
Αναταράξεις στην Ευρώπη: Χιλιάδες θέσεις εργασίας χάνονται – Τι συμβαίνει;
Η αγορά εργασίας στην Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, αντιμετωπίζοντας σημαντικές προκλήσεις παρά τα ιστορικά χαμηλά ποσοστά ανεργίας. Η δασμολογική πολιτική του πρώην Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έχει προκαλέσει αναταράξεις, ενώ η χαμηλή ζήτηση για πολλά προϊόντα έχει αναγκάσει τις ευρωπαϊκές εταιρείες να παγώσουν τις προσλήψεις ή να προβούν σε περικοπές θέσεων εργασίας.
Η αυτοκινητοβιομηχανία υφίσταται σοβαρές απώλειες λόγω της οικονομικής επιβράδυνσης και της χαμηλής ζήτησης. Ο τραπεζικός κλάδος, η βιομηχανία και κάποιες εταιρείες στον τομέα της ενέργειας αντιμετωπίζουν επίσης σημαντικές δυσκολίες, οδηγώντας σε απώλειες πολλών χιλιάδων θέσεων εργασίας.
Το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters κατέγραψε ορισμένες από τις εταιρείες-«μεγαθήρια» που αναγκάστηκαν να «παγώσουν» τις προσλήψεις ή να περικόψουν θέσεις εργασίας.
Στις 22 Ιουλίου, ανώτερο στέλεχος της γερμανικής εταιρείας κατασκευής εξαρτημάτων αυτοκινήτων ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε περικοπές έως και 1.100 θέσεων εργασίας έως το 2029 λόγω της πτώσης των πωλήσεων εν μέσω της ραγδαίας επιδείνωσης της αγοράς αυτοκινήτων.
Η κατασκευάστρια εταιρεία φορτηγών επιβεβαίωσε την 1η Αυγούστου τις αναφορές των μέσων ενημέρωσης ότι θα προβεί σε περικοπή 2.000 θέσεων εργασίας στα εργοστάσιά της στις ΗΠΑ και το Μεξικό, επιπλέον των 5.000 θέσεων εργασίας που είχε ήδη ανακοινώσει στη Γερμανία.
Ο κολοσσός της αυτοκινητοβιομηχανίας επέκτεινε το πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου στην Ιταλία, οδηγώντας τη συνολική προγραμματισμένη μείωση του εργατικού δυναμικού σε σχεδόν 2.500 έως το 2025.
Στις 30 Απριλίου, ο οικονομικός διευθυντής της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας δήλωσε ότι η εταιρεία είχε μειώσει το προσωπικό της στη Γερμανία κατά περίπου 7.000 άτομα από την έναρξη του προγράμματος εξοικονόμησης κόστους, στα τέλη του 2023.
Εκπρόσωπος της σουηδικής εταιρείας στον τομέα των φορτηγών ανακοίνωσε την άνοιξη του 2025 ότι η εταιρεία σχεδιάζει να απολύσει έως και 800 εργαζομένους σε τρία εργοστάσια στις ΗΠΑ τους επόμενους τρεις μήνες. Επιπλέον, θα περικόψει 3.000 θέσεις εργασίας, κυρίως υπαλλήλων, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης αναδιάρθρωσης, καθώς παλεύει με το υψηλό κόστος, την επιβράδυνση της ζήτησης και την αβεβαιότητα σχετικά με τους εμπορικούς δασμούς.
Η γερμανική τράπεζα ανακοίνωσε στις 14 Μαΐου ότι συμφώνησε με το συμβούλιο εργαζομένων τους όρους για την περικοπή περίπου 3.900 θέσεων εργασίας έως το 2028, στο πλαίσιο μιας στρατηγικής που θα τη βοηθήσει να επιτύχει πιο φιλόδοξους στόχους κερδοφορίας.
Επίσης, σχεδιάζει να μειώσει 348 θέσεις εργασίας στη Γαλλία μέσω ενός προγράμματος εθελούσιας αποχώρησης, που αντιστοιχεί σε περίπου το 10% του εργατικού δυναμικού της τράπεζας στη χώρα, όπως ανακοινώθηκε στις 14 Μαΐου.
Η βρετανική τράπεζα θα εξετάσει την απόλυση περίπου του ήμισυ από τα 3.000 μέλη του προσωπικού που κρίνονται ότι βρίσκονται στο κατώτερο 5%, με στόχο τη μείωση του κόστους.
Η μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας ενημέρωσε τις συνδικαλιστικές οργανώσεις στην Ιταλία, την 1η Απριλίου, για τα σχέδιά της να απολύσει 180 υπαλλήλους στη χώρα, που αντιστοιχεί σε περίπου το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού της εκεί.
Η αυστριακή εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου σχεδιάζει να απολύσει 2.000 υπαλλήλους, ή το 1/12 του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού της, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Kurier, στις 4 Σεπτεμβρίου.
Η κρατική εταιρεία κοινής ωφέλειας ανακοίνωσε στις 3 Ιουλίου ότι θα απολύσει 400 υπαλλήλους, ή περίπου το 5% του προσωπικού της, λόγω των δύσκολων συνθηκών στην αγορά ενέργειας.
Ο διευθύνων σύμβουλος της γαλλο-ιταλικής εταιρείας κατασκευής μικροτσίπ δήλωσε στις 4 Ιουνίου ότι αναμένει 5.000 αποχωρήσεις από την εταιρεία τα επόμενα τρία χρόνια, συμπεριλαμβανομένων των 2.800 απολύσεων που ανακοινώθηκαν για το 2025.
Η βελγική εταιρεία παραγωγής χημικών επιταχύνει τα μέτρα αναδιάρθρωσης, τα οποία περιλαμβάνουν την κατάργηση περίπου 200 θέσεων εργασίας, λόγω της αβεβαιότητας της ζήτησης που προκαλεί η παγκόσμια οικονομική αναταραχή, όπως ανακοίνωσε στις 15 Μαΐου.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πιέζουν για διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, ενώ η ΕΕ εξετάζει μέτρα στήριξης της οικονομίας. Η κατάσταση παραμένει ρευστή, αλλά η τάση δείχνει ότι η Ευρώπη χρειάζεται γρήγορες μεταρρυθμίσεις για να αποφύγει μια βαθύτερη κρίση.