Άνοδος στον πληθωρισμό: Έως 2,9% στην Ελλάδα – Τι κρύβεται πίσω;
Στο 2,9% έφτασε ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ελλάδα τον Νοέμβριο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Eurostat, από 1,6% τον Οκτώβριο. Οι αυξήσεις σε τρόφιμα και υπηρεσίες θεωρούνται οι κύριες αιτίες για την αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων. Αυτή η αύξηση έρχεται ενώ εφαρμόζεται η πρωτοβουλία «Μείωση τιμής» σε πάνω από 2.000 προϊόντα, υποδεικνύοντας την επιμονή του πληθωρισμού στην Ελλάδα. Παρόλο που η άνοδος του πληθωρισμού ήταν γενικευμένη στην Ευρωζώνη τον Νοέμβριο, ήταν πιο ήπια σε σύγκριση με την Ελλάδα, με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή να διαμορφώνεται σε 2,2% από 2,1% τον Οκτώβριο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ο πληθωρισμός των τροφίμων στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 3,1% από 2,5% τον Οκτώβριο, ο πληθωρισμός των υπηρεσιών σε 4,7% από 2,8% τον Οκτώβριο, ενώ μικρή ήταν η αύξηση των τιμών στην ενέργεια (0,3%). Στην Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός των τροφίμων παρέμεινε στο 2,5%, ο πληθωρισμός των υπηρεσιών σε 3,5% από 3,4% τον Οκτώβριο, ενώ ο ενεργειακός πληθωρισμός ήταν αρνητικός (-0,5% από -0,9% τον Οκτώβριο).
Η διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την πτώση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης στις -50,6 μονάδες τον Νοέμβριο από -47,6 μονάδες τον Οκτώβριο. Οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν οι πιο απαισιόδοξοι στην ΕΕ, ακολουθούμενοι από τους καταναλωτές στη Ρουμανία (-29,7) και την Εσθονία (-28,2). Οι δείκτες για τα οικονομικά των νοικοκυριών επιδεινώνονται, ενώ η γενικότερη οικονομική κατάσταση στη χώρα βελτιώνεται. Αντίθετα, η πρόθεση για μεγάλες αγορές μειώνεται σημαντικά, με την αποταμίευση να εξασθενεί ελαφρώς. Όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ στην ανάλυσή του για τον δείκτη οικονομικού κλίματος τον Νοέμβριο, «Βραχυπρόθεσμες πτυχές των αποφάσεων οικονομικής πολιτικής δεν είναι ιδιαίτερα επιδραστικές ως προς τις προσδοκίες που κατευθύνονται κυρίως από μακροπρόθεσμες τάσεις». Ο δείκτης οικονομικού κλίματος υποχώρησε στις 106 μονάδες από 107,5 τον Οκτώβριο, με τους δείκτες επιχειρηματικών προσδοκιών να μειώνονται στη βιομηχανία και στις υπηρεσίες, αλλά να αυξάνονται στις κατασκευές και στο λιανικό εμπόριο.