Πληθωρισμός: Έξι χρόνια «αφαίμαξης» των καταναλωτών – Στο +35% οι τιμές των τροφίμων

Ακρίβεια: Τα τρόφιμα «καίνε» τα ελληνικά νοικοκυριά – Δραματική αύξηση 35,3%

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 3 λεπτά ανάγνωση

Μπορεί ο πληθωρισμός, σύμφωνα με τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), να παρουσιάζει μια σχετική αποκλιμάκωση για τρίτο συνεχόμενο μήνα, όμως η ασταμάτητη άνοδος στις τιμές των τροφίμων τα τελευταία έξι χρόνια δεν επιτρέπει κανέναν εφησυχασμό στα ελληνικά νοικοκυριά.

Η επιβράδυνση του πληθωρισμού δεν συνεπάγεται μείωση των τιμών, απλώς επιβραδύνει τον ρυθμό αύξησής τους. Η πραγματική πτώση τιμών, που θα οδηγούσε σε αρνητικό πληθωρισμό, παρατηρήθηκε στην Ελλάδα την περίοδο 2013-2015 και την διετία 2020-2021.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ελλάδα μεταξύ Αυγούστου και Οκτωβρίου 2025 οφείλεται κυρίως στους τομείς των ξενοδοχείων, καφέ, εστιατορίων, καθώς και στη στέγαση, το νερό, τον ηλεκτρισμό, το αέριο και άλλα καύσιμα.

Στο εβδομαδιαίο δελτίο της Eurobank, με τίτλο «7 Ημέρες Οικονομία», παρουσιάζεται μια αναλυτική μελέτη για τον πληθωρισμό, η οποία καταλήγει σε ορισμένα κρίσιμα συμπεράσματα αναφορικά με το κύμα ακρίβειας.

Συγκεκριμένα, η σωρευτική μεταβολή στις τιμές τα τελευταία έξι χρόνια, μια περίοδος που περιλαμβάνει την πανδημία, την ενεργειακή κρίση και τις αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις, καταδεικνύει μια εκρηκτική άνοδο των τιμών στα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά, της τάξεως του 35,3% (έναντι 33,9% στην Ευρωζώνη).

Ακολουθούν οι αυξήσεις σε: ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια (27,2% στην Ελλάδα, 28,5% στην Ευρωζώνη), στέγαση, νερό, ηλεκτρικό, αέριο και άλλα καύσιμα (23,2%, 28,2% στην Ευρωζώνη), ένδυση και υπόδηση (21,2%, 8,8% στην Ευρωζώνη), μεταφορές (14,3%, 20,5% στην Ευρωζώνη), υγεία (12,2%, 11,5% στην Ευρωζώνη), διαρκή αγαθά-είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες (11,9%, 16,1% στην Ευρωζώνη), εκπαίδευση (10,7%, 13,1% στην Ευρωζώνη), αναψυχή-πολιτιστικές δραστηριότητες (8,6%, 15,8% στην Ευρωζώνη), άλλα αγαθά και υπηρεσίες (6,7%, 21,2% στην Ευρωζώνη), αλκοολούχα ποτά και καπνός (5,1%, 28,3% στην Ευρωζώνη) και επικοινωνίες (-7,3%, -7,2% στην Ευρωζώνη).

Είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός ότι «ο πληθωρισμός των τροφίμων πλήττει αναλογικά περισσότερο τα νοικοκυριά που βρίσκονται στα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια, καθότι για αυτά τα νοικοκυριά το βάρος των τροφίμων στο καλάθι τους είναι αναλογικά μεγαλύτερο σε σχέση με τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια».

Επιπλέον, στο άμεσο μέλλον, «η κλιματική κρίση αλλά και οι γεωπολιτικές εντάσεις δύνανται να προκαλούν συχνές διακυμάνσεις στο κόστος παραγωγής των τροφίμων οπότε και στις τιμές τους», επιτείνοντας το πρόβλημα.

Οι κυβερνητικές προσπάθειες για τον περιορισμό της ακρίβειας δεν έχουν επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, και οι πολίτες εμφανίζονται δύσπιστοι.

Οι υψηλές τιμές βασικών προϊόντων, που μειώνουν δραματικά το διαθέσιμο εισόδημα, αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης. Για παράδειγμα, το κρέας έχει αυξηθεί πάνω από 30%, το γάλα 40% και το βούτυρο 50% σε σύγκριση με τα προ-πανδημίας επίπεδα.

Η ακρίβεια στα τρόφιμα και τα είδη πρώτης ανάγκης, μετά από τρία χρόνια συνεχόμενων αυξήσεων, έχει πλέον μετατραπεί σε πρόβλημα επιβίωσης για πολλά νοικοκυριά. Ο μισθός και η σύνταξη δεν επαρκούν για ολόκληρο τον μήνα.

Η κατάσταση επιδεινώνεται από το γεγονός ότι οι ανατιμήσεις υπερβαίνουν κατά πολύ τον ρυθμό αύξησης των μισθών και των εισοδημάτων, με αποτέλεσμα τη δραματική μείωση της αγοραστικής δύναμης.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά το μέσο μισθό, ενώ ταυτόχρονα κατέχει μια από τις πρώτες θέσεις στις τιμές των βασικών προϊόντων. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα καταγράφει τη δεύτερη χαμηλότερη μέση ετήσια αμοιβή πλήρους απασχόλησης στην ΕΕ, με περίπου 18.000 ευρώ, ξεπερνώντας μόνο τη Βουλγαρία με 15.400 ευρώ. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται σε 39.800 ευρώ, καταδεικνύοντας τη μεγάλη απόσταση που χωρίζει την Ελλάδα από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.