Ανατροπή στη Γερουσία: Συμφωνία τέλους παράλυσης, Διχάζει τους Δημοκρατικούς
Μία ανάσα ανακούφισης για τις αγορές, μία καταιγίδα εσωτερικής γκρίνιας για τους Δημοκρατικούς. Αυτή ήταν η εικόνα που κυριάρχησε την επομένη της ιστορικής συμφωνίας στην αμερικανική Γερουσία, μία συμφωνία που όχι μόνο άνοιξε τον δρόμο για το τέλος της μακροβιότερης δημοσιονομικής παράλυσης στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και άναψε φωτιές εντός του κυβερνώντος κόμματος.
Η κρίσιμη στιγμή έφτασε την Κυριακή, όταν η Γερουσία, με μία συντριπτική πλειοψηφία 60 ψήφων έναντι 40, έδωσε το πράσινο φως για την προώθηση ενός νομοσχεδίου ζωτικής σημασίας για τις δαπάνες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Αυτή η ανατροπή δεν θα ήταν εφικτή χωρίς την παρέμβαση οκτώ Δημοκρατικών γερουσιαστών, οι οποίοι τόλμησαν να αψηφήσουν την κομματική γραμμή, συμμαχώντας με τους Ρεπουμπλικανούς. Η κίνησή τους αυτή προκάλεσε άμεσες και έντονες αντιδράσεις εντός της παράταξης, με ορισμένους Δημοκρατικούς από το Κογκρέσο να ζητούν ακόμη και την παραίτηση του αρχηγού του κόμματος στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, κατηγορώντας τον για αναποτελεσματικότητα που εκθέτει ανεπανόρθωτα το κόμμα.
Η καρδιά της διαφωνίας μεταξύ των δύο κομμάτων, τις προηγούμενες ημέρες, χτυπούσε στο ζήτημα των δαπανών υγείας. Οι Δημοκρατικοί μάχονταν σθεναρά για την παράταση των καλύψεων της μεταρρύθμισης Ομπάμα για έναν ακόμη χρόνο, με σκοπό να διασφαλίσουν ότι τα ασφάλιστρα υγείας για τους χαμηλόμισθους Αμερικανούς δεν θα εκτοξευθούν. Αντιθέτως, οι Ρεπουμπλικανοί ήταν αποφασισμένοι να αποφύγουν μία τέτοια δέσμευση, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα εκφράσει την επιθυμία του για την κατάργηση της μεταρρύθμισης Ομπάμα, ενός νόμου που έδωσε πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη σε εκατομμύρια ανασφάλιστους πολίτες.
Εν μέσω αυτής της έντασης, την Κυριακή, ο Ρεπουμπλικανός ηγέτης της Γερουσίας, Τζον Θιουν, έδωσε μία υπόσχεση-κλειδί: το επίμαχο ζήτημα των ασφαλίστρων θα τεθεί σε συζήτηση στο Κογκρέσο τον επόμενο μήνα, με στόχο την εξεύρεση λύσεων. Παρόλο που δεν υπήρξε καμία ρητή εγγύηση ότι οι Ρεπουμπλικανοί, που διατηρούν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων, θα συμφωνούσαν στο «πάγωμα» των ασφαλίστρων υγείας, οι οκτώ μετριοπαθείς Δημοκρατικοί γερουσιαστές είδαν την κίνηση του Θιουν ως μία σημαντική παραχώρηση. Προφανώς, εκτιμούν πως θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους αντιπάλους τους να δικαιολογήσουν μία ψήφο που θα οδηγούσε σε κατακόρυφη αύξηση των ασφαλίστρων στους Αμερικανούς πολίτες, ειδικά τώρα που η χώρα εισέρχεται σε μία κρίσιμη προεκλογική περίοδο ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών για το Κογκρέσο.
Πέραν αυτού, οι Ρεπουμπλικανοί προχώρησαν και σε άλλες σημαντικές υποχωρήσεις, με κορυφαία τη δέσμευση για την επαναπρόσληψη όλων των δημοσίων υπαλλήλων που είχαν βρεθεί σε προσωρινή απόλυση λόγω του παρατεταμένου δημοσιονομικού «λουκέτου». Από την 1η Οκτωβρίου, όταν ξεκίνησε το περιβόητο shutdown, εκατοντάδες χιλιάδες ομοσπονδιακοί λειτουργοί βρέθηκαν είτε σε τεχνική ανεργία είτε εργάζονταν απλήρωτοι. Αυτή η κατάσταση είχε προκαλέσει σοβαρότατα προβλήματα σε ζωτικούς τομείς, όπως η καταβολή κοινωνικών επιδομάτων, οι αερομεταφορές και μία σειρά από δημόσιες υπηρεσίες, δημιουργώντας ασφυκτική πίεση και στα δύο κόμματα να καταλήξουν επιτέλους σε έναν συμβιβασμό.
Η ψηφοφορία της Κυριακής, αν και διαδικαστικού χαρακτήρα, ήταν καθοριστική. Το νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό πρέπει να περάσει ακόμη από ουσιαστική ψηφοφορία στη Γερουσία και να λάβει την επικύρωση της Βουλής των Αντιπροσώπων, προτού φτάσει στην υπογραφή του προέδρου Τραμπ. Ωστόσο, αυτό το πρώτο, δύσκολο βήμα θεωρείται το πιο σημαντικό, καθώς στη Βουλή οι Ρεπουμπλικανοί κατέχουν την απαραίτητη πλειοψηφία για να δώσουν τέλος σε αυτή την επώδυνη εκκρεμότητα, που ταλαιπώρησε τη χώρα.
Σε μία παράλληλη, εξίσου ενδιαφέρουσα εξέλιξη, ο Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε χθες στην απονομή χάριτος στον πρώην συνήγορό του και πρώην δήμαρχο της Νέας Υόρκης, Ρούντολφ Τζουλιάνι, καθώς και σε επιπλέον 76 άτομα. Όλοι τους είχαν κατηγορηθεί για απόπειρα ανατροπής του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών του 2020, οι οποίες είχαν αναδείξει νικητή τον Τζο Μπάιντεν. Αυτή η απόφαση, ωστόσο, είχε κατά κύριο λόγο συμβολικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι ούτε ο Τζουλιάνι ούτε οι άλλοι συνεργάτες και υποστηρικτές του Τραμπ είχαν αντιμετωπίσει κατηγορίες για ομοσπονδιακά αδικήματα – τα μόνα που εμπίπτουν στην αποκλειστική δικαιοδοσία της προεδρικής χάριτος.