Σίγησε η φωνή του μεγάλου τραγουδοποιού Διονύση Σαββόπουλου

Θρήνος στην Ελλάδα: Έφυγε από τη ζωή ο Διονύσης Σαββόπουλος

Ελλάδα
Δημοσιεύθηκε  · 8 λεπτά ανάγνωση

Έφυγε από τη ζωή, βυθίζοντας στο πένθος την Ελλάδα, ο Διονύσης Σαββόπουλος, μία από τις κορυφαίες μορφές του ελληνικού τραγουδιού. Ο «Νιόνιος», όπως τον αποκαλούσαν, άφησε την τελευταία του πνοή το βράδυ της Τρίτης, σε ηλικία 81 ετών, έπειτα από γενναία μάχη με τον καρκίνο από το 2021.

Τις τελευταίες δύο εβδομάδες, ο Διονύσης Σαββόπουλος νοσηλευόταν σε κρίσιμη κατάσταση στη μονάδα εντατικής θεραπείας ιδιωτικού θεραπευτηρίου, έχοντας στο πλευρό του την οικογένειά του. Είχε αποκαλύψει ο ίδιος, μέσα από τη βιογραφία του, ότι πριν από λίγα χρόνια είχε προσβληθεί από καρκίνο στον πνεύμονα.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος, κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης καριέρας του ως τραγουδοποιός, στιχουργός και ερμηνευτής, άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στην ελληνική μουσική και πολιτιστική σκηνή. Το έργο του ξεχώριζε για τον συνδυασμό της σατιρικής διάθεσης, του φιλοσοφικού βάθους και της βαθιάς αγάπης για την ελληνική γλώσσα και τη μουσική παράδοση. Επηρέασε γενιές νέων καλλιτεχνών και αγαπήθηκε από το κοινό για δεκαετίες. Το ντεμπούτο του άλμπουμ «Φορτηγό» αποτέλεσε ορόσημο για το ελληνικό τραγούδι, ενώ το «Περιβόλι του Τρελού» καθιέρωσε τη φωνή του ως μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες της εποχής.

Λίγο μετά την είδηση του θανάτου του, η οικογένειά του, με ανάρτησή της στο Facebook, ανέφερε: «Ο πολυαγαπημένος μας σύζυγος, πατέρας, παππούς και τραγουδοποιός έφυγε απόψε Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2025. Λεπτομέρειες για τον αποχαιρετισμό του θα ανακοινωθούν τις επόμενες ώρες». Υπογράφουν η σύζυγός του, Άσπα, τα παιδιά του, Κορνήλιος, Ρωμανός και Αγγέλλα, και τα εγγόνια του, Διονύσης και Ανδρέας.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος ήταν ένας από τους βασικούς διαμορφωτές της σύγχρονης ελληνικής τέχνης. Υπήρξε συνθέτης, στιχουργός και πρωτεργάτης της σχολής των Ελλήνων τραγουδοποιών που χαρακτήρισε τη γενιά του. Δημιούργησε «σχολή» στο τραγούδι με τον ευρηματικό και ανατρεπτικό του στίχο, καθώς και με τους μουσικούς συγκερασμούς του και τις εμπνευσμένες παραγωγές του, επηρεάζοντας καταλυτικά όλα τα ρεύματα και τις μουσικές τάσεις.

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στις 2 Δεκεμβρίου 1944. Έχοντας ρίζες από την Κωνσταντινούπολη και τη Φιλιππούπολη, δέχτηκε σε νεαρή ηλικία επιρροές από μια πιο ανατολίτικη κουλτούρα. Σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, αλλά το 1963 εγκατέλειψε τις σπουδές του για να ασχοληθεί με τη μουσική και μετακόμισε στην Αθήνα. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία από τις πρώτες ημέρες του ως μουσικός και σύντομα έγινε πολύ δημοφιλής στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Το 1963 πρωτοπαρουσίασε τραγούδια που ερμήνευε ο ίδιος σε στίχους και μουσική δική του. Τα τραγούδια του συνιστούν τομή για την ελληνική μουσική, καθιερώνοντας στα νεότερα χρόνια ένα είδος που πριν από τον Σαββόπουλο ήταν ακατάτακτο και αταξινόμητο, συγχρονίζοντας έτσι το αίσθημα της ελληνικής παραδοσιακής τραγουδοποιίας με τα σύγχρονα παγκόσμια μουσικά ρεύματα. Οι ερμηνείες και οι ενορχηστρώσεις του θεωρούνται μοναδικές και αξεπέραστες, ενώ τραγούδια του όπως τα «Φορτηγό», «Περιβόλι του τρελλού», «Μπάλλος», «Βρώμικο ψωμί», «Ρεζέρβα» και «Τραπεζάκια έξω» παραμένουν άφθαρτα και πάντοτε επίκαιρα. Επίσης, επέλεξε από την αρχή της καριέρας του να σκηνοθετεί ο ίδιος τις παραστάσεις του, που έγιναν σημεία αναφοράς τόσο για τη θεατρικότητά τους όσο και για τους χώρους όπου παρουσιάστηκαν.

