«Shutdown» στις ΗΠΑ: Οι επιπτώσεις και οι κίνδυνοι για την οικονομία

Αμερικανική «δημοσιονομική παράλυση»: Τι σημαίνει και ποιες συνέπειες θα έχει;

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 3 λεπτά ανάγνωση

Η «δημοσιονομική παράλυση» (shutdown) στις ΗΠΑ προκαλεί αναστολή λειτουργίας σε πολλές μη απαραίτητες υπηρεσίες του ομοσπονδιακού κράτους. Αναμένονται σοβαρά προβλήματα σε δημόσιες υπηρεσίες και κυρίως στις μεταφορές.

Το προηγούμενο shutdown είχε καταγραφεί το 2018, κατά τη διάρκεια της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, και διήρκεσε 35 ημέρες.

Οι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι σε «βασικούς» τομείς συνεχίζουν να εργάζονται χωρίς όμως να πληρώνονται. Αυτό αφορά τους εν ενεργεία στρατιωτικούς, τις δυνάμεις ασφαλείας και ελέγχου συνόρων, τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, καθώς και τους εργαζομένους σε νοσοκομεία ή στη συντήρηση του δικτύου ηλεκτροδότησης.

Οι εργαζόμενοι σε «μη βασικούς» τομείς τίθενται σε αναγκαστική αργία άνευ αποδοχών μέχρι να ψηφιστεί ο νέος προϋπολογισμός.

Αυτό σημαίνει αναστολή της λειτουργίας εθνικών πάρκων και μουσείων, καθυστερήσεις στους ελέγχους στα αεροδρόμια, μείωση των ελέγχων σε τρόφιμα και περιβάλλον, και προβλήματα σε προγράμματα επισιτιστικής βοήθειας, όπως το WIC για γυναίκες και παιδιά χαμηλού εισοδήματος.

Εκτίμηση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO), που δημοσιεύθηκε χθες Τρίτη, αναφέρει ότι περίπου 750.000 ομοσπονδιακοί υπάλληλοι οδηγούνται σε αναγκαστική αργία.

Επιπλέον, αναμένονται καθυστερήσεις στην ανακοίνωση στατιστικών στοιχείων για την αμερικανική οικονομία, γεγονός που αυξάνει την αβεβαιότητα στις αγορές.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι «πολλά καλά πράγματα μπορεί να προκύψουν από το “shutdown”, μπορούμε να ξεφορτωθούμε πολλά πράγματα που δεν θέλουμε και θα ήταν πράγματα των Δημοκρατικών». Ο διευθυντής προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου, Ράσελ Βοτ, προειδοποίησε ότι κάποιοι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι που θα τεθούν σε αναγκαστική αργία ενδέχεται να απολυθούν οριστικά.

Η NationWide εκτιμά ότι κάθε εβδομάδα παράλυσης θα μπορούσε να μειώσει την ανάπτυξη κατά 0,2 ποσοστιαία μονάδα.

Η διάρκεια της δημοσιονομικής παράλυσης εξαρτάται από την έκβαση της αντιπαράθεσης μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών, καθώς καμία πλευρά δεν φαίνεται διατεθειμένη να κάνει συμβιβασμούς.

Οι αλληλοκατηγορίες έχουν ήδη ξεκινήσει, με τον Τραμπ να κατηγορεί τους Δημοκρατικούς ότι «θέλουν να κλείσουν τα πάντα, εμείς δεν το θέλουμε».

Οι Δημοκρατικοί, από την πλευρά τους, επικρίνουν τους Ρεπουμπλικανούς για έλλειψη διάθεσης διαπραγμάτευσης. Ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, δήλωσε ότι η στάση του κόμματός του «δεν είναι θέμα εγωισμού».

Ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2026, οι οποίες θα καθορίσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου, οι εκλογικοί υπολογισμοί ενδέχεται να υπερισχύσουν της προσπάθειας για συμβιβασμό.

Το μεγαλύτερο σε διάρκεια shutdown στην ιστορία των ΗΠΑ ήταν αυτό του Δεκεμβρίου 2018, επί προεδρίας Τραμπ, που διήρκεσε 35 ημέρες. Από το πρώτο shutdown το 1976, η μέση διάρκεια της δημοσιονομικής παράλυσης είναι οκτώ ημέρες.

Όσο αυξάνεται η διάρκειά της, τόσο πιο εύθραυστη γίνεται η αμερικανική οικονομία.

«Οι αγορές απεχθάνονται την αβεβαιότητα ακόμη περισσότερο και από τις κακές ειδήσεις», τόνισε ο Στίβεν Ινες της SPI Asset Management.