Σπείρα «έγδυνε» μαγαζιά στην Αττική και πουλούσε τα κλοπιμαία στα Τίρανα!
Μια εγκληματική οργάνωση που ειδικευόταν στις διακεκριμένες κλοπές ρουχισμού σε καταστήματα της Αττικής, εξαρθρώθηκε έπειτα από συντονισμένη επιχείρηση της Υποδιεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Βορειοανατολικής Αττικής, σε συνεργασία με τις αλβανικές αρχές. Η ταυτόχρονη επιχείρηση πραγματοποιήθηκε σε Αθήνα και Τίρανα, φέρνοντας στο φως μια καλά οργανωμένη σπείρα με διασυνοριακή δράση.
Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, συνελήφθησαν στις 19 Νοεμβρίου 2025, σε διάφορες περιοχές της Αττικής, οκτώ μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, ηλικίας 33 έως 63 ετών. Επιπλέον, έχουν ταυτοποιηθεί και αναζητούνται άλλα τέσσερα μέλη. Οι συλληφθέντες αντιμετωπίζουν κατηγορίες για σύσταση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες κλοπές κατ’ επάγγελμα, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς και αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος.
Σύμφωνα με τις αρχές, η εγκληματική οργάνωση δρούσε τουλάχιστον από τα μέσα Οκτωβρίου, διαπράττοντας συστηματικά κλοπές ειδών ρουχισμού από καταστήματα σε διάφορες περιοχές της Αττικής. Αρχηγός της οργάνωσης ήταν μια 54χρονη αλλοδαπή, η οποία συντόνιζε την εγκληματική δράση με τη συμμετοχή τεσσάρων ακόμη μελών της οικογένειάς της.
Ο σχεδιασμός της οργάνωσης περιελάμβανε δύο ομάδες, μία στην Ελλάδα και μία στην Αλβανία. Η ομάδα στην Ελλάδα ήταν υπεύθυνη για τις κλοπές μεγάλων ποσοτήτων εμπορευμάτων από καταστήματα, ενώ η 54χρονη αρχηγός φρόντιζε για την αποστολή των κλοπιμαίων στα Τίρανα, μέσω υπεραστικών λεωφορείων, με τη βοήθεια των μελών της οικογένειάς της. Στα Τίρανα, ένας συγγενής της διέθετε κατάστημα ρούχων, όπου τα κλοπιμαία μεταπωλούνταν.
Η ομάδα στην Αλβανία αναλάμβανε την παραλαβή των ρούχων και την πώλησή τους μέσω του καταστήματος στα Τίρανα, ενώ συχνά χρησιμοποιούσε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να διαφημίσει τα προϊόντα και να προσελκύσει πελάτες.
Τα μέλη της οργάνωσης που ήταν επιφορτισμένα με τις κλοπές συγκεντρώνονταν στην περιοχή του Ταύρου, όπου σχεδίαζαν τις επόμενες κινήσεις τους. Στη συνέχεια, χρησιμοποιούσαν ένα από τα εννέα «επιχειρησιακά» οχήματα της οργάνωσης για να μεταβούν στα καταστήματα-στόχους. Μετά τις κλοπές, τα κλοπιμαία συγκεντρώνονταν σε αποθήκη στην περιοχή των Πετραλώνων, απ' όπου και προωθούνταν στην Αλβανία.
Οι δράστες πραγματοποιούσαν περισσότερες από μία κλοπές την ημέρα, επιλέγοντας κυρίως καταστήματα που δεν διέθεταν αντικλεπτικούς μηχανισμούς στα εμπορεύματα. Ακόμη και όταν υπήρχαν αντικλεπτικοί μηχανισμοί, οι κατηγορούμενοι είχαν αναπτύξει εξειδίκευση στην αφαίρεσή τους με ειδικές ηλεκτρονικές συσκευές και σιδερένιους μαγνήτες.
Για να αποφύγουν τον εντοπισμό τους, τα μέλη της οργάνωσης λάμβαναν μέτρα αντιπαρακολούθησης, τόσο κατά τη διάρκεια των κλοπών, όσο και κατά τη φόρτωση των οχημάτων με τα κλοπιμαία. Επιπλέον, αντικαθιστούσαν συχνά τα ενοικιαζόμενα «επιχειρησιακά» οχήματα.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών στις οικίες των κατηγορουμένων και στην αποθήκη της οργάνωσης, κατασχέθηκαν σημαντικά ευρήματα.
Σε έρευνα των αλβανικών αρχών στο κατάστημα ρούχων στα Τίρανα, βρέθηκε μεγάλος αριθμός κλοπιμαίων ρούχων με ταμπελάκια στην ελληνική γλώσσα και τιμές σε ευρώ.
Από την προανακριτική έρευνα, εξιχνιάστηκαν 14 διακεκριμένες κλοπές από καταστήματα σε Μαρούσι, Αγία Παρασκευή, Σπάτα, Δάφνη, Νέα Ερυθραία, Χαλάνδρι, Ίλιον και το κέντρο της Αθήνας. Αξιοσημείωτο είναι ότι αρκετά μέλη της οργάνωσης έχουν συγκατηγορηθεί σε άλλες υποθέσεις κλοπών, ενώ κάποιοι κατείχαν πολλαπλά στοιχεία ταυτοποίησης για να δυσχεράνουν την αναγνώρισή τους από τις αρχές. Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν ενώπιον του αρμόδιου Εισαγγελέα.