Ιστορικές είναι η συναυλία του στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας το 1983 και το καλοκαίρι του 2017 στο Καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο με τη συμμετοχή εξήντα χιλιάδων θεατών. Τα τραγούδια του ερμηνεύονται στις συναυλίες πολλών ομοτέχνων του, διδάσκονται στα ελληνικά σχολεία, κυκλοφορούν μελέτες για το έργο του και στίχοι του διδάσκονται μεταφρασμένοι στα ιταλικά από την έδρα Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Sapienza της Ρώμης.

Αυτοδίδακτος και προικισμένος δημιουργός, εκπληκτικός περφόρμερ και αφηγητής, ο Σαββόπουλος εξέδωσε 14 κύκλους τραγουδιών σε δίσκους βινυλίου και ακτίνας, καθώς και ζωντανές ηχογραφήσεις εμφανίσεών του. Όλοι οι δίσκοι του κυκλοφορούν και στο εξωτερικό, παντού όπου υπάρχει ελληνισμός. Ταξίδεψε πολύ και έγραψε μουσική για τα θέατρα της Αθήνας, για την Επίδαυρο αλλά και για τον κινηματογράφο όπου κέρδισε βραβείο μουσικής για το Happy Day το 1976 αλλά αρνήθηκε να το παραλάβει. Παρουσίασε στη δισκογραφία, ως μουσικός παραγωγός, νεότερους και πρωτοεμφανιζόμενους συναδέλφους του. Εξέδωσε 5 βιβλία με στίχους, παρτιτούρες και κείμενά του. Τον Δεκέμβριο του 2003 κυκλοφόρησε την επιτομή του συνόλου των στίχων του, καθώς και δύο βιβλία αφιερωμένα στη ζωή και το έργο του από τον Κώστα Μπλιάτκα και τον Δημήτρη Καράμπελα. Είχε κατά καιρούς δικές του σειρές εκπομπών, τόσο στην τηλεόραση όσο και στο ραδιόφωνο. Μία από αυτές ήταν και το «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι».

O Διονύσης Σαββόπουλος στην ομιλία του κατά την τελετή αναγόρευσης του σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τον Νοέμβριο του 2017, αναφέρθηκε στη γέννηση του, μέσα στα «Δεκεμβριανά του 1944». Είπε ότι ένας ΕΛΑΣίτης με μια μοτοσικλέτα με καλάθι μετέφερε στο μαιευτήριο την ετοιμόγεννη μητέρα του και πως, ως νήπιο, πριν ακόμη αντιληφθεί το νόημα των λέξεων που άκουγε στο ραδιόφωνο, ένιωθε τη μουσικότητά τους.

«Η μουσική των λέξεων με επισκέφθηκε πριν από τις λέξεις, τότε δεν άκουγα παρά φωνήματα, τη σημασία των οποίων κατάλαβα σιγά – σιγά αργότερα …ποτέ μου δεν έγραψα στίχους χωρίς μουσική, ούτε ξέρω πώς να το κάνω αυτό…. γράφω μουσική και στίχο σχεδόν ταυτόχρονα και μέσα μου προπορεύεται λιγάκι η μουσική και ο ρυθμός… Στη δουλειά μου, οι στίχοι και η μουσική είναι ένα. Και εάν υπάρχει ποίηση σε αυτά που κάνω, αυτά δεν βρίσκονται μόνο στα λόγια, αλλά στο τραγούδι, εν τω συνόλω…’Ακουγα εντελώς διαφορετικά είδη μουσικής, μόνο που με τα χρόνια, ένας εσωτερικός θα έλεγα κρυφός, τεχνίτης τα σμίλευε, ένωνε τα διάφορα είδη δημιουργώντας ένα αμάγαλμα μια καινούργια μορφή. Ούτε εγώ ο ίδιος πια δεν ξέρω να ξεχωρίσω στα τραγούδια μου, ποιο είναι το λαϊκό στοιχείο, ποιο το ελαφρύ, ποιο το έντεχνο, ποιο το παλιό και πιο το νέο» είχε αναφέρει ο γνωστός τραγουδοποιός.

Από τις πρώτες του δουλειές «Φορτηγό» και «Περιβόλι του τρελλού» ο Σαββόπουλος ξεχώρισε για το καθαρά προσωπικό και πρωτότυπο ύφος με το οποίο επιχείρησε να ανανεώσει, νοηματικά και μουσικά το ελληνικό τραγούδι. Το 1971 κυκλοφόρησε το LP «Ο Μπάλλος» και το 1972 ο δίσκος «Το Βρώμικο Ψωμί».

