούν εξαγορές και συγχωνεύσεις (M&A) ή τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων (greenfield), ενώ σε μικρότερο βαθμό μπορεί να αντανακλά κεφαλαιακές ενισχύσεις ή οικονομικές αναδιαρθρώσεις.
Η επανεπένδυση κερδών αφορά στο ποσοστό των κερδών που η μητρική εταιρεία, η οποία πραγματοποιεί την ΞΑΕ, αποφασίζει να μην διανείμει στους μετόχους της, αλλά να το επενδύσει εκ νέου στη θυγατρική της εταιρεία.
Ο δανεισμός μεταξύ μητρικής και θυγατρικής εταιρείας αποτελεί την πιο ευμετάβλητη συνιστώσα των ροών ΞΑΕ και καθοδηγείται συχνά από τις βραχυπρόθεσμες χρηματοδοτικές ανάγκες των εταιρειών, παρά από γενικότερες μακροοικονομικές εξελίξεις.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι ροές ξένων άμεσων επενδύσεων παρέμειναν σταθερές, αλλά σε σχετικά χαμηλά επίπεδα (663 δις. δολάρια) κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025. Οι ΗΠΑ, η Βραζιλία και η Βρετανία αναδείχθηκαν ως οι τρεις μεγαλύτεροι επενδυτικοί προορισμοί παγκοσμίως. Οι εισροές επενδύσεων στις χώρες του ΟΟΣΑ υποχώρησαν κατά 4%, κυρίως λόγω των μειώσεων που καταγράφηκαν σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι διασυνοριακές εξαγορές και συγχωνεύσεις παρουσίασαν μείωση, ενώ οι επενδύσεις greenfield έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο στις αναπτυγμένες οικονομίες, με ιδιαίτερη έμφαση στον μεταποιητικό τομέα και τις υποδομές που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη, όπως τα data centers.
Οι ξένες επενδύσεις μέσω απόκτησης μετοχικού κεφαλαίου μειώθηκαν σημαντικά στο πρώτο εξάμηνο του 2025, προσεγγίζοντας τα επίπεδα που είχαν σημειωθεί κατά την περίοδο της πανδημίας. Οι ΗΠΑ κατέλαβαν την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ που δέχθηκαν αυτής της μορφής ξένων άμεσων επενδύσεων (46 δισ. δολάρια), ακολουθούμενες από τον Καναδά (22 δισ. δολάρια) και τη Βρετανία (18 δισ. δολάρια).
Οι τρεις μεγαλύτερες συμφωνίες εξαγορών και συγχωνεύσεων πραγματοποιήθηκαν στη Γερμανία, τις ΗΠΑ και τη Γαλλία. Συγκεκριμένα, πρόκειται για:
* τη συγχώνευση της γερμανικής Schenker, που παρέχει υπηρεσίες για τις μεταφορές με φορτηγά, με τη δανική DSV A/S που δραστηριοποιείται στον βιομηχανικό και μεταφορικό τομέα.
* τη συγχώνευση της αμερικανικής χαλυβουργίας US Steel Corp με την ιαπωνική Nippon Steel Corp.
* την εξαγορά της γαλλικής Opella Healthcare Group SAS από την αμερικανική Clayton, Dubilier & Rice έναντι 11 δις. δολαρίων.
Συνολικά, οι τρεις αυτές συμφωνίες αντιστοιχούσαν στο 11% της αξίας όλων των συμφωνιών που ολοκληρώθηκαν στο πρώτο εξάμηνο του 2025.