Φοροαπαλλαγές: Ποιοι ωφελούνται σήμερα από 1.236 ελαφρύνσεις που κοστίζουν 22,8 δισ. ευρώ

Έκρηξη φοροαπαλλαγών: Ποιοι κερδίζουν και ποιοι χάνουν από το νέο σύστημα;

Επιχειρήσεις
Δημοσιεύθηκε  · 3 λεπτά ανάγνωση

Σύμφωνα με τον τόμο των φορολογικών δαπανών που συνοδεύει τον Προϋπολογισμό του 2026, το συνολικό ύψος των φοροαπαλλαγών έφτασε το 2024 στα 22,8 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση από τα 18,82 δισ. ευρώ το 2023 και τα 15,5 δισ. ευρώ το 2022. Η αύξηση αυτή, που αγγίζει τα 4 δισ. ευρώ (21,2%) μέσα σε ένα έτος, φαίνεται να μην ωφελεί τους ευάλωτους πολίτες.

Παρόλο που μέρος των φορολογικών ελαφρύνσεων στηρίζει τις κοινωνικά ευάλωτες ομάδες, η συνολική δομή τους φανερώνει ανισότητες. Το μεγαλύτερο μέρος των φοροαπαλλαγών ωφελεί κυρίως όσους έχουν σημαντική περιουσία ή πρόσβαση σε εξειδικευμένα φορολογικά καθεστώτα. Η συνεχής αύξηση των φορολογικών δαπανών υπογραμμίζει την πολυπλοκότητα του συστήματος και τις ταξικές στρεβλώσεις που αναπαράγει.

Οι φοροαπαλλαγές που έχουν καταγραφεί και συμπεριληφθεί στον επίσημο κατάλογο των φορολογικών δαπανών που συνοδεύει τον Προϋπογισμό του 2026 ανέρχονται σε 1.236, σε σύγκριση με τις 1.106 του προηγούμενου έτους (αύξηση 11,8%). Αυτό δείχνει μια τάση επέκτασης των ειδικών καθεστώτων και των εναλλακτικών ρυθμίσεων στη φορολογία. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2020 οι φοροαπαλλαγές ανέρχονταν στα 8,9 δισ. ευρώ, ενώ το 2016 ήταν 3,041 δισ. ευρώ. Έτσι, από το 2016 μέχρι σήμερα, έχουν αυξηθεί κατά 650%.

Όπως προκύπτει από την έκθεση που συνοδεύει τον προϋπολογισμό του 2026, η μεγαλύτερη κατηγορία φορολογικών απαλλαγών αφορά τη φορολογία κεφαλαίου, όπου οι φοροαπαλλαγές ξεπερνούν τα 9,06 δισ. ευρώ. Στον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, το κόστος των φορολογικών δαπανών ανήλθε στα 5,8 δισ. ευρώ. Αυτό το ποσό προκύπτει από τις ελαφρύνσεις και τα ειδικά καθεστώτα που εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις και οργανισμούς, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, τη στήριξη της καινοτομίας ή την ανακούφιση συγκεκριμένων επιχειρηματικών κλάδων.

Παράλληλα, στον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, οι φοροαπαλλαγές έφτασαν τα 4,94 δισ. ευρώ. Σε αυτό το ποσό περιλαμβάνονται κυρίως οι εκπτώσεις για ειδικές κατηγορίες πολιτών, όπως οι οικογένειες με εξαρτώμενα μέλη, τα άτομα με αναπηρία, οι αγρότες και οι κάτοικοι απομακρυσμένων περιοχών, καθώς και οι παρεμβάσεις που αφορούν τα τεκμήρια και την έκπτωση δαπανών από το εισόδημα.

Στον τομέα των έμμεσων φόρων, ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) κοστίζει στον προϋπολογισμό περίπου 1 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω των μειωμένων συντελεστών που εφαρμόζονται σε αγαθά και υπηρεσίες πρώτης ανάγκης ή στους τομείς του τουρισμού και της εστίασης. Οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης προκαλούν απώλειες άνω του 1 δισ. ευρώ, ενώ το ψηφιακό τέλος συναλλαγής, που αντικατέστησε τα τέλη χαρτοσήμου, εμφανίζει κόστος 72,88 εκατ. ευρώ.

Τέλος, μικρότερες κατηγορίες, όπως ο φόρος πολυτελείας με μόλις 200.000 ευρώ, ο φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων με 17,2 εκατ. ευρώ και τα τέλη κυκλοφορίας με 24,49 εκατ. ευρώ, συνθέτουν το υπόλοιπο μωσαϊκό των φορολογικών δαπανών. Στην κατηγορία «Άλλες φορολογίες» προστίθεται επιπλέον κόστος 20,5 εκατ. ευρώ, ολοκληρώνοντας την εικόνα ενός συστήματος όπου οι εξαιρέσεις και οι ειδικές μεταχειρίσεις διαδραματίζουν ολοένα και πιο κεντρικό ρόλο.