Τον Σεπτέμβριο του 1983, γιορτάζοντας τα 20 του χρόνια στο ελληνικό τραγούδι, ο Διονύσης Σαββόπουλος μετέτρεψε το Ολυμπιακό Στάδιο σε συναυλιακό χώρο. Η συναυλία που συγκέντρωσε πάνω από εκατόν πενήντα χιλιάδες άτομα αποτελούσε την κορύφωση της περιοδείας «20 χρόνια δρόμος» που ξεκίνησε τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς και αποτυπώθηκε λίγο αργότερα και δισκογραφικά. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησαν τα «Τραπεζάκια έξω».

Το 1997 παρουσίασε το άλμπουμ αφιέρωμα στους μεγάλους καλλιτέχνες που θαύμαζε και τον ενέπνευσαν στην (μέχρι τότε) τριαντάχρονη πορεία του: Πρώτα απ’ όλα, στον Bob Dylan και στο Lucio Dalla, αλλά και στον Nick Cave, τον Lou Reed, τον Van Morisson, τους Cream, τους Jethro Tull, τους Spencer Davis Group, τους Talking Heads και τους Quicksilver Messenger Service. Συνολικά δώδεκα τραγούδια φιλοξένησε στο «Ξενοδοχείο» του ο Σαββόπουλος.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος καταπιάστηκε με τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη, ως μουσικοσυνθέτης, το καλοκαίρι του 1985 στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Λούκα Ρονκόνι, στην Επίδαυρο.

Ήταν πολιτικά ενεργός σε όλη τη σταδιοδρομία του στη μουσική. Κατά τη διάρκεια της Χούντας φυλακίστηκε δύο φορές για τις πολιτικές του πεποιθήσεις, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1967. Για την περίοδο που βρισκόταν στη φυλακή είχε δηλώσει: «Έχω μείνει σε ένα κελί για πάρα πολύ καιρό. Μπορεί βέβαια να ήμουν στενεμένος, αλλά ένα φως μέσα μου έγραφε τραγούδια. Το τραγούδι “Δημοσθένους λέξις” γράφτηκε εκεί. Μάλιστα ο πρώτος τίτλος του τραγουδιού ήταν “Εμβατήριο για μετέωρο φυλακισμένο”. Ανακάτεψα εκ των υστέρων τον Δημοσθένη για να ξεγελάσω τη λογοκρισία. Τους δούλεψα κανονικά! Δεν με επηρέασε η στενότης ή ο περιορισμός, πετούσα μέσα μου. Πάντα έφερνα εκείνο που συνέβη τότε και το ζούσα στο τώρα. Δεν πήγαινα στο παρελθόν. Έφερνα το παρελθόν στον παρόντα χρόνο».

Με το βιβλίο του «Γιατί τα χρόνια τρέχουν», εκδόσεις Πατάκη, 2024, ο Σαββόπουλος τίμησε τα ογδόντα του χρόνια αφηγούμενος το πώς από τροβαδούρος για «τα παιδιά με τα μαλλιά και με τα μαύρα ρούχα» μετατράπηκε σε εθνικό βάρδο.

Με την αυτοβιογραφία του απευθύνθηκε, μεταξύ άλλων, και σε εκείνους τους οποίους δυσαρέστησε κατά καιρούς ή και σε όσους τον πίκραναν για να πει σε όλους «νερό κι αλάτι». Όπως έγραψε, «αυτό που λέμε Σαββόπουλος δεν υπάρχει. Ο Σαββόπουλος είναι ένας ρόλος που τον έπλασα σιγά σιγά με τα χρόνια: Ο τύπος με τα στρόγγυλα γυαλιά, τις τιράντες, αργότερα το γενάκι, που βγαίνει στη σκηνή, φτιάχνει αυτά τα τραγούδια, κάνει σχόλια και λέει ιστορίες. Είναι ο “Σάββο”, όπως τον έλεγε ο συγχω­ρεμένος ο Τάσος Φαληρέας. Είναι ένας άλλος. Εγώ είμαι εγώ. Χώνομαι πολλές φορές μέσα σ’ εκείνον τον άλλο. Δικός μου είναι. Χωρίς εμένα θα ήταν αέρας κοπανιστός. Τώρα όμως τον χρειάζομαι, γιατί μεγάλωσα και θα ’θελα να δω πώς ήμουν πιτσιρίκος, πώς φέρθηκα στον επαγγελματικό μου βίο, πώς ήμουν σαν σύζυγος, πατέρας και παππούς, κι ακόμα πώς ήμουν σαν πολίτης, σαν φίλος και σαν γιος. Σ’ αυτά είναι καλός ο Σάββο».

Το 2025 συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από την τηλεοπτική προβολή του ντοκιμαντέρ «Χαίρω πολύ Σαββόπουλος». Ήταν μια προσπάθεια να συστηθεί στο τηλεοπτικό κοινό της χώρας ο Σαββόπουλος. Το ντοκιμαντέρ προβλήθηκε στις 14 Μαΐου 2025, στο αίθριο του Μουσείου Μπενάκη.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος ήταν παντρεμένος με την Ασπασία Αραπίδου (Άσπα) και απέκτησε δύο γιους, τον Κορνήλιο και τον Ρωμανό, και δύο εγγονούς, τον Διονύση και τον Ανδρέα.