Ανεργία: Σκιές στα νούμερα της ΕΛΣΤΑΤ – Τι βλέπει η Eurostat;
Η Eurostat φαίνεται να είχε δίκιο όταν επισήμανε ασυμφωνίες στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την ανεργία. Η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία είχε προειδοποιήσει την ΕΛΣΤΑΤ για υπερβολικές αποκλίσεις μεταξύ μηνιαίων και τριμηνιαίων ποσοστών ανεργίας, καθώς και για συχνές αναθεωρήσεις στις μηνιαίες μεταβολές.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ, η Ελλάδα βρίσκεται στις χώρες που ξεπερνούν τα όρια του ευρωπαϊκού κανονισμού για τον υπολογισμό της ανεργίας, με αποτέλεσμα αρνητική αξιολόγηση.
Η ΕΛΣΤΑΤ παραδέχθηκε ότι υπάρχει πρόβλημα με τους μηνιαίους δείκτες ανεργίας, καθώς παρατηρούνται "ασυνήθιστες διακυμάνσεις" που δεν φαίνεται να αντανακλούν την πραγματική εικόνα στην αγορά εργασίας και δεν τεκμηριώνονται επαρκώς.
Έτσι, το καλοκαίρι ανακοίνωσε ότι επανεξετάζει τον υπολογισμό του μηνιαίου δείκτη ανεργίας, ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη σύγκλιση με τον τριμηνιαίο δείκτη.
Ωστόσο, τα νέα στοιχεία για την ανεργία δείχνουν ότι τα παράδοξα συνεχίζονται. Η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε δείκτη ανεργίας 8,2% για το γ' τρίμηνο του 2025, χωρίς αυτό να συνάδει με τα ποσοστά ανεργίας των αντίστοιχων μηνών.
Συγκεκριμένα, ο εποχικά διορθωμένος δείκτης για τον Ιούλιο ήταν 8,9%, τον Αύγουστο 8,6% και τον Σεπτέμβριο 8,7%. Ο μέσος όρος των τριών μηνών είναι 8,6%, ποσοστό που δεν δικαιολογεί την υποχώρηση στο 8,2% (από 8,6% το β' τρίμηνο του 2025 και 9% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024).
Η απάντηση στον "μαθηματικό γρίφο" βρίσκεται σε μια υποσημείωση: "Σημειώνεται ότι οι τριμηνιαίες εκτιμήσεις της Έρευνας δεν υποβάλλονται σε εποχική διόρθωση, όπως γίνεται με τις μηνιαίες. Συνεπώς, ο μέσος όρος των εποχικά διορθωμένων μηνιαίων εκτιμήσεων δύναται να διαφέρει από την εκτίμηση του αντίστοιχου τριμήνου".
Αυτή ακριβώς η απόκλιση προκάλεσε την αρνητική αξιολόγηση από τις ευρωπαϊκές στατιστικές υπηρεσίες.
Εκτός από τις Βρυξέλλες, και στην Ελλάδα έχουν εκφραστεί αμφιβολίες για την αξιοπιστία των στοιχείων για την ανεργία. Η πιο εμφανής απόκλιση είναι η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και της ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ).
Για παράδειγμα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η ανεργία τον Οκτώβριο παρέμεινε σχεδόν σταθερή στο 8,6% (411.369 άτομα) και μειώθηκε κατά μία μονάδα σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι.
Αντίθετα, η ΔΥΠΑ κατέγραψε σχεδόν διπλάσιους ανέργους τον Οκτώβριο, φτάνοντας τους 768.000. Αυτός ο αριθμός οδηγεί σε ποσοστά ανεργίας υπερδιπλάσια από αυτά της ΕΛΣΤΑΤ. Με βάση το εργατικό δυναμικό της χώρας μας στις 30 Ιουνίου 2025, που ανερχόταν σε 4.386.832 άτομα, η ανεργία θα έπρεπε να είναι 17,5%.
Η διαφορά οφείλεται στη διαφορετική μεθοδολογία που ακολουθούν οι δύο υπηρεσίες. Η ΕΛΣΤΑΤ πραγματοποιεί δειγματοληπτικές έρευνες, εξαιρώντας εμμέσως ένα σημαντικό ποσοστό ανέργων και "παρκάροντάς" τους στον μη ενεργό πληθυσμό.
Για παράδειγμα, από τους 768.000 ανέργους της ΔΥΠΑ, οι 410.859 (53,5%) είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο της για 12 μήνες ή περισσότερο, δηλαδή είναι μακροχρόνια άνεργοι.
Στα τελευταία αναλυτικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (γ' τρίμηνο), οι μακροχρόνια άνεργοι είναι 230.800. Δηλαδή, πάνω από 180.000 μακροχρόνια άνεργοι είναι "αόρατοι". Συνολικά, από τις επίσημες στατιστικές έχουν εξαφανιστεί σχεδόν 360.000 άνεργοι.
Η μεθοδολογία της ΕΛΣΤΑΤ είναι εναρμονισμένη με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, αλλά δημιουργεί σύγχυση και θολώνει την πραγματική εικόνα. Ακόμη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουν διατυπωθεί ενστάσεις για τον επίσημο τρόπο υπολογισμού της ανεργίας, καθώς αποκλείει μεγάλο ποσοστό αποθαρρυμένων ανέργων και υποαπασχολούμενων.
Ειδικότερα, από την ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει ότι το ποσοστό ανεργίας είναι αντίστοιχο του Δεκεμβρίου 2008, προ 17 ετών, όταν όμως οι απασχολούμενοι ήταν περισσότεροι κατά 236.748. Αυτό καταδεικνύει τη συρρίκνωση της αγοράς εργασίας.