Ο Ελληνας Εσκομπάρ, η ολλανδική «οικογενειακή επιχείρηση» και τα αλιευτικά με τα «σβησμένα ραντάρ»

Europol: Μυστικός πόλεμος με καρτέλ ναρκωτικών – 3 «χτυπήματα» σε 15 μέρες!

Ελλάδα
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Η σύλληψη του «Έλληνα Εσκομπάρ» και η κατάσχεση αλιευτικού σκάφους γεμάτου κοκαΐνη αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου στις πρόσφατες επιχειρήσεις της Europol εναντίον δικτύων διακίνησης ναρκωτικών από τη Νότια Αμερική προς την Ευρώπη.

Μια επιπλέον επιχείρηση στόχευε ένα ολλανδικό δίκτυο εμπορίας ναρκωτικών με προμηθευτές από την Κολομβία, ενώ μια τρίτη εξάρθρωσε ένα βραζιλιάνικο δίκτυο διακίνησης.

Η πρώτη έρευνα επικεντρώθηκε σε έναν Ολλανδό ύποπτο, ο οποίος, σύμφωνα με τις αρχές, είχε άμεση πρόσβαση σε υψηλόβαθμους διακινητές και επαφές με καρτέλ στην Κολομβία. Ο 56χρονος, με βάση στην Ίμπιζα της Ισπανίας και συχνά ταξιδεύοντας στην Ολλανδία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, φέρεται να συνεργαζόταν με τους δύο γιους του για την οργάνωση μεγάλων αποστολών κοκαΐνης προς την Ευρώπη.

Οι αρχικές πληροφορίες για την υπόθεση προήλθαν από την πλατφόρμα Sky ECC και ενισχύθηκαν από την ολλανδική αστυνομία σε συνεργασία με την Europol και τις ισπανικές Αρχές. Μέσω παρακολούθησης, ανάλυσης πληροφοριών και υποκλοπών, οι ερευνητές διαπίστωσαν συντονισμένες προσπάθειες οργάνωσης νέων αποστολών. Το δίκτυο συνδέθηκε με έξι κατασχεθέντα φορτία κοκαΐνης στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία και την Ολλανδία.

Στις 2 Δεκεμβρίου 2025, ο 56χρονος συνελήφθη στην Ίμπιζα, ενώ οι γιοι του, 31 και 23 ετών, συνελήφθησαν στη Χάγη και στο Χάρλεμ της Ολλανδίας, αντίστοιχα.

Στη δεύτερη έρευνα, οι αρχές της Βραζιλίας, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών συνεργάστηκαν για να εξαρθρώσουν μια βραζιλιάνικη εγκληματική οργάνωση, υπεύθυνη για τη μεταφορά τόνων κοκαΐνης στην Ευρώπη δια θαλάσσης.

Δύο ηγετικά στελέχη στη Βραζιλία φέρονται να συντόνιζαν την επιχείρηση με τη βοήθεια συνεργατών τους σε όλη την Ευρώπη. Η οργάνωση δρούσε από τη νότια Μπαΐα της Βραζιλίας, όπου εξόπλιζε πλοία, εκπαίδευε πληρώματα και τροποποιούσε αλιευτικά σκάφη για να μεταφέρουν τα κρυμμένα φορτία.

Τα πλοία αναχωρούσαν από το Πράντο και το Πόρτο Σεγκούρο, με τη Δυτική Αφρική να χρησιμεύει ως ενδιάμεσος σταθμός για την περαιτέρω προώθηση προς την Ευρώπη. Το δίκτυο διατηρούσε επαφές με εγκληματικές ομάδες που αναλάμβαναν την παραλαβή των φορτίων κατά την είσοδό τους στα ευρωπαϊκά ύδατα.

Τον Νοέμβριο του 2024, οι πορτογαλικές αρχές, σε συνεργασία με την Ομοσπονδιακή Αστυνομία της Βραζιλίας και τις αρχές του Πράσινου Ακρωτηρίου, αναχαίτισαν ένα αλιευτικό σκάφος με βραζιλιάνικη σημαία δυτικά του Πράσινου Ακρωτηρίου. Κατασχέθηκαν 1,6 τόνοι κοκαΐνης και συνελήφθησαν τα έξι μέλη του πληρώματος.

Η επόμενη φάση της έρευνας πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2025, με την εξάρθρωση του ευρωπαϊκού σκέλους του δικτύου, υπεύθυνου για την παραλαβή των φορτίων κοκαΐνης. Επιχείρηση στην Ισπανία οδήγησε στη σύλληψη 37 υπόπτων, συμπεριλαμβανομένου ενός κεντρικού προσώπου που διαχειριζόταν τα οικονομικά της οργάνωσης.

Στις 11 Δεκεμβρίου, μια συντονισμένη επιχείρηση στη Βραζιλία οδήγησε σε οκτώ επιπλέον συλλήψεις, μεταξύ των οποίων και δύο ηγετικά στελέχη που συνδέονται με την οργάνωση θαλάσσιων αποστολών. Τέσσερις τοποθεσίες ερευνήθηκαν στην Πορτογαλία, ενώ στη Βραζιλία κατασχέθηκαν περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω του 1,5 εκατομμυρίου ευρώ.

Συνολικά, αυτές οι τρεις δράσεις απέκλεισαν όλα τα επίπεδα του δικτύου: από τους εγκεφάλους στη Βραζιλία έως τους διακινητές και τους παραλήπτες στην Ευρώπη.

Όσον αφορά το δίκτυο του «Έλληνα Εσκομπάρ», η Europol αναφέρει ότι τα μέλη του κυκλώματος ακολουθούσαν πιστά τη μέθοδο μεταφόρτωσης εν πλω.

Το σκάφος Urania A δεν εξέπεμπε σήμα θέσης από την αναχώρησή του, καθιστώντας δύσκολη την παρακολούθησή του.

Συνολικά, 10 ύποπτοι συνελήφθησαν στις 14 Δεκεμβρίου: πέντε μέλη πληρώματος εν πλω και πέντε ύποπτοι στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου του φερόμενου εγκέφαλου, ο οποίος ξεκίνησε την καριέρα του ως πορτιέρης πριν από τέσσερις δεκαετίες.

Η Europol συνεργάστηκε στενά με τον Frontex για την παρακολούθηση του σκάφους, καθώς και με το MAOC-(N) για την υποστήριξη της επιχείρησης εν πλω.

Και οι τρεις υποθέσεις υποστηρίχθηκαν από την Europol, η οποία παρείχε την κεντρική πλατφόρμα ανταλλαγής πληροφοριών, αναλυτική υποστήριξη και συντονισμό μεταξύ όλων των χωρών. Διευκόλυνε επίσης τη ροή πληροφοριών μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών, διασφαλίζοντας την άμεση πρόσβαση των ερευνητών σε κρίσιμες πληροφορίες.